Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ας μην έχουμε αυταπάτες

Οι χώρες δεν θεωρούνται φερέγγυες επειδή αποπληρώνουν τα χρέη τους αλλά επειδή μπορούν να τα αναχρηματοδοτούν με διατηρήσιμα, σχετικά χαμηλά επιτόκια.

Ας μην έχουμε αυταπάτες

H Βρετανία πλήρωσε την τελευταία δόση, ύψους 1,5 δισ. δολαρίων, το 2015 για τα δάνεια ύψους 7 δισ. δολαρίων περίπου που είχε λάβει από τις ΗΠΑ για τον Μεγάλο Πόλεμο.

Δηλαδή κάπου 97 χρόνια αργότερα. Η Ελλάδα την ξεπέρασε. Η χώρα μας αποπλήρωσε τα προπολεμικά διεθνή δάνεια που είχε λάβει το 1889 και το 1928 (για το προσφυγικό) στα τέλη του 1999.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το δάνειο του 1889 είχε συναφθεί για την πληρωμή προγενέστερων δανείων.
Είναι δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα που δείχνουν ότι η αποπληρωμή διακρατικών δανείων μπορεί να λάβει χώρα μετά από 100 χρόνια ή και περισσότερο.

Επομένως, η αποπληρωμή των δανείων της Ελλάδας από τον ESM μετά από 30-40 χρόνια δεν συνιστά πρωτοτυπία.

Όμως, η αποπληρωμή των δανείων σπανίως γίνεται μέσω της καταγραφής χρόνιων υψηλών πλεονασμάτων στον προϋπολογισμό. Ισως καμία ανεπτυγμένη χώρα δεν θα μπορούσε να το κάνει σήμερα.

Η αποπληρωμή του παλαιού χρέους στο μεγαλύτερο μέρος ή εξ ολοκλήρου γίνεται μέσω της σύναψης νέων δανείων, κοινώς μέσω αναχρηματοδότησης.

Φυσικά, θα ήταν ιδανικό αν οι πιστώτριες χώρες ή ιδιώτες αποδέχονταν εθελοντικά να «κουρευτεί» το δημόσιο χρέος ή μια χώρα μπορούσε να το μειώσει, αξιοποιώντας τα έσοδα από αποκρατικοποιήσεις και τα πλεονάσματα του προϋπολογισμού της σε περιόδους παχιών αγελάδων.

Όμως, δεν είναι ρεαλιστικό σενάριο.

Επομένως, η φερεγγυότητα μιας χώρας, ιδίως εκείνων με υψηλό λόγο δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ όπως η Ελλάδα, εξαρτάται από την ικανότητά της να αναχρηματοδοτεί το χρέος της με σχετικά χαμηλά επίπεδα επιτοκίων που είναι διατηρήσιμα.

Με άλλα λόγια, το κόστος του νέου δανεισμού να είναι ίσο ή χαμηλότερο από εκείνο των παλαιότερων χρεών που ωριμάζουν.

Το μέσο κόστος δανεισμού της Ελλάδας είναι τώρα κοντά στο 1,7%-1,9%, αν δεν κάνουμε λάθος, και είναι χαμηλότερο σε σύγκριση με εκείνο άλλων χωρών της Ευρωζώνης όπως η Ιταλία.

Αυτό οφείλεται στα χαμηλότοκα δάνεια που λάμβανε από τον EFSF, τον ESM και τα διακρατικά δάνεια του πρώτου μνημονίου. Ολα αυτά κατευθύνθηκαν σε συντριπτικό βαθμό για την αποπληρωμή ομολόγων και δανείων που έληξαν.

Αναμφισβήτητα, το κόστος δανεισμού της Ελλάδας θα είναι υψηλότερο από εδώ και πέρα. Αυτό λαμβάνεται υπόψη στις εκθέσεις για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους (DSA).

Όμως, δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά.

Η Ελλάδα θα πρέπει να έχει πρόσβαση στις αγορές, αν θέλει να ξεφύγει από την εποχή των μνημονίων. Είναι λοιπόν σημαντικό να μπορεί να αναχρηματοδοτεί το χρέος της με τα χαμηλότερα δυνατόν επιτόκια από την αγορά και να έχει τη μεγαλύτερη το δυνατόν μέση διάρκεια ωρίμανσης.

Αυτά θα κρίνουν τη φερεγγυότητά της χώρας και φυσικά είναι συνάρτηση των δικών της οικονομικών επιδόσεων και του διεθνούς περίγυρου.

Όμως, δεν θα πρέπει να έχουμε αυταπάτες. Η φερεγγυότητα της Ελλάδας δεν προσδιορίζεται από την ικανότητά της να αποπληρώσει το δημόσιο χρέος της.

Dr. Money


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v