Η διπλή όψη του ψηφιακού ακτιβισμού

Τα social media αποδείχθηκαν σημαντικό εργαλείο για τους ακτιβιστές στη Μέση Ανατολή, αλλά τώρα οι κίνδυνοι φαίνεται να ξεπερνούν τα οφέλη.

  • της Manal al-Sharif*
Η διπλή όψη του ψηφιακού ακτιβισμού

Ως γυναίκα από τη Σαουδική Αραβία που έχει ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της σε μια από τις τελευταίες απόλυτες μοναρχίες του κόσμου, η πιο κοντινή μου εμπειρία από δημοκρατία ήταν να αμφισβητώ την καθεστηκυία τάξη με τα tweets μου.

Για τους ακτιβιστές και για πολίτες-δημοσιογράφους στον αραβικό κόσμο, τα social media αποδείχθηκαν ένα παντοδύναμο μέσο για να εκφράζουν τη διαφωνία τους, να ταράζουν τα ύδατα και να οργανώνουν. Όμως, ο ψηφιακός ακτιβισμός κοστίζει ακριβά. Τα ίδια εργαλεία που χρησιμοποιούμε για τον σκοπό μας μπορεί -και έχει συμβεί- να χρησιμοποιηθούν εναντίον μας.

Ενώ οι πλατφόρμες των social media σχεδιάστηκαν για την on line σύνδεση των ανθρώπων, οι ακτιβιστές τα χρησιμοποίησαν σαν τεχνολογικά εργαλεία απελευθέρωσης, επινοώντας δημιουργικούς τρόπους για να αψηφήσουν την κρατική λογοκρισία, να συνδεθούν με ανθρώπους που έχουν ανάλογο τρόπο σκέψης, να κινητοποιήσουν τις μάζες, να επηρεάσουν την κοινή γνώμη, να πιέσουν για κοινωνικές αλλαγές και για να ξεκινήσουν επαναστάσεις.

Οι δυνατότητες αυτές είχαν το ρίσκο τους: όσο πιο πολύ ποστάραμε και εμπλεκόμασταν, τόσο πιο ευάλωτοι γινόμασταν, καθώς το σύνολο των δεδομένων μας γινόταν όπλο εναντίον μας. Με τον καιρό, τέτοια στοιχεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ώστε να δημιουργηθεί ακριβής εικόνα όχι μόνο για τις προτιμήσεις των χρηστών, για αυτά που τους αρέσουν και για τις συμπεριφορές τους, αλλά ακόμη και για τις πεποιθήσεις τους, τις πολιτικές τους απόψεις και για άκρως προσωπικές λεπτομέρειες της ζωής τους, για πράγματα που μπορεί να μη γνώριζαν ακόμη και η οικογένεια και οι φίλοι τους.

Οι πλατφόρμες των social media προσφέρουν πρόσβαση στις πληροφορίες των χρηστών, έναντι αμοιβής, μέσω αναλυτικών εργαλείων που έχουν δημιουργήσει οι ίδιες. Δεν μιλώ για την πώληση των δεδομένων σε διαφημιστικές εταιρείες, των οποίων ο στόχος είναι να προωθήσουν τα προϊόντα των πελατών τους. Αυτό είναι ενοχλητικό, αλλά όχι ιδιαίτερα επιβλαβές. Μιλώ για αγοραστές που έχουν σαφή πρόθεση να βλάψουν και να καταδιώξουν αυτούς τους χρήστες των social media: κρατικές αρχές, μυστικές υπηρεσίες και οργανώσεις ισλαμιστών φονταμενταλιστών. Καθώς περισσότεροι άνθρωποι έχουν βρεθεί στα social media, διαταράσσοντας τους παραδοσιακούς τρόπους με τους οποίους παράγονται και διαχέονται η πληροφορία και το περιεχόμενο (παρότι στη Μέση Ανατολή τα παραδοσιακά ΜΜΕ ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από κυβερνήσεις και έναν μικρό αριθμό από ισχυρές επιχειρήσεις), αυξάνονται και οι ομάδες με κακές προθέσεις, που επικεντρώνονται στα fake news, στη μισαλλοδοξία, στον σεκταρισμό, ακόμα και στην τρομοκρατία.

Η χρήση των social media στη Σαουδική Αραβία είναι πιο αυξημένη από ποτέ. Το βασίλειο έχει τον μεγαλύτερο αριθμό ενεργών χρηστών του Twitter και τον μεγαλύτερο αριθμό tweets σε όλη τη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική, σύμφωνα με την Έκθεση για τα Social Media στον Αραβικό Κόσμο («Arab Social Media Report») του 2017. Και, σύμφωνα με μια έκθεση που συντάχθηκε από δύο Σαουδάραβες ερευνητές στο Πανεπιστήμιο του Rutgers, περισσότερο από το 40% των 6,3 εκατομμυρίων Σαουδαράβων στο Twitter ήταν γυναίκες. Αρκετοί από τους λογαριασμούς ήταν ανώνυμοι: χρήστες που ζητούσαν κοινωνική αλλαγή και μεγαλύτερη ισότητα μεταξύ των φύλων.

Όντας influencer στο σαουδαραβικό Twitter, δεν έχω την πολυτέλεια να κρύβομαι πίσω από την ανωνυμία. Στα τέλη του 2017, όταν ακούσαμε φήμες ότι οι κυβερνήσεις του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν τα παλιά μας tweets για να απαγγείλουν κατηγορίες εναντίον μας, πολλοί ακτιβιστές άρχισαν να παίρνουν τα μέτρα τους και να τα διαγράφουν.

Το Twitter, ωστόσο, είχε άλλες ιδέες. Από τον Φεβρουάριο ξεκίνησε να προσφέρει μια υπηρεσία που επιτρέπει την πρόσβαση σε παλαιότερα αρχεία με μόλις 99 δολάρια τον μήνα. Η πρόσβαση σε αυτά τα αρχεία προσφέρει στα αυταρχικά καθεστώτα μια μοναδική ευκαιρία για επιτήρηση ή «στοιχειο-τήρηση» και εκφοβισμό (να σημειωθεί εδώ ότι, λίγες εβδομάδες μόνο πριν επιτραπεί και επίσημα στις γυναίκες της Σαουδικής Αραβίας να οδηγούν αυτοκίνητο, η κυβέρνηση προφυλάκισε πολίτες που έκαναν εκστρατεία υπέρ αυτού του δικαιώματός τους).

Ακόμη και η Δύση αντιμετώπισε επιθέσεις σε δημοκρατικές διαδικασίες στις οποίες έδρασαν τα social media. Σύμφωνα με το NBC News, το Twitter διέγραψε το 2018 περίπου 200.000 tweets από «τρολ» που εντοπίστηκε ότι προέρχονταν από έναν μηχανισμό προπαγάνδας που ελέγχεται από το Κρεμλίνο και πλημμύρησε το Twitter με ψεύτικες και προκλητικές ειδήσεις κατά την περίοδο πριν από τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016. Φυσικά, η συγκεκριμένη είδηση έφτασε αργά.

Γυναίκες στην έκθεση American Express World Luxury, στην πόλη Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας. Οι γυναίκες από τη Σαουδική Αραβία οδηγήθηκαν στα social media τα τελευταία χρόνια για να διεκδικήσουν περισσότερες ελευθερίες σε μια αυστηρά πατριαρχική κοινωνία.

Το τρολάρισμα και η χρήση ψεύτικων λογαριασμών στο Twitter δεν είναι νέες τακτικές. Χρησιμοποιήθηκαν ακόμη και εναντίον μου, σε προσωπικό επίπεδο. Οι επιθέσεις εναντίον μου ήταν ποικίλες: από διασπορά ψευδών ειδήσεων για μένα από φιλοκυβερνητικές ή φονταμενταλιστικές ομάδες (κάποια φορά αναφέρθηκε ότι σκοτώθηκα σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, κάτι που έγινε πρωτοσέλιδα στον διεθνή Τύπο) μέχρι την άγρια λασπολογία κατά της καμπάνιας Women2Drive, ενός κινήματος για το δικαίωμα των γυναικών της Σαουδικής Αραβίας να οδηγούν, το οποίο συνίδρυσα το 2011. Παρότι οι παράνομοι λογαριασμοί αναφέρθηκαν στο Twitter αμέτρητες φορές, το Twitter δεν έκανε τίποτα.

Συμβαίνει και σε μεγάλη κλίμακα. Τον Σεπτέμβριο του 2017, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου υψηλής έντασης ανάμεσα στο Κατάρ και στη Σαουδική Αραβία, η μητρική εταιρεία του Snapchat λύγισε υπό την πίεση των κυβερνητικών αξιωματούχων και αφαίρεσε από την πλατφόρμα στη Σαουδική Αραβία το δίκτυο Al Jazeera, το οποίο χρηματοδοτείται από το Κατάρ.

Όπως είπε ο ακτιβιστής και μηχανικός υπολογιστών Wael Ghonim, «Η Αραβική Άνοιξη αποκάλυψε τη μεγαλύτερη δυνατότητα των social media, αλλά επίσης εξέθεσε και τα μεγαλύτερα ελαττώματά τους. Το ίδιο εργαλείο που μας ένωσε για να ανατρέψουμε τους δικτάτορες, τελικά μας διέλυσε». Ενώ τα social media ήταν χρήσιμα στο να ξεκινήσουν και να εξαπλωθούν κινήματα που ζητούσαν πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις το 2011, δεν καταφέραμε να διατηρήσουμε αυτήν τη δυναμική, εν μέρει επειδή οι πλατφόρμες που χρησιμοποιούσαμε τελικά έχουν σκοπό το κέρδος.

Η εποχή είναι ώριμη για μια διαφορετικού είδους αλλαγή. Οι άνθρωποι που αναζητούν τεχνολογική ελευθερία, στρέφονται σε εναλλακτικές πλατφόρμες social media, όπως το Crabgrass, το Mastodon και η Diaspora, τα οποία επιτρέπουν την κοινωνική διασύνδεση, αλλά με ένα επιπλέον επίπεδο ιδιωτικότητας και ασφάλειας. Χρειαζόμαστε πλατφόρμες που να είναι ανοιχτές, αποκεντρωμένες και που δεν αρχειοθετούν και δεν πουλούν τα δεδομένα των χρηστών σε όποιον κάνει την καλύτερη προσφορά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι άνθρωποι μπορούν να συμμετέχουν με βάση την αξία του περιεχομένου και όχι το πόσο πληρώνουν για θεάσεις.

Μέχρι οι γίγαντες των social media να κάνουν ουσιαστικά βήματα προς τη δίκαιη και ασφαλή χρήση των πλατφορμών τους, εμείς οι ακτιβιστές θα πηγαίνουμε στο επόμενο καλύτερο πράγμα -αυτό που θα μας επιτρέπει να μοιραζόμαστε τα όνειρά μας χωρίς να μας βγάζει σε δημοπρασία.

*Η Manal al-Sharif είναι συνιδρύτρια και επικεφαλής του κινήματος Women2Drive - ιδρύτρια και CEO της Ακαδημίας Women2Hack. Συγγραφέας του αυτοβιογραφικού βιβλίου «Τολμώντας να οδηγήσω: Η αφύπνιση μιας γυναίκας από τη Σαουδική Αραβία».

 

 

v