Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η ανεξέλεγκτη διασπορά διατηρεί την μετάλλαξη Δέλτα στην κοινότητα

Η απότομη μετάβαση στην Όμικρον στην παρούσα συγκυρία εγκυμονεί κινδύνους, δηλώνει o αν. καθηγητής του ΑΠΘ, Χρ. Δόβας. Γιατί δεν είναι βέβαιο ότι οι νέες μεταλλάξεις θα είναι λιγότερο παθογόνες. Τι δείχνει η ανάλυση των λυμάτων.

Η ανεξέλεγκτη διασπορά διατηρεί την μετάλλαξη Δέλτα στην κοινότητα
  • του ανταποκριτή μας στη Θεσσαλονίκη Βασίλη Ιγνατιάδη

Η κυριαρχία της Όμικρον στην κοινότητα επιβεβαιώνεται από τις μετρήσεις στα λύματα της Θεσσαλονίκης, με το υπερ-μεταδοτικό στέλεχος να αντιπροσωπεύει σήμερα το 90% του ιικού φορτίου SARS-CoV-2. Το υπόλοιπο 10% αφορά το λιγότερο μεταδοτικό, αλλά περισσότερο παθογόνο Δέλτα, το οποίο φαίνεται να επιμένει, παρά την τάση αργής υποχώρησης.

Μιλώντας στο iatronet.gr, ο αναπληρωτής καθηγητής Μοριακής Μικροβιολογίας και μέλος της διεπιστημονικής Ομάδας Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ, Χρυσόστομος Δόβας, εκτιμά πως η πλήρης αποδρομή της Δέλτα θα συμβεί στο μέλλον, αλλά όχι άμεσα, ενώ επισημαίνει πως η απότομη μετάβαση στην Όμικρον στην παρούσα χρονική περίοδο εγκυμονεί κινδύνους.

«Επειδή η ανοσία της κοινότητας λόγω της έκθεσης στο στέλεχος Όμικρον είναι ακόμη μικρή, τα δεδομένα από τα λύματα έδειξαν ότι όταν η κινητικότητα είναι μεγάλη δεν αυξάνει μόνο το Όμικρον αλλά και το πολύ παθογόνο Δέλτα», υπογραμμίζει.

Με βάση τη μέτρηση των λυμάτων στις 11/1, το ιικό φορτίο του Δέλτα στη Θεσσαλονίκη έχει μειωθεί στο μισό σε σχέση με τις 19/12 όταν ανιχνεύθηκε το Όμικρον για πρώτη φορά. «Η διασπορά του στελέχους Δέλτα από την ημερομηνία ανάδυσής του Όμικρον και μετά παρουσιάζει αυξομειώσεις, όμως ως γενική τάση βαίνει μειούμενη με αργούς ρυθμούς με βάση τις καταγραφές στα λύματα από τις 3/1 και μετά.

Αυτό είναι ενθαρρυντικό, παρόλα αυτά η σχετική επιβάρυνση στο σύστημα υγείας παραμένει ακόμη σημαντική και θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί σε εκτιμήσεις για σύντομη αποδρομή του Δέλτα», αναφέρει ο καθηγητής, προσθέτοντας, πάντως, πως υπάρχει βάσιμη αισιοδοξία ότι αυτό θα συμβεί στο μέλλον, μέσω της ανοσίας από τη μόλυνση με Όμικρον. «Υπάρχουν επιστημονικές αναφορές που εκτιμούν ότι η μόλυνση από Όμικρον μπορεί να προστατεύει στην μόλυνση από το Δέλτα και στον βαθμό που αυτό ισχύει, σε συνδυασμό με τα μέτρα περιορισμού και τις τάσεις που βλέπουμε μας κάνουν αισιόδοξους για την αποδρομή του Δέλτα στην κοινότητα στο μέλλον».

Ο ίδιος εξηγεί πως ο «ανταγωνισμός» του στελέχους Όμικρον με το Δέλτα είναι διαφορετικός από αυτόν του Δέλτα με το Άλφα, που οδήγησε στην εξαφάνιση του τελευταίου το περασμένο καλοκαίρι. «Όταν αναδύθηκε το Δέλτα, το Άλφα βρισκόταν ήδη σε πολύ μεγάλη ύφεση εξαιτίας της ανοσίας λόγω εμβολίων και φυσικής νόσησης στον πληθυσμό.  Η Δέλτα κυριάρχησε εύκολα στη συνέχεια λόγω της αυξημένης μεταδοτικότητας αλλά και της ανοσοδιαφυγής της σε ένα ποσοστό. Δεν είχε κανέναν ισχυρό ανταγωνισμό. Αυτό δεν συμβαίνει τώρα καθώς όταν εντοπίσαμε το Όμικρον στις 19/12, το φορτίο του Δέλτα είχε μειωθεί μόνο στο 38% σε σχέση με την κορύφωση του προηγούμενου κύματος στις 25/11», αναφέρει.

Επισφαλές να μιλήσουμε για κορύφωση

Η καμπύλη της διασποράς κορωνοϊού στη Θεσσαλονίκη τον τελευταίο μήνα, όπως αποτυπώθηκε στις αναλύσεις του ιικού φορτίου στα λύματα της πόλης, παρουσιάζει εικόνα «ασανσέρ», με σημαντικές αυξομειώσεις πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τις γιορτές, αλλά και στην ενδιάμεση εβδομάδα μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς.  Το διάγραμμα που ανακοίνωσε την Πέμπτη η Ομάδα Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ καταγράφει την εξέλιξη, του συνολικού ιικού φορτίου, καθώς και των δύο παραλλαγών.

Οι μετρήσεις κατέδειξαν μια πολύ μεγάλη αύξηση της διασποράς και των δύο στελεχών, Όμικρον και Δέλτα, μετά τις 15 Δεκεμβρίου και αρχικά μέχρι το χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Στο διάστημα αυτό εντοπίσθηκε και η πιο εντυπωσιακή αύξηση της συχνότητας του Όμικρον σε σχέση με το Δέλτα από το 3,5 στο 71%. Αυτό πιθανά συνέβη λόγω της ανοσοδιαφυγής του Όμικρον, καθώς και γιατί η αρχική αυτή διασπορά αφορούσε νεαρής ηλικίας άτομα με μεγάλη κινητικότητα.

Ο εκρηκτικός ρυθμός αύξησης της διασποράς μειώθηκε σημαντικά στο μεσοδιάστημα μεταξύ Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς (26 με 31 Δεκεμβρίου), γεγονός που αποδίδεται στην αυτοσυγκράτηση ενός μεγάλου μέρους των πολιτών, για να επανέλθει σε πολύ υψηλό επίπεδο την Πρωτοχρονιά και να παρουσιάσει νέα ύφεση στο διάστημα 2 με 9 Ιανουαρίου. Στο πρόσφατο αυτό διάστημα υπάρχει εικόνα σταθεροποίησης, η οποία ωστόσο δεν μπορεί ακόμη να ερμηνευτεί ως κορύφωση του κύματος της Όμικρον στην πόλη, όπως αναφέρει ο κ.Δόβας.

«Οι καταγραφές που έχουμε από τις 7/1 και μετά στα λύματα αλλά και στα κρούσματα, αφορούν στη διασπορά που συνέβη κατά την εβδομάδα μετά την Πρωτοχρονιά. Καθώς η κινητικότητα ήταν σημαντικά μειωμένη κατά το διάστημα αυτό, είναι λογικό να παρατηρείται μια σταθεροποίηση στη διασπορά του ιού στην κοινότητα σε υψηλά όμως επίπεδα. Είναι επισφαλές να ερμηνευθεί αυτή η σταθεροποίηση ως κορύφωση, καθώς η πλειονότητα των Θεσσαλονικέων δεν έχει ακόμη εκτεθεί στο στέλεχος Όμικρον», επισημαίνει.

Το διακύβευμα από δω και πέρα, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι αν μετά τις 10 Ιανουαρίου, με το άνοιγμα των σχολείων και την επιστροφή των φοιτητών παρατηρηθεί εκτεταμένη και ταχεία διασπορά σε άλλες κοινωνικές ομάδες και στους ηλικιωμένους, καθώς έχουμε πλέον πολλούς ενεργούς φορείς. Αυτό θα φανεί στις επόμενες μετρήσεις και θα κρίνει και το βαθμό πίεσης στο σύστημα υγείας. «Επειδή η συμπεριφορά των πολιτών δεν μπορεί να προβλεφθεί, είναι επισφαλές να κάνουμε εκτιμήσεις για το πότε θα έχουμε κορύφωση του επιδημικού κύματος στην πόλη. Η εξέλιξη και οι επιπτώσεις του επιδημικού αυτού κύματος στην πόλη, εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα μέτρα αυτοπροστασίας των συμπολιτών μας και την επαφή τους με τις ευπαθείς ομάδες», σημειώνει.

Πώς η Ομικρον οδηγεί στην ενδημικότητα

Ο κ. Δόβας χαρακτηρίζει ως απλουστευμένη την άποψη που διατυπώνεται ότι ο συγκεκριμένος ιός εξελίσσεται αιτιοκρατικά σε λιγότερο παθογόνο γιατί η νόσηση μειώνει την πιθανότητα διασποράς του. Στην περίπτωση της COVID, εξηγεί, σημαντικός αριθμός ατόμων που μεταδίδουν το ιό είναι ασυμπτωματικά, ενώ σε όσους παρουσιάζουν συμπτώματα η μετάδοση του SARS-CoV-2 σε άλλα άτομα συμβαίνει νωρίς όταν ο ιός αρχικά πολλαπλασιάζεται στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα του μολυνθέντος. Επιπλέον, η βαριά νόσηση, όταν συμβαίνει, έρχεται αργότερα όταν έχουμε σοβαρή προσβολή στο κατώτερο αναπνευστικό σύστημα, έχοντας ήδη προηγηθεί η διασπορά στην κοινότητα. Δεν υπάρχει λοιπόν σημαντική εξελικτική πίεση για να γίνει ο SARS-CoV-2 λιγότερο παθογόνος, εφόσον είναι ήδη εξασφαλισμένη η ευχερής διάδοσή του. Η περίπτωση ανάδυσης του στελέχους Δέλτα που είναι πιο παθογόνο από τα προηγούμενα, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Με βάση τα παραπάνω και την εξελικτική θεωρία σε αντίστοιχους ιούς, η ανάδυση νέων στελεχών λιγότερο παθογόνων αναμέναμε να είναι πιθανότατα αποτέλεσμα τυχαίας γενετικής παρέκκλισης και η επικράτηση τους είναι πιθανή μόνο σε συνθήκες χαμηλής κυκλοφορίας  του ιού δηλαδή αφού γίνει ενδημικός.  

Στην περίπτωση του στελέχους Όμικρον, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά. «Είχαμε μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη που δείχνει ότι ο ιός έχει, ευτυχώς, φυσικούς περιορισμούς σε ότι αφορά την ταυτόχρονη προσαρμογή του στα συστήματα του οργανισμού. Οι μέχρι τώρα έρευνες δείχνουν ότι μέρος της αυξημένης μεταδοτικότητας του οφείλεται στην προσαρμογή του στο ανώτερο αναπνευστικό σύστημα που συνδυάζεται όμως αναγκαστικά με μικρότερη προσαρμογή στο κατώτερο αναπνευστικό. Αυτά είναι καλά νέα γιατί δείχνουν ότι υπάρχει αντίστροφή σχέση της μεταδοτικότητας με την βαριά νόσηση και μας δίνουν ελπίδες ότι οδεύουμε σε μια περίοδο όπου ο ιός θα γίνει ενδημικός πιο σύντομα από ότι περιμέναμε. Μέχρι όμως να συμβεί αυτό θα προηγηθεί μια περίοδος με μεγάλες αβεβαιότητες και γι αυτό καλούμαστε όλοι, κοινωνία και πολιτεία, να επιδείξουμε κοινωνική υπευθυνότητα», επισημαίνει.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v