Κλίμα δυσφορίας και ανησυχίας επικρατεί κατά τις πρώτες εβδομάδες του 2016 στις τάξεις του επιχειρηματικού κόσμου της χώρας, όχι μόνο λόγω της νέας πρόσθετης φορολογικής επιβάρυνσης που αναμένεται να πέσει στις πλάτες των εταιρειών και των ελεύθερων επαγγελματιών, αλλά επίσης και εξ' αιτίας των ειδήσεων που θέλουν την ημερομηνία της θετικής αξιολόγησης της Ελλάδας από τους δανειστές να μεταφέρεται ολοένα και περισσότερο στο μέλλον.
«Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με το γενικότερο κλίμα που επικρατεί στις διεθνείς κεφαλαιαγορές οδηγούν τις τιμές των μετοχών σε χαμηλότερα επίπεδα» υποστηρίζει γνωστός χρηματιστηριακός παράγοντας, ο οποίος συμπληρώνει: «Δεν είναι απαραίτητο σε μια χρονιά, όλα τα χρηματιστήρια να κινούνται παράλληλα. Πολλές φορές άλλωστε, έχουμε δει κατά το παρελθόν, μικρές χρηματιστηριακές αγορές να ανεβαίνουν, την ίδια περίοδο που οι μεγαλύτερες υποχωρούν. Απλά, στην περίπτωση του ΧΑ, επί του παρόντος τουλάχιστον, δεν υπάρχουν οι καταλύτες για κάτι τέτοιο. Τα πράγματα όμως μπορεί να αλλάξουν σε σύντομο χρονικό διάστημα. Θα δούμε»...
Μπορεί η ηγεσία του ΣΕΒ να δέχτηκε (ή καλύτερα να «ανέχτηκε» ως αναγκαία προκειμένου να έρθει η θετική αξιολόγηση της Ελλάδας) την επιβάρυνση των ασφαλιστικών εισφορών, ωστόσο ο επιχειρηματικός κόσμος κάθε άλλο παρά ικανοποιημένος είναι από τις εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στην οικονομία, με αιχμή του δόρατος την κυβερνητική πρόταση για το ασφαλιστικό.
«Δεν είναι δυνατόν, οι συνταξιοδοτικές δαπάνες να αντιπροσωπεύουν κάτι παραπάνω από το 17% του ΑΕΠ και ο προϋπολογισμός να διαθέτει για την κάλυψη των ετησίων ελλειμμάτων του ασφαλιστικού το ένα τρίτο των συνολικών φορολογικών εσόδων» υποστήριξε γνωστό στέλεχος της αγοράς μιλώντας σε κορυφαίο υπουργό της κυβέρνησης, συμπληρώνοντας πως «αντί η κυβέρνηση να περιορίσει το ύψος των συνταξιοδοτικών δαπανών όπου αυτό είναι εφικτό, επιχειρεί να μετακυλήσει και αυτό το κόστος στην πραγματική οικονομία μέσα από την αύξηση των εισφορών σε επιχειρήσεις, εργαζόμενους και ελεύθερους επαγγελματίες».
Πρόεδρος εισηγμένης εταιρείας από την περιφέρεια δηλώνει στο Euro2day.gr: «Προσπαθούμε να ανοίξουμε νέες αγορές στο εξωτερικό, προσπαθούμε να αυξήσουμε τις εξαγωγές μας και την ίδια ώρα επιβαρυνόμαστε με το ακριβότερο ενεργειακό κόστος, με τα υψηλότερα επιτόκια χορηγήσεων και με το μεγαλύτερο μη μισθολογικό κόστος. Και αυτή η κατάσταση, θα επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο μέσα από το προτεινόμενο θεσμικό πλαίσιο για το συνταξιοδοτικό».
Πέρα από το ότι ολόκληροι επαγγελματικοί κλάδοι (πχ αγρότες, δικηγόροι, ασφαλιστές και γενικότερα ελεύθεροι επαγγελματίες) θεωρούν ότι η πρόσθετη προτεινόμενη επιβάρυνσή τους είναι υπέρμετρη, άδικη και αναποτελεσματική (γιατί, όπως ισχυρίζονται θα οδηγήσει σε όξυνση της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής), η γενικότερη αντίδραση του επιχειρηματικού κόσμου εστιάζεται στο ότι η κυβέρνηση αντί να εστιαστεί στη μείωση των κρατικών δαπανών, προτιμά να αυξήσει τους φόρους και το κόστος λειτουργίας των εταιρειών.
Ενδεικτική είναι η άποψη του γενικού διευθυντή του ΣΕΛΠΕ κ. Αντώνη Ζαΐρη, για μια πολιτική που θα είχε ως προτεραιότητα τον περιορισμό των κρατικών δαπανών: «Το 49% του ΑΕΠ καταλαμβάνεται από δαπάνες του ελληνικού δημοσίου, όταν το ίδιο ποσοστό ανέρχεται στη Γερμανία στο 40% και στις ΗΠΑ στο 25%. Αν λοιπόν στην Ελλάδα το 49% μειωνόταν στο 46%, θα είχαμε μια εξοικονόμηση πόρων της τάξεως αρκετών δις ευρώ, με αποτέλεσμα την αποφυγή σκληρών περικοπών και επιπλέον τη χρηματοδότηση των υγιών παραγωγικών δυνάμεων της χώρας. Δεν υπάρχει πλούτος χωρίς παραγωγή και δεν υπάρχει κοινωνική προστασία χωρίς πλούτο».
Και συνεχίζοντας ο κ. Ζαΐρης, αναφέρει: «Όταν στις χώρες που θέλουν να προσελκύσουν επενδύσεις η φορολογία κυμαίνεται στο 10%-12%, είναι δύσκολο να βρεθούν επενδυτές για την Ελλάδα με το φορολογικό σύστημα που εφαρμόζεται σήμερα. Και το θέμα των επενδύσεων είναι μείζον ζήτημα. Το 2008 έτρεχαν με 60 δισ. ευρώ και σήμερα μόλις με 17-19 δισ. ετησίως. Βρίσκονται δηλαδή πολύ πιο κάτω από τις αποσβέσεις, που είναι 32 δισ. ευρώ, άρα υπάρχει αποεπένδυση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της χώρας. Βλέπουμε άλλωστε πολλές επιχειρήσεις να μετακομίζουν σε άλλες χώρες, όπως στη Βουλγαρία και στην Κύπρο».
Πέραν όμως αυτού, ανησυχία επικρατεί στον επιχειρηματικό κόσμο μετά τις δηλώσεις Ευρωπαίων πολιτικών (π.χ. του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σόιμπλε), Κοινοτικών αξιωματούχων (π.χ. του προέδρου του Eurogroup K. Ντάιζενμπλουμ), αλλά και δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών που θέλουν τις διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και τρόικας να έχουν πολύ δρόμο μπροστά τους και την επιδιωκόμενη θετική αξιολόγηση να προγραμματίζεται κάπου μεταξύ Απριλίου και Μαΐου.
Και αυτό γιατί η θετική αξιολόγηση θεωρείται από το σύνολο των παραγόντων της αγοράς, ως το χρονικό σημείο-κλειδί, μετά από το οποίο η ελληνική οικονομία θα μπορεί να ελπίζει σε μείωση της αβεβαιότητας, σε τόνωση της εγχώριας ζήτησης, σε προσέλκυση επενδύσεων από το εξωτερικό, αλλά και σε βελτίωση του κλίματος στο ελληνικό χρηματιστήριο.
Αυτό άλλωστε προκύπτει από το σύνολο των παραγόντων της αγοράς στους οποίους απευθύνθηκε το Euro2day.gr στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς και στις αρχές της τρέχουσας, προκειμένου να εκτιμήσουν την πορεία των κλάδων τους μέσα στο 2016.
«Το 2015 χαρακτηρίστηκε από τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, από επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων και από εναγώνιες διαπραγματεύσεις που κράτησαν οκτώ ολόκληρους μήνες! Αν θέλουμε η οικονομία να πάει κάπως καλύτερα φέτος παρά τους μεγαλύτερους φόρους που θα επιβληθούν, πρέπει η κυβέρνηση να δουλέψει στον τομέα εμπέδωσης κλίματος ομαλότητας. Και όσο καθυστερεί η θετική αξιολόγηση, τόσο ο στόχος αυτός τίθεται εν αμφιβόλω» αναφέρθηκε χαρακτηριστικά από οικονομικό διευθυντή εισηγμένης εταιρείας.