«Έχει περάσει ένας χρόνος από τότε που ο Μάριο Ντράγκι, πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, παρουσίασε την έκθεσή του για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα -μια εμβληματική προσπάθεια να χαραχθεί πορεία προς την ανάπτυξη», επισημαίνει ο υπουργός Οικονομικών σε άρθρο του στον Economist, καταθέτοντας την άποψή του για το πώς πρέπει να κινηθεί η Ευρωπαϊκή Ενωση.
Το άρθρο συνεχίζει ως εξής:
Το μήνυμά του τότε ήταν σαφές: χωρίς τολμηρές μεταρρυθμίσεις, η Ευρώπη κινδυνεύει από μια «αργή αγωνία» σχετικής παρακμής. Ένα χρόνο μετά, το αίσθημα επείγοντος έχει ενισχυθεί ακόμη περισσότερο, εξ ου και οι συνεχείς προειδοποιήσεις του κ. Ντράγκι, συμπεριλαμβανομένης πρόσφατης ομιλίας του στην οποία τόνισε ότι η Ευρώπη πρέπει να κάνει «μαζικές επενδύσεις… τώρα, όσο έχουμε ακόμη τη δύναμη να διαμορφώσουμε το μέλλον μας».
Ανάμεσα στις πολλές συστάσεις του κ. Ντράγκι, η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς -του εγχειρήματος που διασφαλίζει την ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων και ανθρώπων εντός της Ευρώπης-παραμένει η πιο σημαντική. Είναι το κλειδί για να ξεκλειδώσει η ήπειρος την επόμενη φάση της ανάπτυξής της.
Η ώθηση για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς πρέπει, ωστόσο, να συμβαδίζει με την αναζωπύρωση της ανταγωνιστικότητας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ορθά στοχεύει στα επίμονα εμπόδια που κατακερματίζουν τις οικονομίες της ηπείρου. Όμως, αν και η ρυθμιστική σύγκλιση είναι αναγκαία, απέχει πολύ από το να είναι επαρκής.
Η σημασία της ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς υπογραμμίζεται από σκληρά στατιστικά στοιχεία: τα ενδο-ευρωπαϊκά εμπόδια λειτουργούν ως de facto δασμός της τάξεως του 44% κατά μέσο όρο στα αγαθά -τρεις φορές υψηλότερος από τα εμπόδια εμπορίου μεταξύ αμερικανικών πολιτειών- και ακόμη πιο απότομος, 110%, στις υπηρεσίες, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Η μείωση αυτών των εμποδίων πρέπει να είναι προτεραιότητα. Παρ’ όλα αυτά, μια νέα έκρηξη ευρωπαϊκής ανάπτυξης θα απαιτήσει δύο επιπλέον κρίσιμες μετατοπίσεις.
Πρώτον, πρέπει να είμαστε πιο στρατηγικοί ως προς το πού συγκεντρώνουμε τους πόρους μας -κλάδο προς κλάδο. Ας πάρουμε τις τηλεπικοινωνίες. Πρόκειται για έναν κλάδο εντάσεως κεφαλαίου με μειούμενα περιθώρια κέρδους, αλλά απολύτως απαραίτητο για την ψηφιακή ανταγωνιστικότητα. Στην Ευρώπη σήμερα, οι τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι αντιμετωπίζουν 27 διαφορετικά ρυθμιστικά καθεστώτα και έχουν κληθεί να συμμετάσχουν σε 27 ξεχωριστούς διαγωνισμούς φάσματος για το 5G. Αυτό το μωσαϊκό αυξάνει το κόστος, επιβραδύνει την ανάπτυξη και δυσχεραίνει την επίτευξη κλίμακας.
Αντίθετα, η Αμερική διαθέτει έναν ενιαίο ρυθμιστή, την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών (FCC), και μία ενιαία διαδικασία κατανομής φάσματος.
Την ίδια στιγμή, η Κίνα έχει προχωρήσει ακόμη παραπέρα, κατανέμοντας το φάσμα διοικητικά στους παρόχους αντί να το δημοπρατεί, αναγνωρίζοντας ότι η αξία του 5G δεν βρίσκεται στα έσοδα από τις δημοπρασίες αλλά στις εφαρμογές και τις υπηρεσίες που αυτό καθιστά εφικτές.
Η θέση της Ευρώπης σε αυτό το ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο υπήρξε παραδόξως αντιφατική. Τα τελευταία χρόνια, ο παγκόσμιος ανταγωνισμός για τις ψηφιακές υποδομές εξελίχθηκε σε ολοκληρωμένη στρατηγική αντιπαλότητα. Ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση στερήθηκε μιας συνεκτικής απάντησης, οι ευρωπαϊκές εταιρείες βρέθηκαν συχνά στο επίκεντρο των πιο σημαντικών εξελίξεων -ως κορυφαίοι πάροχοι υποδομών, προτύπων και καινοτομίας στο 5G.
Με άλλα λόγια, η Ευρώπη διέθετε πολλά από τα εργαλεία, αλλά στερούνταν της κοινής πολιτικής για να τα μετατρέψει σε μακροπρόθεσμη βιομηχανική ισχύ.
Στη δική μου χώρα, την Ελλάδα, προσπαθήσαμε να ανταποκριθούμε σε αυτή την πρόκληση σε εθνικό επίπεδο. Διατηρήσαμε το 25% των εσόδων από τη δημοπρασία 5G για να δημιουργήσουμε ειδικό ταμείο με στόχο επενδύσεις σε εταιρείες που αναπτύσσουν εφαρμογές βασισμένες στο 5G. Αυτό αντικατοπτρίζει την αναγνώριση ότι στην ψηφιακή εποχή οι υποδομές από μόνες τους δεν αρκούν. Η καινοτομία πάνω σε αυτές τις υποδομές είναι που οδηγεί στην ανάπτυξη.
Αν η Ευρώπη είχε υιοθετήσει μια συντονισμένη ή ακόμη και ενιαία ρυθμιστική προσέγγιση, ένα κοινό πλαίσιο δημοπρασιών και έναν κοινό μηχανισμό χρηματοδότησης για στρατηγικές τεχνολογικές επενδύσεις σε εφαρμογές 5G, θα μπορούσε να είχε τοποθετηθεί πιο πειστικά ως παγκόσμιος ηγέτης στην καινοτομία που βασίζεται στο 5G. Το κόστος της κατακερματισμένης προσέγγισης μετριέται όχι μόνο σε χαμένη αποδοτικότητα, αλλά και σε απώλεια ανταγωνιστικότητας.
Η δεύτερη απαραίτητη αλλαγή είναι η ευθυγράμμιση της ρύθμισης με τις προτεραιότητες ανάπτυξης του μέλλοντος, όχι του παρελθόντος. Ας πάρουμε τις δημόσιες συμβάσεις, οι οποίες στην Ευρώπη λειτουργούν με βάση την Οδηγία περί Δημοσίων Συμβάσεων. Εδώ τα παραδοσιακά κατασκευαστικά έργα προχωρούν πολύ πιο γρήγορα από τα ψηφιακά ή καινοτομικά έργα. Αυτή η διάκριση δεν είναι απλώς διαδικαστική -αντανακλά τις προτεραιότητες μιας εποχής κατά την οποία οι φυσικές υποδομές κυριαρχούσαν στη στρατηγική σκέψη.
Σήμερα, η διάρκεια ζωής των ψηφιακών έργων συχνά μετριέται σε μήνες. Στην Ευρώπη, ωστόσο, οι χρόνοι για την ανάθεση και υλοποίησή τους μετρώνται σε χρόνια. Αν χρειάζεται περισσότερος χρόνος για να προκηρυχθεί και να ολοκληρωθεί ένα σύστημα ψηφιακής ταυτότητας ή μια δημόσια πλατφόρμα ηλεκτρονικής υγείας απ’ ό,τι για να ανακατασκευαστεί ένας αυτοκινητόδρομος, τότε το θεσμικό πλαίσιο λειτουργεί σαφώς ως φρένο στη φιλοδοξία.
Δεν πρόκειται απλώς για ζήτημα απλοποίησης. Πρόκειται για ζήτημα κατεύθυνσης. Το ερώτημα που πρέπει να θέσουμε δεν είναι «Πώς κάνουμε τις προμήθειες ευκολότερες;» αλλά «Τι θέλουμε να πετύχουμε μέσω των προμηθειών;».
Η απάντηση πρέπει να είναι ανάπτυξη και καινοτομία. Αυτό σημαίνει επαναγραφή κανόνων ώστε να είναι κατάλληλοι για ευέλικτη ανάπτυξη, για συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στον τομέα της τεχνολογίας και για ταχεία υλοποίηση σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η κυβερνοασφάλεια, η ενεργειακή μετάβαση και η προηγμένη βιομηχανική παραγωγή.
Ας εξαλείψουμε, βεβαίως, τα αόρατα «δασμολογικά» εμπόδια που κατακερματίζουν την εσωτερική αγορά της Ευρώπης. Αλλά ας ρωτήσουμε και τον εαυτό μας: τι είδους οικονομία δημιουργούμε μόλις αυτά τα εμπόδια εξαφανιστούν;
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι «περισσότερο από το ίδιο». Πρέπει να είναι μια οικονομία που καινοτομεί, ανταγωνίζεται και αναπτύσσεται -με μια θεσμική αρχιτεκτονική σχεδιασμένη όχι απλώς για τη διαχείριση κινδύνων αλλά για την απελευθέρωση του δυναμικού της Ευρώπης.
* Το άρθρο του Κυριάκου Πιερρακάκη δημοσιεύτηκε στον Economist.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.