Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ελλάδα-Γερμανία: 3-1 στα δημοσιονομικά;

Η πολιτική δεν είναι ακριβώς όπως το ποδόσφαιρο. Όμως, έχει κι αυτή τους κανόνες της, που επηρεάζουν το τελικό αποτέλεσμα.  

Ελλάδα-Γερμανία: 3-1 στα δημοσιονομικά;

Για να μπορέσει η κυβέρνηση να ικανοποιήσει τις βασικές προεκλογικές δεσμεύσεις της την επόμενη διετία, χρειάζεται επαρκή δημοσιονομικό χώρο.

Ως γνωστόν, η κυβέρνηση επιθυμεί την κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης, του τέλους επιτηδεύματος, τη μείωση του φορολογικού συντελεστή επί των επιχειρηματικών κερδών στο 20% και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών καθώς και τη μείωση του ΕΝΦΙΑ.

Η επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης και κυρίως ο περιορισμός της φοροδιαφυγής με την αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, τη διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τους κεντρικούς σέρβερ και τα ηλεκτρονικά βιβλία, τιμολόγια μπορούν να βοηθήσουν. Όμως, όλοι σχεδόν οι οικονομικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι δεν φθάνουν  χωρίς τη δημιουργία επιπλέον δημοσιονομικού χώρου.

Ως γνωστόν, ο υπουργός Οικονομικών κ. Σταϊκούρας έχει οριοθετήσει τα ελληνικά αιτήματα και αναμένεται να αρχίσει να τα θέτει από τον Μάρτιο. Πρώτον, την εξαίρεση δαπανών ύψους 200 εκατ. ευρώ για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού από τον υπολογισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος. Δεύτερον, τη μεταφορά του υπερπλεονάσματος από τη μια χρονιά στην άλλη. Τρίτον, την αλλαγή χρήσης των κερδών από τα ομόλογα SMPs και ANFAs και τέταρτον, τη μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 2,5% περίπου του ΑΕΠ από το 2021 από 3,5% σήμερα.

Από τις επίσημες και ανεπίσημες απόψεις κοινοτικών αξιωματούχων και μη, που εκφράζονται κατ’ ιδίαν, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι θα αποδεχθούν το πρώτο ελληνικό αίτημα για την εξαίρεση των δαπανών από το μεταναστευτικό. Πρόκειται για ένα πολιτικά ευαίσθητο ζήτημα και το ποσό είναι μικρό, στο μέτρο που η ελληνική πλευρά μπορεί να το δικαιολογήσει. 

Θα αποδεχθούν επίσης το αίτημα για μεταφορά του υπερπλεονάσματος από τη μια χρήση στην άλλη. Οι ίδιοι εμφανίζονται να συμμερίζονται την άποψη της Αθήνας ότι η διανομή των υπερπλεονασμάτων υπό την μορφή επιδομάτων δημιουργεί εθισμό σε κατηγορίες πολιτών και μπορεί να υπονομεύσει τη δημοσιονομική πολιτική μέσω της «μονιμοποίησης» των επιδομάτων και των κρατικών δαπανών υπό πολιτική πίεση.  

Όμως, η κυβέρνηση θα έχει δύσκολο έργο να τους πείσει πως μπορεί να χάσει τον στόχο για το πλεόνασμα μια χρονιά, χωρίς να «αποζημιώσει» τον επόμενο, στο πλαίσιο της βελτιστοποίησης της δημοσιονομικής πολιτικής μέσω του μηχανισμού μεταφοράς. 

Με βάση τα σημερινά δεδομένα, οι δανειστές θα δεχθούν την αλλαγή της χρήσης των κερδών από τα ομόλογα SMPs και ANFAs, στο πλαίσιο της απόφασης του Eurogroup του Ιουνίου του 2018. Όμως, θα ζητήσουν τα χρήματα να χρηματοδοτήσουν συγκεκριμένα πρότζεκτ, πρωτοβουλίες. Όμως, οι βασικοί εκφραστές των δανειστών εμφανίζονται απρόθυμοι για μείωση του στόχου 3,5% του ΑΕΠ για το πρωτογενές πλεόνασμα. Ακόμη κι αν η φερεγγυότητα του ελληνικού χρέους δεν επηρεάζεται, καθώς έχει μειωθεί το κόστος δανεισμού σε σχέση με τα προβλεπόμενα. Αξίζει να σημειωθεί πως το μέσο επιτόκιο στην ανάλυση διατηρησιμότητας του χρέους (DSA) υποχώρησε στο 4,4% περίπου το 2019 από 4,9% περίπου προηγουμένως.  

Προφανώς, η προσήλωση στην εφαρμογή των συμφωνηθέντων για το πλεόνασμα, με αντάλλαγμα τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, οφείλεται σε πολιτικούς λόγους. Δεν θέλουν τέτοιο θέμα να πάει στο κοινοβούλιό τους.

Με βάση λοιπόν την εικόνα που η στήλη έχει σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, η Αθήνα θα πρέπει να προετοιμάζεται να δώσει τη μάχη για την έμμεση μείωση του στόχου μέσω των κερδών των ομολόγων. Κοινώς, ο τρόπος υπολογισμού του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά το πρόγραμμα να εναρμονισθεί με τη μέθοδο ESA της Eurostat. 

Ακόμη κι αν υπάρξουν αντιρρήσεις από κάποιους, θα είναι ευκολότερο να καμφθούν, ιδίως αν οι τελευταίοι έχουν απορρίψουν το αίτημα για μείωση του δημοσιονομικού στόχου. Κάτι τέτοιο θα μεταφραστεί σε 670 εκατ. ευρώ το δεύτερο μισό του 2020 ή 1,2-1,3 δισ. ευρώ το 2021.  

Αρκετά σημαντικό ποσό για να ικανοποιηθούν οι περισσότερες, αν όχι όλες, οι κυβερνητικές εξαγγελίες για φοροελαφρύνσεις κ.λπ., μαζί με τα άλλα δύο αιτήματα και την ενδεχόμενη υπεραπόδοση των εσόδων από ΦΠΑ λόγω ηλεκτρονικών τιμολογίων και συναλλαγών.

Γι’ αυτό ο τίτλος του άρθρου Ελλάδα-Γερμανία 3-1 στα ελληνικά αιτήματα, με το ερώτημα γιατί η εκτίμηση βασίζεται στα τωρινά δεδομένα.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v