Tη δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να εισέλθει σε τροχιά ανάκαμψης από το 2014 επισημαίνουν παράγοντες της οικονομίας, κάτω υπό δύο προϋποθέσεις:
Πρώτον, αν η κυβέρνηση προχωρήσει σε όλες εκείνες τις κινήσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, έτσι ώστε να μειωθεί η επικρατούσα οικονομική αβεβαιότητα σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Και δεύτερον, αν η κυβέρνηση, οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις εντείνουν τις δραστηριότητές τους προκειμένου να προσελκυστεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα ρευστότητα από επενδυτές του εξωτερικού.
Όλα αυτά, βέβαια, θα έχουν και άμεσο χρηματιστηριακό αντίκτυπο, καθώς το επενδυτικό κοινό βρίσκεται σε εγρήγορση και φαίνεται να αντιδρά έντονα σε κάθε θετική ή αρνητική εξέλιξη γύρω από την πορεία της οικονομίας.
Το σύνολο πλέον της αγοράς αναγνωρίζει πως σήμερα -για πρώτη φορά μετά την έναρξη της οικονομικής κρίσης- υπάρχουν ουσιαστικές δυνατότητες προκειμένου η ελληνική οικονομία να σταθεροποιηθεί αρχικά και να αρχίσει να ανακάμπτει στη συνέχεια.
Οι αυξημένες δημόσιες επενδύσεις, η επανεκκίνηση των μεγάλων οδικών αυτοχρηματοδοτούμενων αξόνων, αλλά και οι καλύτερες επιδόσεις στον τουρισμό και στην αγροτική οικονομία μπορούν να αποτελέσουν ανάχωμα στο βάθεμα της κρίσης.
Παράλληλα, σε περίπτωση που καταφέρουμε να αξιοποιήσουμε δημιουργικά το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών να τοποθετηθούν στην Ελλάδα, τότε όχι μόνο θα δημιουργήσουμε νέες θέσεις εργασίας, αλλά θα αμβλύνουμε σημαντικά και το πρόβλημα της ρευστότητας.
«Οι ξένοι είναι σήμερα πολύ πιο πρόθυμοι να επενδύσουν στην Ελλάδα σε σύγκριση με το προηγούμενο εξάμηνο», δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του Χρηματιστηρίου της Αθήνας, Σωκράτης Λαζαρίδης, συμπληρώνοντας πως ρόλο σε αυτή τη διαδικασία θα μπορούσε να παίξει και το Χ.Α., είτε μέσω των ιδιωτικοποιήσεων είτε μέσα από την ουσιαστική ενεργοποίηση των νέων επενδυτικών εργαλείων, όπως οι Εταιρείες Κεφαλαίων Επιχειρηματικών Συμμετοχών και τα Αμοιβαία Κεφάλαια Επιχειρηματικών Συμμετοχών (πρόκειται για funds που επιδιώκεται να αντλήσουν κεφάλαια προκειμένου να αγοράσουν μετοχές ή και να δανείσουν ελληνικές επιχειρήσεις, εισηγμένες ή μη).
Τη διάθεση ξένων επενδυτών να τοποθετηθούν στην Ελλάδα διαπιστώνουν τόσο το ελληνικό Δημόσιο, που βλέπει αυξημένο ενδιαφέρον σε σχέση με το παρελθόν για τις επιδιωκόμενες ιδιωτικοποιήσεις, όσο και οι τράπεζες, οι οποίες έχουν διαμηνύσει στις υπερχρεωμένες εταιρείες πως δεν πρόκειται να δώσουν φρέσκο χρήμα, αν προηγουμένως και οι μέτοχοι (παλαιοί ή νέοι) δεν βάλουν και αυτοί βαθιά το χέρι στην τσέπη...
Το ευχάριστο μάλιστα είναι ότι με την πάροδο του χρόνου, οι ξένοι επενδυτές που έρχονται στην Ελλάδα είναι ολοένα και πιο... σοβαροί. Σύμφωνα με γνωστό παράγοντα της αγοράς, «Μέχρι και πριν από κάποιους μήνες έρχονταν κυρίως ευκαιριακοί επενδυτές, οι οποίοι πόνταραν στα μεγάλα κουρέματα δανείων που ζητούσαν από τις τράπεζες. Οι τράπεζες δεν ενέδωσαν σε τέτοια αιτήματα, κρατώντας σκληρή στάση, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι επενδυτές που σήμερα χτυπούν τις πόρτες των ελληνικών εταιρειών να δείχνουν πολύ πιο υπεύθυνη διάθεση».
Καταλυτικός παράγοντας για την προσέλκυση σημαντικών επενδυτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό, θεωρείται η άμβλυνση της αβεβαιότητας που εξακολουθεί να επικρατεί γύρω από την ελληνική οικονομία. Το σενάριο μάλιστα που θα επιθυμούσε η αγορά είναι:
* Συμφωνία με την τρόικα μέσα στο Δεκέμβριο για τα μέτρα του 2014, με τους Ευρωπαίους να μην επιμείνουν σε μέτρα που θα έχουν μικρό δημοσιονομικό όφελος, αλλά θα προκαλέσουν μεγάλες τριβές και οξύνσεις στο πολιτικό και οικονομικό πεδίο της χώρας. «Το σίριαλ με τους υπαλλήλους στο Δημόσιο έχει φέρει εδώ και μήνες μεγάλη αναστάτωση στην οικονομία, χωρίς ουσιαστικά να έχει οδηγήσει σε αξιοσημείωτο δημοσιονομικό μέγεθος», αναφέρεται χαρακτηριστικά από στέλεχος της αγοράς.
* Ικανοποιητικό πρωτογενές πλεόνασμα μέσα στο 2013, συζήτηση του θέματος της ρύθμισης του ελληνικού χρέους μέσα στον Απρίλιο (όπως δεσμεύθηκε πρόσφατα η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ) και ευνοϊκή επίλυση του θέματος πριν από την διεξαγωγή των εκλογών για το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο.
Σταματήστε την αβεβαιότητα
Ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Fourlis, Αναστάσιος Πεταλάς, θεώρησε ακραία την τόσο μεγάλη υποχώρηση της ζήτησης για τα προϊόντα οικιακού εξοπλισμού (και γενικότερα για τα διαρκή καταναλωτικά προϊόντα στην Ελλάδα, ακόμη και αν κάποιος συνεκτιμήσει πόσο πολύ υποχώρησαν τα εισοδήματα των νοικοκυριών λόγω της κρίσης).
Σύμφωνα με το υψηλόβαθμο στέλεχος του εισηγμένου ομίλου, η αγορά του οικιακού εξοπλισμού στις χώρες του εξωτερικού αντιστοιχεί γύρω στο 1%, ενώ στην Ελλάδα του 2012 μόλις στο 0,4%, αποδίδοντας αυτή την έντονη αναντιστοιχία στην έλλειψη εμπιστοσύνης που έχει ο πολίτης για το μέλλον της οικονομίας και στο κλίμα της μεγάλης αβεβαιότητας που επικρατεί.
Με άλλα λόγια, ο κ. Πεταλάς συμφωνεί με τη θέση πολλών άλλων παραγόντων της αγοράς, σύμφωνα με τους οποίους η ζήτηση στην πραγματική οικονομία θα μπορούσε να τονωθεί σημαντικά, ακόμη και χωρίς αξιοσημείωτη μεταβολή στο ΑΕΠ της χώρας. Αρκεί η αβεβαιότητα να υποχωρήσει και αρκεί να σταματήσουν όλες αυτές οι συζητήσεις γύρω από το αν η χώρα θα βγει από το ευρώ, για το αν και πότε θα πάρει τη δανειακή δόση, για το αν και πότε θα έρθει ή θα φύγει η τρόικα. Και αυτό, γιατί το κλίμα της έντονης αβεβαιότητας περιορίζει τις αγορές ακόμη και εκείνων που έχουν τη εισοδηματική δυνατότητα να καταναλώσουν!
Οι αναλυτές από την πλευρά τους επισημαίνουν την ανάγκη σταθεροποίησης της κατανάλωσης, προκειμένου να έρθει η οικονομική ανάκαμψη στη χώρα μας. Χαρακτηριστική είναι η θέση του κ. Ηλία Λεκκού, Group Chief Economist του ομίλου Πειραιώς: «Από το τέταρτο τρίμηνο του 2012 και τις αρχές του 2013 έχουμε περάσει σε μια περίοδο συνεχούς ανάσχεσης της υφεσιακής πορείας της οικονομίας. Ταυτόχρονα και η αρνητική επίδραση της περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής βαίνει μειούμενη.
Η μεταβολή αυτή αντικατοπτρίζεται και στη βελτίωση των οικονομικών προσδοκιών, αλλά και στις μετοχικές και ομολογιακές αξίες. Το επόμενο βήμα προς την επάνοδο στην ανάπτυξη θα πρέπει να έλθει από τη σταθεροποίηση των μη κυκλικών στοιχείων του ΑΕΠ και κυρίως της κατανάλωσης, η οποία -έως τώρα- αδυνατεί να δείξει κάποια σημάδια βελτίωσης».
Στην ανάγκη εμπέδωσης ενός κλίματος ομαλότητας στην πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας, έχει αναφερθεί και η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Alpha Bank, σύμφωνα με την οποία η ελληνική οικονομία αν και έχει τις προϋποθέσεις ανάκαμψης από το 2014 και μετά, παρουσιάζει αγκάθια στην όλη διαδικασία μια σειρά εξελίξεων που επιβαρύνουν το οικονομικό κλίμα, αλλά και ορισμένες κυβερνητικές επιλογές.
Ενδεικτικό είναι το απόσπασμα από πρόσφατο δελτίο της τράπεζας που αναφέρει: «Ενώ οι οικονομικές εξελίξεις εξακολουθούν να σηματοδοτούν την επερχόμενη ανάκαμψη στην ελληνική οικονομία, συνεχίζονται οι χωρίς τελειωμό διαπραγματεύσεις με την τρόικα, με την κοινή γνώμη να βομβαρδίζεται με ήξεις αφήξεις και το οικονομικό κλίμα να τορπιλίζεται από την παρατεταμένη αβεβαιότητα.
Η κινητικότητα στο δημόσιο έχει αναδειχθεί σε ανατολικό ζήτημα, με αιχμή του δόρατος τα πανεπιστήμια που παραμένουν κλειστά για να την αποτρέψουν. Η συζήτηση για την μερική άρση της απαγόρευσης των πλειστηριασμών ακινήτων προσκρούει τώρα στην αρνητική στάση της τρόικας.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η κυβέρνηση φαίνεται να αποδέχεται τις εισηγήσεις βουλευτών των κομμάτων που κυβερνούν για εκ βάθρων ανατροπή του Ενιαίου Φόρου Ακινήτων (ΕΝΦΑ), δυστυχώς επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά ότι τέτοια μέτρα δεν ήταν δυνατό να στοιχειοθετηθούν με τον ΕΝΦΑ. Οι αιτιάσεις της τρόικας είναι ότι απαιτούνται νέα σημαντικά δημοσιονομικά μέτρα για την ομαλή εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2014, εκεί που καμιά ανάγκη για τέτοια μέτρα δεν ήταν δυνατό να στοιχειοθετηθεί με τον ΕΝΦΑ».
Με το όπλο παρά... πόδα το Χ.Α.
Ο Γενικός Δείκτης έχει εμφανίσει υψηλή απόδοση, της τάξεως του 30%, από τις αρχές του έτους, ενώ το τελευταίο χρονικό διάστημα με αφορμή και την υποβάθμιση από τον MSCI, έχει μπορέσει να κινηθεί κοντά σε νέα υψηλά έτους. Παράλληλα, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έχουν μειωθεί αισθητά.
Οι επενδυτές, Έλληνες και κυρίως οι ξένοι, παρότι εξακολουθούν να εμφανίζονται αρκετά επιφυλακτικοί για την οικονομία, την ποσότητα και την ποιότητα των πρωτογενών πλεονασμάτων και τη διαχειρισιμότητα του δημοσίου χρέους, έχουν αρχίσει να εξετάζουν τις επενδυτικές με πολύ μεγαλύτερο ζήλο τις πιθανές επενδυτικές ευκαιρίες που υπάρχουν συνολικά στα ελληνικά asset classes. Για την ώρα τοποθετήσεις πραγματοποιούν οι «τολμηροί», αφού το μεγάλο αγκάθι είναι ο κίνδυνος το ελληνικό χρέος τελικά να καταστεί μη διαχειρίσιμο από το ΔΝΤ και να απαιτηθεί λύση εδώ και τώρα.
Συνεπώς, η επιφυλακτικότητα ή η μικρή στάθμιση που διατηρούν ή προτείνουν πολλοί από τους ξένους επενδυτικούς οίκους και διαχειριστές για το Χρηματιστήριο της Αθήνας δεν σημαίνει απαραίτητα ότι το ενδιαφέρον είναι μικρό για τις ελληνικές μετοχές. Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε την αφετηρία της ελληνικής αγοράς, το σημείο στο οποίο βρισκόταν στις αρχές του έτους ή πέρσι τέτοιο καιρό, επισημαίνουν ξένοι διαχειριστές, δίνοντας βαρύτητα στις κινήσεις σε Μυτιληναίο, ΓΕΚ Τέρνα και Eurobank Properties.
Οι ξένοι επενδυτές, παρά τη θολή εικόνα που εμφανίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις και το υψηλό ρίσκο της χώρας που δεν βοηθά στις προβλέψεις των μεγεθών, εξετάζουν μια σειρά δεικτών όπως EV/EBITDA, Net Debt/Equity και P/BV, αλλά και P/E σταθμισμένα με την ύφεση στην οικονομία και βρίσκουν ότι αρκετές ελληνικές μετοχές είναι υποτιμημένες.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, παράγοντες της αγοράς θεωρούν πως τα τρέχοντα επίπεδα αποτιμήσεων στο Χ.Α. είναι «λογικά» με βάση τα σημερινά στοιχεία, αλλά θα μπορούσαν να διαφοροποιηθούν σημαντικά μέσα στους επόμενους μήνες, στον βαθμό που θα αλλάξουν τα δεδομένα γύρω από την ελληνική οικονομία και τον τρόπο διαχείρισης του δημόσιου χρέους της χώρας.
Η αγορά εδώ και καιρό δείχνει σαφή προτίμηση σε συγκεκριμένες μετοχές: εταιρείες με έντονη εξωστρέφεια, μετοχές της μεσαίας κεφαλαιοποίησης που είχαν πιεστεί έντονα κατά το παρελθόν και έχουν ισχυρά θεμελιώδη αλλά και υψηλά μερίδια αγοράς, αλλά και οι μετοχές που αποτελούν τον νέο δείκτη MSCI Greece, βρίσκονται ψηλά στη λίστα.
Παράλληλα, η αγορά μπορεί να επωφεληθεί από την υποβάθμισή της στις αναδυόμενες, μιας και το ελληνικό χρηματιστήριο πέρασε στην αφάνεια και είχε μικρό ρόλο ως συμμέτοχος στις ανεπτυγμένες αγορές στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Τέλος, η προσδοκία ότι εισροές των ξένων χαρτοφυλακίων θα συνεχιστούν και στους επόμενους μήνες, αλλά και η ελπίδα ότι οι μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας θα βελτιωθούν το 2014, βελτιώνουν το προφίλ σε αρκετές ελληνικές μετοχές.
***Αναλυτικά η συγκριτική πορεία των ομολόγων και οι αποδόσεις των δεικτών του Χ.Α. δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".