Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΕΤΕ: Στο 33% η ανεργία στον ιδιωτικό τομέα

Οι τιμές θα υποχωρήσουν κατά 5% την επόμενη διετία εκτιμά έρευνα της ΕΤΕ. Διαπιστώνει ότι οι μισθοί έχουν υποχωρήσει 22% και έρχεται νέα πτώση 6% το 2013. Στο 33% η ανεργία στον ιδιωτικό τομέα.

ΕΤΕ: Στο 33% η ανεργία στον ιδιωτικό τομέα
Η Ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει μια πρωτόγνωρη πρόκληση ταχείας δημοσιονομικής προσαρμογής με παράλληλη ανάκτηση των συσσωρευμένων απωλειών ανταγωνιστικότητας της τελευταίας δεκαετίας μέσα από ένα ευρύτερο πλέγμα διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην οικονομία σημειώνει η Εθνική Τράπεζα σε ανάλυσή της.

Η υψηλή αβεβαιότητα σε συνδυασμό με την εξαιρετικά εμπροσθοβαρή στρατηγική δημοσιονομικών μέτρων (που αντιστοιχούν σε 7% του ΑΕΠ το 2010, 6,3% το 2011, 6,1% το 2012) δημιούργησαν ένα έντονα υφεσιακό μείγμα που αντανακλάται στη σωρευτική μείωση του ΑΕΠ που θα υπερβεί το 21% έως το τέλος του 2012 (-2,9% το 2009, -4,8% το 2010, -7,1% το 2011 και -6,7% το 2012).


Η αγορά εργασίας

Η προσαρμογή της αγοράς εργασίας μετά από μια σχετικά ήπια εκκίνηση το 2010 ήταν εξαιρετικά βίαιη το 2011 και το 2012. Συνολικά μέσα σε μια τριετία, το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε κατά 16 περίπου ποσοστιαίες μονάδες, με τις συνολικές απώλειες θέσεων εργασίας να υπερβαίνουν τις 750 χιλιάδες, ήτοι περισσότερο από το 17% του εργατικού δυναμικού, προερχόμενες ως επί το πλείστον από τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Και στην περίπτωση της αγοράς εργασίας η προσαρμογή ξεκίνησε ήπια -με την απασχόληση να μειώνεται -2,7% κατά μέσο όρο, το 2010- και εν συνεχεία επιταχύνθηκε σημαντικά με την απασχόληση να συρρικνώνεται κατά -6,8% και -8,1%, το 2011 και το 1ο εξάμηνο του 2012 αντιστοίχως (μ.ο. περιόδου).

Λαμβάνοντας υπόψη το σχετικά χαμηλό επίπεδο ανεργίας στους αυτοαπασχολούμενους (που αναπροσαρμόζουν σε σημαντικό βαθμό τις ώρες απασχόλησής τους στην τρέχουσα ζήτηση) και το σχεδόν ανύπαρκτο επίπεδο ανεργίας στον δημόσιο τομέα, το τεκμαρτό επίπεδο ανεργίας στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα ανέρχεται σε 33%.

Είναι αξιοσημείωτο, σημειώνει η έκθεση, ότι η συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά περίπου 17,5% σε σταθερές τιμές μεταξύ 2009 και 1ου εξαμήνου 2012 οδήγησε σε σωρευτική μείωση της απασχόλησης κατά 17% περίπου, μια εξαιρετικά υψηλή συσχέτιση σχεδόν 1 προς 1 (συγκριτικά με έναν ιστορικό μέσο όρο της τάξης του 0.5) που αντανακλά και επώδυνες διαθρωτικές ανακατατάξεις στην ελληνική αγορά εργασίας.


Πτώση 22% στους μισθούς - Ερχεται νέα υποχώρηση 6% το 2013

Η ΕΤΕ υπολογίζει ότι η μείωση των μισθών θα υπερβεί σωρευτικά το 22% από το 2010 έως τα τέλη του 2012, με την μεγαλύτερη μείωση να γίνεται το 2012 (-13%, σε ετήσια βάση) σε σχέση με -4,7% το 2011 και -5,3% το 2010), ενώ θα μειωθούν περαιτέρω κατά σχεδόν 6% περίπου το 2013. Η εξέλιξη αυτή ισοδυναμεί με πλήρη αναστροφή της υπερβάλλουσας αύξησης του κόστους εργασίας τη δεκαετία που ακολούθησε την είσοδο μας στην ΟΝΕ – βοηθώντας ουσιαστικά την εσωτερική υποτίμηση.

Όπως σημειώνει, αναμφισβήτητα, η σημαντική μείωση της παραγωγικότητας εξαιτίας της βαθιάς ύφεσης οδήγησε σε βραδύτερη, ωστόσο σημαντική, μείωση του ονομαστικού μοναδιαίου κόστους εργασίας -ο δείκτης που αντανακλά το μισθολογικό κόστος ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος ώστε να αποτυπώσει την επίπτωση στην ανταγωνιστικότητα.

Η οριακή ανάκαμψη της παραγωγικότητας κατά το 2012 σε συνδυασμό με την συνεχιζόμενη μείωση των μισθών έχουν επιταχύνει τη συρρίκνωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας με αποτέλεσμα ο τιθέμενος από το Πρόγραμμα στόχος βελτίωσης του μοναδιαίου κόστους εργασίας κατά 15% την περίοδο 2012-15 εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί δύο χρόνια νωρίτερα, δηλαδή το 2013.


Ακαμψία στις τιμές

Ωστόσο, σημειώνει η ΕΤΕ, σε αντίθεση με την ταχεία προσαρμογή στο κόστος εργασίας οι τιμές καταναλωτή επέδειξαν αξιοσημείωτη ακαμψία εμφανίζοντας ακόμη και ανοδικές τάσεις, και μόνο το 2012 άρχισαν να εμφανίζονται κάποιες πρώτες ενδείξεις σταθεροποίησης και μείωσης των τιμών οι οποίες ήταν πιο εμφανείς σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας, ειδικά σε τομείς υπηρεσιών.

Σε μακροοικονομικό επίπεδο, οι βασικότεροι λόγοι που συντήρησαν τις πληθωριστικές πιέσεις κατά τη διάρκεια της τελευταίας τριετίας, σχετίζονται κυρίως με την επίδραση των αυξήσεων του ΦΠΑ και των φόρων κατανάλωσης, την αύξηση των τιμών ενέργειας και την ανοδική πορεία των τιμών των εισαγόμενων καταναλωτικών αγαθών και πρώτων υλών.

Αναφορικά με τους πιο διαρθρωτικούς παράγοντες που επιδρούν στις τιμές καταναλωτή εκτιμάται ότι είναι ιδιαίτερα σημαντική, ειδικά στην τρέχουσα συγκυρία, η πληθωριστική επίδραση που ασκούν οι τιμές των εισαγόμενων αγαθών (εκτός ενέργειας).

Κατά συνέπεια, οι τιμές καταναλωτή εκτιμάται ότι θα μειωθούν σωρευτικά κατά σχεδόν 5% την επόμενη διετία (παρά την νέα πληθωριστική επίδραση από την αύξηση της φορολογίας στο πετρέλαιο θέρμανσης και τις αναμενόμενες αυξήσεις στις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος που θα προσθέσουν περίπου 0,6% ετησίως στο μέσο επίπεδο πληθωρισμού της περιόδου 2013-14).

Λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά την ίδια περίοδο η αναμενόμενη συνολική αύξηση των τιμών στην ΕΕ θα διαμορφωθεί στο 4,5% περίπου η συνολική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας σε όρους τιμών θα υπερβεί πιθανότατα το 10% τη διετία 2013-14, επιτρέποντας στην ελληνική οικονομία να ανακτήσει σχεδόν εξολοκλήρου τις απώλειες της προηγούμενης δεκαετίας.


Υφεση 4,7% του ΑΕΠ το 2013

Εκτιμάται ότι η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας θα κυμανθεί στο -6,7% το 2012 και στο -4,7% το 2013. Συγκεκριμένα, η μείωση του ΑΕΠ κατά το 2013 αντανακλά κυρίως την ισχυρή αρνητική επίδραση από τη σωρευτική συρρίκνωση του ΑΕΠ έως τα τέλη του 2012 που μεταφέρεται στον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του 2013, (δημιουργώντας υφεσιακή επίδραση της τάξης του -3,0% περίπου σε ετήσια βάση) και την εφαρμογή ενός αξιόπιστου αλλά έντονα υφεσιακού μείγματος δημοσιονομικής προσαρμογής βασισμένο σε νέα μέτρα που αντιστοιχούν σε 5,2% του ΑΕΠ.

Τα δημοσιονομικά μέτρα βάσει του χρονισμού εφαρμογής τους και της διάρθρωσής τους (κυρίως περικοπές δαπανών), συνεπάγονται ένα υφεσιακό αποτέλεσμα της τάξης του -3,7% περίπου βάσει ενός εκτιμώμενου δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή (δαπανών και εσόδων) της τάξης της μονάδας, σημαντικά αυξημένου εξαιτίας της παρατεταμένης ύφεσης.

Οι άμεσες και έμμεσες επιδράσεις από την αναμενόμενη εκταμίευση της επόμενης δόσης του οικονομικού προγράμματος θα είναι σημαντικές τόσο σε όρους μείωσης αβεβαιότητας και βελτίωσης του οικονομικού κλίματος αλλά και μέσω βελτίωσης των συνθηκών ρευστότητας στην οικονομία.

Συγκεκριμένα, η αναμενόμενη αποπληρωμή άνω των €4 δισ. συσσωρευμένων ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, η πιθανή αποδέσμευση περίπου 5 δισ., μέσω περιορισμού του μέσου επιπέδου των εκδόσεων εντόκων γραμματίων (που θα ισοδυναμούσαν σε σχεδόν αντίστοιχη αύξηση της αξιοποιήσιμης ρευστότητας από το τραπεζικό σύστημα), σε συνδυασμό με τις αυξημένες ροές κεφαλαίων από την ΕΕ και την επιστροφή καταθέσεων προς το τραπεζικό σύστημα λόγω μειωμένης αβεβαιότητας, θα μπορούσαν να μετριάσουν τις υφεσιακές πιέσεις στην οικονομία.

Οι παραπάνω θετικές επιδράσεις εκτιμάται ότι θα μειώσουν την ύφεση το 2013 κατά 2 περίπου ποσοστιαίες μονάδες συγκριτικά με το επίπεδο που θα διαμορφωνόταν βάσει της υφεσιακής δυναμικής από το 2012 και των νέων δημοσιονομικών μέτρων για το 2013. Ως εκ τούτου, εκτιμάται ότι η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας (σε σταθερές τιμές) θα διαμορφωθεί στο -6,7% το 2012 και στο -4,7% για το 2013.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο