Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Εκρηκτικό μείγμα για την ελληνική οικονομία

Το κόστος της αβεβαιότητας μετρά η ελληνική οικονομία. Σε κίνδυνο οι προσδοκίες ισχυρής ανάκαμψης με τους επενδυτές να τηρούν στάση αναμονής. «Μπλέκει» το τοπίο η συζήτηση για την Ευρώπη των «πολλών ταχυτήτων».

Εκρηκτικό μείγμα για την ελληνική οικονομία

Το σκοτσέζικο ντους της Δευτέρας 6/3 ήταν αποκαλυπτικό. Λίγο αφότου ο πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, μιλούσε στο υπουργικό συμβούλιο για τη «νέα μουσική» στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, η ΕΛΣΤΑΤ αποτύπωνε με τα στοιχεία της αυτό που υπάρχει ως γενικευμένη αίσθηση στην πραγματική οικονομία: η ύφεση είναι ακόμα εδώ. Και, μάλιστα, όπως δείχνουν αρκετά συμπληρωματικά στοιχεία, οι επιπτώσεις της πολλαπλασιάζονται.

Και κάπως έτσι γεννάται το ερώτημα πόσα μπορεί να κερδίζουμε από την πλευρά της «σκληρής» διαπραγμάτευσης και πόσα, παράλληλα, μπορεί να χάνουμε από την παράταση της αβεβαιότητας και, συνακόλουθα, από την απουσία οποιουδήποτε σαφούς αναπτυξιακού σχεδίου, που να εκτελείται στην πράξη και όχι στη θεωρία…

Ασφαλώς, η απάντηση δεν μπορεί να είναι σαφής τώρα (πολύ περισσότερο που «χρωματίζεται» κομματικά…), όμως τα δεδομένα από την πραγματική οικονομία είναι αμείλικτα: το μείγμα είναι εκρηκτικό και η κοινωνία βρίσκεται στα όριά της. Και όλα αυτά σε ένα διεθνές περιβάλλον που δείχνει να μεταλλάσσεται ταχύτατα και δημιουργεί τον κίνδυνο να βρεθεί η χώρα στο περιθώριο των εξελίξεων, καταδικασμένη να είναι μια «αποικία δεύτερης κατηγορίας».

Μέσα σε λίγες ημέρες προέκυψαν αρκετές νέες ενδείξεις για αυτό που φοβόταν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι των παραγόντων της αγοράς: δηλαδή ότι μέσα σε ένα περιβάλλον που συνδυάζει παρατεταμένα υπερφορολόγηση και αβεβαιότητα, ο ιδιωτικός τομέας και η οικονομία γενικότερα δεν μπορούν και να γεμίζουν τα κρατικά ταμεία με φόρους και να συνεισφέρουν σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Τα μηνύματα που ελήφθησαν προέκυψαν:

1. Από την ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία του ΑΕΠ κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2016. Αξιοσημείωτη ύφεση, αντί για ανάπτυξη, με αποτέλεσμα ολόκληρη η περσινή χρονιά να κλείσει με στάσιμο ΑΕΠ (ή έστω οριακά μικρότερο) επαναφέροντας το συγκεκριμένο μέγεθος στα επίπεδα του 2013.

2. Από τα πρώτα μηνύματα από την εισπραξιμότητα των ασφαλιστικών εισφορών του ΕΦΚΑ, τα οποία ήταν ανησυχητικά (επίδοση χαμηλότερη σε σχέση με πέρσι), με την αγορά τώρα να περιμένει εναγωνίως τη συνέχεια για το πώς η όλη κατάσταση θα συνεχιστεί μέσα στο μήνα.

3. Τις συνεχιζόμενες ανακοινώσεις γύρω από τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας, όπου καταγράφεται δυσκολία του δείκτη ανεργίας να πέσει κάτω από το 23%, αλλά και τη ζήτηση στους περισσότερους κλάδους (σε αντίθεση με τον τουρισμό και τις εξαγωγές, που φαίνεται να συνεχίζουν σε ανοδική τροχιά).

4. Από τη συνεχιζόμενη καθυστέρηση στην προσέλκυση επενδύσεων ικανών να αναστρέψουν την πορεία της οικονομίας.

5. Τέλος, από την εμπέδωση της άποψης ότι όσο καθυστερεί η χώρα να μπει στη φάση της ανάκαμψης, τόσο πιο κοντά θα έρχεται η ανάγκη αντιμετώπισης πολύ σοβαρών και χρόνιων προβλημάτων, όπως για παράδειγμα η βιωσιμότητα της ΔΕΗ ή ο κίνδυνος για μια ακόμη επανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μέσα στο 2018.

«Το καλύτερο θα ήταν να μην είχαμε ούτε υπερφορολόγηση ούτε αβεβαιότητα, αλλά επειδή το πρώτο δεν φαίνεται πως μπορεί να αλλάξει βραχυμεσοπρόθεσμα, τουλάχιστον ας διορθωθεί το δεύτερο», δήλωσε οικονομικός διευθυντής εισηγμένης εταιρείας, συμπληρώνοντας: «Αν ήδη η τετράμηνη-πεντάμηνη παράταση της δεύτερης αξιολόγησης μας κοστίσει κάπου στα 4 δισ. ευρώ σε ΑΕΠ, τι νόημα έχει να καθυστερούμε περαιτέρω επιχειρώντας μήπως και καταφέρουμε να περιορίσουμε τα μέτρα των 4 δισ. ευρώ που μας ζητάνε να λάβουμε;».

Νέες προκλήσεις

Η ουσία είναι ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να βαδίζει σε διαφορετική πορεία απ’ ό,τι ο υπόλοιπος κόσμος. Έτσι, το 2016 ήταν για ακόμη μια χρονιά η μόνη χώρα της ευρωζώνης με αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης. Επίσης, με δεδομένο ότι η ευρωζώνη αναμένει φέτος ένα μέσο ρυθμό ανάπτυξης γύρω στο 1,5%-2% (η μέχρι πρότινος ενταγμένη σε μνημόνιο Κύπρος αναμένει επίδοση μεταξύ 2,5% και 3%), η Ελλάδα φαίνεται πως θα υποαποδώσει για ακόμη μια φορά, καθώς οι περισσότερες προβλέψεις κατεβάζουν τον πήχη γύρω στο 1%, παρά τις προβλέψεις της Κομισιόν για 2,7%. Και, τέλος, όλα αυτά συμβαίνουν την ώρα που το αμερικανικό χρηματιστήριο ανεβαίνει ολοένα και ψηλότερα, ενόψει και των προσδοκιών της διεθνούς οικονομικής κοινότητας για το μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα του Ντόναλντ Τραμπ.

Επίσης, μέσα στην εβδομάδα που πέρασε, έγιναν οι πρώτες συζητήσεις μεταξύ τεσσάρων αρχηγών κρατών (Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και Ισπανίας) με στόχο τη διερεύνηση του ενδεχομένου δημιουργίας ενός πιο στενού «ευρωπαϊκού κύκλου» ή αλλιώς της δημιουργίας μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης πολλών ταχυτήτων. Μια συζήτηση που συνεχίστηκε και στη Σύνοδο Κορυφής το τελευταίο διήμερο.

Όσο κι αν αυτές οι συζητήσεις έχουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα, δείχνουν μια τάση για το πώς περίπου πρόκειται να εξελιχθούν τα πράγματα στο απώτερο μέλλον. Πολύ πιθανόν, οι ισχυρισμοί για «διάλυση της Ευρωζώνης» να μην επιβεβαιωθούν ποτέ, ωστόσο όλα δείχνουν πως ορισμένες οικονομίες -οι πιο ισχυρές- θα επιδιώξουν να ενωθούν περισσότερο, αφήνοντας κάποιες άλλες σε μια κάπως χαλαρότερη σχέση με αυτές.

Το Χ.Α. σε μεταίχμιο

Σ’ αυτό το περιβάλλον, τα yields των ελληνικών κρατικών ομολόγων διατηρούνται πάνω από το 7% και ο Γενικός Δείκτης κυμαίνεται εδώ και καιρό γύρω από τις 650 μονάδες, επηρεαζόμενος κάθε φορά από το πώς κινούνται οι συζητήσεις των «τεχνικών κλιμακίων» στο Hilton ή από τα υπονοούμενα των δηλώσεων κάποιων Ελλήνων ή ξένων αξιωματούχων. Ειδικότερα, η ελληνική αγορά μετοχών μπορεί να χωριστεί σε τρεις μεγάλες κατηγορίες:

1. Στις τράπεζες, που συνεχίζουν να χαρακτηρίζονται από έντονη μεταβλητότητα και συνιστώνται στους πλέον επιθετικούς επενδυτές (πολύ υψηλή προσδοκώμενη απόδοση, ανάλογα υψηλός κίνδυνος), όπου αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι πιο αργή σε σχέση με τους αρχικούς στόχους και το νόμο περί εξωδικαστικού συμβιβασμού να μην αναμένεται να τρέξει ουσιαστικά τους αμέσους επόμενους μήνες.

2. Τα μη τραπεζικά blue chips και ορισμένες ισχυρές εταιρείες της μεσαίας κεφαλαιοποίησης, οι οποίες όμως διαπραγματεύονται σε επίπεδα αποτιμήσεων Γενικού Δείκτη από 1.500 έως και 5.000 μονάδες, καθώς έχουν καταγράψει πολύ σημαντικά κέρδη κατά την τελευταία πενταετία.

Οι μετοχές αυτές κρίνονται από πολλούς υπερτιμημένες ή, αλλιώς, οι αποτιμήσεις τους θεωρούνται «απαιτητικές», καθώς εξετάζονται μεγέθη όπως ο δείκτης P/E ή το πόσο πολύ έχουν ανεβεί κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο. Σύμφωνα με τον αντίλογο, όμως, πρόκειται για εταιρείες πολύ πιο μειωμένου κινδύνου σε σύγκριση με τον μέσο όρο των ελληνικών μετοχών και επίσης προσφέρουν μερισματικές αποδόσεις πολύ ανώτερες από το ύψος των τραπεζικών επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις (τα επιτόκια αναμένεται να παραμείνουν σε τόσο χαμηλά επίπεδα για αρκετά χρόνια, αν φυσικά η χώρα καταφέρει να παραμείνει μακροπρόθεσμα στην ευρωζώνη).

3. Το υπόλοιπο ταμπλό, το οποίο χαρακτηρίζεται από την αναιμική εμπορευσιμότητα. Με την αξία των συναλλαγών στο Χ.Α. να κυμαίνεται φέτος σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα και με το 95%-97% αυτών των συναλλαγών να περιορίζεται στις 25 μετοχές του δείκτη FTSE-Large Cap, γίνεται φανερό πως στους συγκεκριμένους τίτλους οι όγκοι συναλλαγών είναι από αναιμικοί έως… ανύπαρκτοι. 

Τέλος, η επικείμενη ομολογιακή έκδοση του ΟΠΑΠ αναμένεται να δώσει νέα ώθηση στην εγχώρια αγορά των εταιρικών ομολόγων (έχουν προηγηθεί αυτές των MLS και Housemarket), με αποτέλεσμα το Χρηματιστήριο της Αθήνας να μπορεί να προσφέρει και επιπρόσθετες επιλογές στους Έλληνες επενδυτές, που διαθέτουν είτε «παλαιό» είτε και «νέο χρήμα».

 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο