Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών
Νοε 18 2020

Κορωνοϊός: Ποιος φταίει για το «σοκ» του δεύτερου κύματος;

Καθώς τα ημερήσια κρούσματα Covid-19 και οι θάνατοι πολλαπλασιάστηκαν στην Ελλάδα, σε τούτο το δεύτερο κύμα, κινδυνεύουμε πολίτες και πολιτικοί να χάσουμε το «μέτρο» σε ό,τι αφορά την κριτική, πολύ δε περισσότερο σε ό,τι αφορά την κατανόηση των όσων συμβαίνουν και των αιτίων τους.

Εξετάζοντας τους αριθμούς, είτε πρόκειται για κρούσματα είτε για θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους, ακόμη και στο τελευταίο διάστημα, η Ελλάδα είναι περίπου στη μέση της κατάταξης μεταξύ των χωρών της Ευρώπης.

Είναι για την ακρίβεια 26η σε θανάτους και 31η σε κρούσματα (τα οποία ενδεχομένως υποκαταγράφονται σε σχέση με άλλα κράτη) μεταξύ των 48 ευρωπαϊκών χωρών και κρατιδίων που καταγράφει το worldometers και τα οποία επεξεργάστηκαν οι τεχνικοί μας, για το διάστημα από την αρχή του τρέχοντος μηνός έως και τη 14η Νοεμβρίου.

Προκύπτει λοιπόν αβίαστα ότι πέραν του αδιαμφισβήτητου σοκ που προκαλεί σε κάθε περίπτωση η απώλεια ανθρώπινων ζωών, αυτό που επηρεάζει την αντίδραση της κοινής γνώμης στα τεκταινόμενα είναι δύο παράγοντες:

Ο πρώτος αφορά την εξαιρετική «συμπεριφορά» της χώρας μας στο πρώτο κύμα της πανδημίας, όταν προηγμένες χώρες της Ευρώπης έβλεπαν τα συστήματα υγείας τους να καταρρέουν, ενώ εμείς είχαμε ελάχιστο αριθμό κρουσμάτων και θανάτων.

Ο δεύτερος αφορά την ανησυχία για τις αντοχές του συστήματος υγείας, καθώς είναι παγκοίνως γνωστό ότι δεν συγκαταλέγεται στα πιο ισχυρά της Ευρώπης, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Και προφανώς, όσο ισχυρότερο είναι ένα σύστημα υγείας, όχι μόνον έχει μεγαλύτερες δυνατότητες πρόληψης, εφόσον αυτές αξιοποιηθούν, αλλά έχει και μεγαλύτερες δυνατότητες να ανταποκριθεί σε αυξημένα επιδημιολογικά επίπεδα.

Στο πρώτο κύμα, «ο φόβος φύλαξε τα έρημα», καθώς υπό μια άγνωστη απειλή, η κυβέρνηση και οι ειδικοί έσπευσαν στη λύση της ολοκληρωτικής καραντίνας, με άριστα επιδημιολογικά αποτελέσματα, αλλά και πολύ μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό κόστος.

Ο υπογράφων δεν έχει ειδικές σπουδές ή γνώσεις, εκτιμά ωστόσο, με βάση ορισμένα στοιχεία, ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, το άνοιγμα των συνόρων και οι διασυνοριακές μετακινήσεις από χώρα σε χώρα για τουρισμό και άλλους λόγους αποτελούν την κύρια αιτία αναζωπύρωσης της πανδημίας το φθινόπωρο, που βεβαίως εντάθηκε με την πτώση της θερμοκρασίας και τη συγκέντρωση σε κλειστούς χώρους, κάτι που συνέβη πρώτα στις βορειότερες χώρες και περιοχές.

Πρόκειται για θέμα που θα πρέπει να μελετηθεί περαιτέρω, καθώς δύσκολα μπορεί να εξηγηθεί με άλλο τρόπο η σχεδόν ταυτόχρονη αναζωπύρωση της πανδημίας σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, αλλά και η παρουσία «μεταλλάξεων» που ξεκίνησαν π.χ. στην Ισπανία, σε πολυάριθμες άλλες χώρες.

Υπό αυτή την έννοια, θα πρέπει να επισημανθεί ως επιβαρυντικός παράγοντας η επιλογή να μη γίνεται υποχρεωτικό τέστ 48 ή 72 ώρες πριν, σε όσους έρχονταν στην Ελλάδα τη θερινή περίοδο, όταν και είχαμε την πρώτη αναζωπύρωση σε διάφορες περιοχές, μέσα στον Αύγουστο!

Ομοίως, με την κυβέρνηση να έχει αναλάβει ήδη την πολιτική ευθύνη για τα όσα συμβαίνουν πλέον στη Βόρεια Ελλάδα, δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε ότι η χώρα φαίνεται να έχει «ταβανιάσει» τις δυνατότητες διεξαγωγής μοριακών τεστ (PCR), τα οποία κινούνται το πολύ στις 20-25.000 ανά ημέρα.

Είναι ενδεικτικό ότι μέσα στο Νοέμβριο, δηλαδή στην περίοδο εκθετικής αύξησης της πανδημίας στη χώρα μας, ο αριθμός των τεστ που διεξάγονται ανά εκατομμύριο κατοίκους την κατατάσσουν στην... 30ή θέση, από 48 χώρες, πίσω από τη Λευκορωσία, τη Φινλανδία, τη Σλοβενία, τη Σλοβακία, την Αυστρία, τη Νορβηγία και πολλές άλλες.

Κι αυτό ασφαλώς γεννά ερωτήματα, όπως και το ότι από τις εξελίξεις αλλά και την ημερήσια περιγραφή των κρουσμάτων, στις ανακοινώσεις, προκύπτει ότι οι προσπάθειες ιχνηλάτησης μάλλον δεν απέδωσαν, ενώ είναι άγνωστο και σε ποιο βαθμό συνεχίζονται.

Εν ολίγοις, δημιουργείται η αίσθηση ότι στο πρώτο κύμα «σωθήκαμε» διότι η κυβέρνηση έσπευσε να επιβάλει το ολοκληρωτικό lockdown κι ότι στο δεύτερο κύμα, εξαιτίας μιας προσπάθειας διατήρησης της δραστηριότητας για οικονομικούς κυρίως λόγους, τα μέτρα άργησαν, ιδίως στην περίπτωση της Βορείου Ελλάδος, φέρνοντας στην επιφάνεια όλες τις αδυναμίες της εγχώριας πραγματικότητας.

Το γεγονός παραμένει πάντως ότι «χάθηκε» το success story που κτίσθηκε στο πρώτο κύμα και σε επόμενο σημείωμα, θα μας απασχολήσουν περισσότερο οι λόγοι για τους οποίους συνέβη αυτό, σε συνδυασμό με το κρίσιμο διάστημα του καλοκαιριού.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v