Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΙΟΒΕ: Νέα πτώση Οικονομικού κλίματος το Δεκέμβριο

Υποχώρηση σημείωσε τον Δεκέμβριο ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος για τρίτο μήνα και διαμορφώθηκε στις 105,1 μονάδες από 107,6 τον Νοέμβριο, επίδοση που συνιστά τη δεύτερη χαμηλότερη εντός του 2007, σύμφωνα με την Οικονομική Συγκυρία του ΙΟΒΕ. Οριακή βελτίωση των καταναλωτικών προσδοκιών για το επόμενο 12μηνο.

ΙΟΒΕ: Νέα πτώση Οικονομικού κλίματος το Δεκέμβριο
Υποχώρηση σημείωσε τον Δεκέμβριο ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος για τρίτο μήνα και διαμορφώθηκε στις 105,1 μονάδες από 107,6 τον Νοέμβριο, επίδοση που συνιστά τη δεύτερη χαμηλότερη εντός του 2007, σύμφωνα με την Οικονομική Συγκυρία του ΙΟΒΕ.

Ο δείκτης αυτός υστερεί του αντίστοιχου μέσου όρου της ΕΕ, αλλά εξακολουθεί να υπερέχει της επίδοσης της Ευρωζώνης. Κύριοι παράγοντες για την επιδείνωση του κλίματος είναι η υποχώρηση του δείκτη στη Βιομηχανία και τις Κατασκευές. Αντίθετα, στο Λιανικό Εμπόριο τις Υπηρεσίες και την Καταναλωτική εμπιστοσύνη δεν σημειώνονται αξιόλογες μεταβολές.

Πιο συγκεκριμένα, στη Βιομηχανία η επιδείνωση του κλίματος τον Δεκέμβριο οφείλεται κατά κύριο λόγο στην πτώση που σημειώνουν οι εκτιμήσεις για τον όγκο των παραγγελιών, γεγονός που ενισχύεται και από τις εκτιμήσεις για σχετικά διογκωμένο επίπεδο των αποθεμάτων. Στις Υπηρεσίες, ο δείκτης κινείται στα επίπεδα του Νοεμβρίου, με τις εκτιμήσεις για την επιχειρηματική δραστηριότητα και την εξέλιξη της ζήτησης του τελευταίου τριμήνου να υποχωρούν, ενώ αντίθετα οι προσδοκίες για την πορεία της ζήτησης το προσεχές τρίμηνο βελτιώνονται.

Στο Λιανικό Εμπόριο οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα επιχειρηματική δραστηριότητα βελτιώνονται ενώ και ο όγκος των αποθεμάτων αποκλιμακώνεται. Στις Κατασκευές το κλίμα επιδεινώνεται εκ νέου, καθώς επιδεινώνονται οι την εκτιμήσεις για το επίπεδο των παραγγελιών, ενώ μετριοπαθέστερες είναι και οι προβλέψεις για το επίπεδο της απασχόλησης το επόμενο τρίμηνο. Τέλος, αμετάβλητη παραμένει η καταναλωτική εμπιστοσύνη.

Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στη Βιομηχανία υποχωρεί αισθητά τον Δεκέμβριο και διαμορφώνεται στις 97,5 μονάδες από 100,1 που ήταν τον Οκτώβριο, στη χαμηλότερη επίδοση του έτους. Ο δείκτης κυμαίνεται σε επίπεδα χαμηλότερα και από τον Δεκέμβριο του 2006 (98,8 μονάδες), αλλά και του μακροχρόνιου μέσου όρου της περιόδου 2001-2006.

Αναλυτικότερα:

α) Οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για την εξέλιξη της παραγωγής τους κατά τους προσεχείς μήνες υποχωρούν ελαφρά, καθώς τώρα το 33% (από 36% τον Νοέμβριο) εκτιμά ότι θα υπάρξει αύξηση στην παραγωγή, με αντίστοιχη διεύρυνση του ποσοστού που προβλέπει μείωση. Έτσι η διαφορά θετικών και αρνητικών απαντήσεων περιορίζεται στο 16% από 23% τον Νοέμβριο, επίδοση που είναι και η χαμηλότερη του έτους.

β) Οι δυσμενείς προβλέψεις για τις παραγγελίες και την πορεία της ζήτησης ενισχύονται, καθώς η διαφορά θετικών - αρνητικών απαντήσεων διευρύνεται στο -5% (-3% τον Νοέμβριο). Παρόλα αυτά, το ποσοστό εκείνων που προβλέπουν σταθερότητα στην πορεία της ζήτησης διαμορφώνεται στο 76%, την υψηλότερη επίδοση του έτους.

γ) Οι ηπιότερες εκτιμήσεις για την πορεία της παραγωγής και της ζήτησης τους προσεχείς μήνες, αντανακλώνται στο σταθερά διογκωμένο ύψος των αποθεμάτων. Το 19% των ερωτηθέντων όσο δηλαδή και τον Νοέμβριο, εκτιμούν μεγαλύτερο από το κανονικό ύψος αποθεμάτων, παρόλο που για τα 3/4 των ερωτηθέντων το επίπεδο θεωρείται φυσιολογικό.

Αισθητή υποχώρηση εμφανίζουν οι προσδοκίες στις Κατασκευές, με το Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών να περιορίζεται τον Δεκέμβριο στις 81,5 μονάδες από 86,9 τον Νοέμβριο. Η τιμή αυτή είναι και η χαμηλότερη του έτους, υστερεί της αντίστοιχης επίδοσης του Δεκεμβρίου του 2006, αλλά και του μακροχρόνιου μέσου όρου. Βασική αιτία για την υποχώρηση του δείκτη είναι οι εκτιμήσεις για το επίπεδο προγράμματος εργασιών, οι οποίες εμφανίζονται ιδιαίτερα δυσμενείς.

Έτσι, το ποσοστό των επιχειρήσεων που προβλέπει ότι οι εργασίες του θα μειωθούν σε σχέση με εκείνους που εκτιμούν ότι θα αυξηθούν, διογκώνεται στο -43% από -33% τον προηγούμενο μήνα, με μόλις το 1% να προβλέπει αύξηση στις εργασίες της επιχείρησής του. Σταθερά αρνητικές – για τέταρτο μήνα - παραμένουν έτσι και οι προβλέψεις για την απασχόληση. Πάντως οι μήνες εξασφαλισμένης δραστηριότητας παραμένουν στα ίδια σχεδόν επίπεδα, ξεπερνώντας τους 16 μήνες. Επιπλέον, μειωμένο εμφανίζεται και το ποσοστό των επιχειρήσεων που εκτιμά ότι η παραγωγική δραστηριότητα διεξάγεται απρόσκοπτα, φθάνοντας το 15%, έναντι 21% τον Νοέμβριο.

Τα βασικότερα εμπόδια στην παραγωγική δραστηριότητα εξακολουθούν να είναι η χαμηλή ζήτηση (30%) και οι δυσκολίες χρηματοδότησης (21%), ενώ το 26% επισημαίνει ως βασικά προσκόμματα τη γραφειοκρατία και το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο.

Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών στο Λιανικό Εμπόριο κινείται στα επίπεδα του Νοεμβρίου, καθώς διαμορφώνεται στις 116,6 μονάδες (116,5 μονάδες τον Νοέμβριο). Η επίδοση αυτή, αν και από τις χαμηλές του έτους, υπερτερεί σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή επίδοση (111,3 μονάδες). Η εκτίμηση της τρέχουσας κατάστασης είναι βελτιωμένη σε σχέση με την εικόνα του Νοεμβρίου, καθώς το ποσοστό εκείνων που εκτιμούν ότι οι πωλήσεις τους μειώθηκαν υποχωρεί στο 12% από 19% των Νοέμβριο, ενώ σταθερά τρεις στους πέντε κρίνουν ανοδικές τις πωλήσεις τους.

Ωστόσο, τα αποθέματα παραμένουν αρκετά διογκωμένα, με το 28% να τα κρίνει υψηλά για την εποχή. Από την άλλη πλευρά, οι προβλέψεις για τις πωλήσεις στο προσεχές τρίμηνο εμφανίζονται ηπιότερες, με το 64% να προβλέπει αύξηση, έναντι 72% τον Νοέμβριο, γεγονός που δικαιολογεί και τις μετριοπαθέστερες προβλέψεις για τις παραγγελίες προς τους προμηθευτές. Ωστόσο, το 42% αναμένει αύξηση της απασχόλησης τους επόμενους μήνες, ποσοστό που έχει αυξηθεί κατά 5 μονάδες σε σχέση με τον Νοέμβριο.

Στις Υπηρεσίες ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών κινείται ελαφρώς χαμηλότερα στις 105,1 μονάδες τον Δεκέμβριο, από 105,6 μονάδες τον Νοέμβριο. Η επίδοση αυτή κινείται περίπου στα αντίστοιχα περυσινά επίπεδα (106,8 μονάδες τον Δεκέμβριο του 2006) ενώ είναι χαμηλότερη του φετινού μέσου όρου. Η μικρή αυτή επιδείνωση οφείλεται σε ηπιότερες εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για την τρέχουσα ζήτηση, αφού το ποσοστό εκείνων που εκτιμά ότι η ζήτηση έχει αυξηθεί περιορίζεται στο 35% από 41% τον Νοέμβριο.

Η ηπιότερη εικόνα αποτυπώνεται και στη σχετική μείωση του ποσοστού των επιχειρήσεων που δηλώνει ικανοποιημένο από την κατάσταση της επιχείρησής του το τελευταίο τρίμηνο, αφού το ισοζύγιο εκείνων που εκτιμούν ότι η κατάσταση της επιχείρησής τους έχει βελτιωθεί/ επιδεινωθεί το τελευταίο τρίμηνο υποχωρεί στο 29% (34% τον Νοέμβριο). Οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα απασχόληση στον κλάδο είναι επίσης ελαφρά ηπιότερες, αφού το ισοζύγιο θετικών / αρνητικών προβλέψεων μειώνεται από 9% τον Νοέμβριο σε 7% τον Δεκέμβριο.

Παρόλα αυτά, οι προβλέψεις για την εξέλιξη της ζήτησης και την απασχόληση στην επόμενη περίοδο είναι ακόμα θετικότερες, καθώς το 43% των επιχειρήσεων προβλέπει αύξηση στη ζήτηση (39% τον προηγούμενο μήνα). Επιπλέον, σημειώνεται περαιτέρω αύξηση του ποσοστού των επιχειρήσεων που θεωρεί ότι η παραγωγική του δραστηριότητα διεξάγεται απρόσκοπτα σε 56% από 53% τον Νοέμβριο.

Όσοι διαφωνούν, προβάλλουν την ανεπάρκεια της ζήτησης ως το μεγαλύτερο πρόσκομμα στην παραγωγική διαδικασία (15%), ενώ δευτερευόντως επισημαίνουν παράγοντες που αφορούν στο θεσμικό πλαίσιο και στη γραφειοκρατία, καθώς και την ανεπάρκεια εργατικού δυναμικού.

Ο Δείκτης Εμπιστοσύνης Καταναλωτών τον Δεκέμβριο παραμένει στα επίπεδα του Νοεμβρίου, μετά την υποχώρηση που σημείωσε τον προηγούμενο μήνα. Έτσι, ο δείκτης διαμορφώνεται και πάλι στις -29 μονάδες, αποτελώντας σταθερά μία από τις χαμηλότερες επιδόσεις στην ΕΕ. Παρόλο που απέχει σημαντικά από τις αντίστοιχες επιδόσεις στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, ο δείκτης καταναλωτικής πίστης στην Ελλάδα ακολουθεί την τάση του αντίστοιχου δείκτη της ΕΕ, αλλά όχι και της Ευρωζώνης, ο οποίος σημειώνει οριακή μείωση τον Δεκέμβριο. Αναλυτικότερα:

Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους, τους προσεχείς 12 μήνες βελτιώνονται, αλλά οριακά. Η διαφορά θετικών – αρνητικών απαντήσεων περιορίζεται τον Δεκέμβριο στο -15, από -16 τον προηγούμενο μήνα. Η επίδοση αυτή βρίσκεται αρκετά χαμηλότερα του μέσου όρου της ΕΕ (-2), αλλά και της Ευρωζώνης (-5), με χώρες όπως η Τσεχία και η Σουηδία να κατατάσσονται στις υψηλότερες θέσεις.

Οι προβλέψεις για την πορεία της οικονομικής κατάστασης της χώρας τους προσεχείς 12 μήνες παρουσιάζουν σταθερότητα, με τη διαφορά θετικών – αρνητικών προβλέψεων να παραμένει στο -24 και τον Δεκέμβριο, πολύ χαμηλότερα του μέσου όρου της ΕΕ (-13) αλλά και της Ευρωζώνης (-12). Έτσι, για τον Δεκέμβριο η Ελλάδα κατατάσσεται στην 4η θέση ως προς το βαθμό απαισιοδοξίας για την πορεία της οικονομικής κατάστασης της χώρας στο σύνολο των χωρών της ΕΕ, με πιο αισιόδοξες απόψεις να σημειώνονται στην Πολωνία.

Μικρή άνοδο παρουσιάζει η πρόθεση των καταναλωτών για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες, με τη διαφορά αυτών που δηλώνουν ότι θα αυξήσουν / μειώσουν την αποταμίευσή τους στο επόμενο δωδεκάμηνο να διαμορφώνεται στις -38 μονάδες, από -40 τον Νοέμβριο. Η διαφορά αυτή ωστόσο αποτελεί και τη δεύτερη καλύτερη επίδοση του τρέχοντος έτους, ενώ εξακολουθεί να απέχει σημαντικά από το μέσο όρο της ΕΕ, (-4), αλλά και της Ευρωζώνης (-10). Από τις υπόλοιπες χώρες, η χαμηλότερη αντίστοιχη πρόθεση καταγράφεται στην Ουγγαρία, ενώ η Φινλανδία καταγράφει την υψηλότερη.

Σε ότι αφορά τέλος την εξέλιξη της ανεργίας το προσεχές 12-μήνο, οι προβλέψεις των καταναλωτών επιδεινώνονται οριακά τον Δεκέμβριο, με τη διαφορά αυτών που βλέπουν άνοδο της ανεργίας σε σχέση με αυτούς που βλέπουν μείωση να διαμορφώνεται στις +37 μονάδες, από +36 τον Νοέμβριο. Οι αντίστοιχες επιδόσεις πάντως για την ΕΕ είναι +10 μονάδες και για την περιοχή της Ευρωζώνης +7, με περισσότερο αισιόδοξη εικόνα στην αγορά εργασίας της Λιθουανίας.

Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος τον Δεκέμβριο στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει να αποδυναμώνεται για έκτο κατά σειρά μήνα, αν και ηπιότερα σε σχέση με τους προηγούμενους. Συγκεκριμένα, στην Ε.Ε. ο Δείκτης μειώθηκε κατά 0,4 μονάδες και κατά 0,1 μονάδες στην Ευρωζώνη, φθάνοντας στις 107,1 και 104,7 μονάδες αντίστοιχα.

Ωστόσο, παρά την υποχώρηση του δείκτη κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2007, εξακολουθεί να κινείται αρκετά υψηλότερα του μακροχρόνιου μέσου όρου και στις δύο ζώνες. Τόσο στην Ε.Ε, όσο και στην Ευρωζώνη, η επιδείνωση του κλίματος οφείλεται στη μείωση των προσδοκιών στον τομέα της Βιομηχανίας, του Λιανικού Εμπορίου και των Κατασκευών.

* Δείτε το πλήρες κείμενο της μελέτης, στη δεξιά στήλη ”Συνοδευτικό Υλικό”

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v