Κάθε χώρα-μέλος της ΕΕ συνεισφέρει λεφτά στον κοινοτικό προϋπολογισμό αλλά και εισπράττει. Η καθαρή συνεισφορά (πληρωμές μείον εισπράξεις) έχει σημασία. Αφενός γιατί επηρεάζει την οικονομία κάθε χώρας και αφετέρου γιατί τροφοδοτεί συχνά τα επιχειρήματα όσων ζουν στις χώρες οι οποίες δίνουν περισσότερα λεφτά απ’ όσα παίρνουν και δεν βλέπουν την ΕΕ με καλό μάτι, αγνοώντας άλλα οφέλη.
Είναι γνωστό ότι η Γερμανία, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Σουηδία, η Ιρλανδία, η Δανία, η Αυστρία, η Ισπανία, η Φινλανδία και η Ιταλία συνεισφέρουν περισσότερα λεφτά απ’ όσα εισπράττουν στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Ο βασικός λόγος είναι το μέγεθος των οικονομιών τους.
Οι υπόλοιπες χώρες εισπράττουν περισσότερα απ’ όσα δίνουν με τις Κύπρο, Μάλτα και Σλοβενία να εισπράττουν καθαρά τα λιγότερα με 126 εκ., 154 εκ. και 278 εκ. ευρώ αντίστοιχα.
Στον αντίποδα, οι χώρες που εισπράττουν τα περισσότερα λεφτά από τον κοινοτικό προϋπολογισμό σε καθαρή βάση είναι η Πολωνία με 7,5 δισ. ευρώ περίπου το 2023, η Ρουμανία με 5,9 δισ. ευρώ περίπου, το Βέλγιο με 4,8 δισ. ευρώ, η Ουγγαρία με 4,4 δισ. ευρώ και η Ελλάδα με 4 δισ. ευρώ περίπου.
Ειδικότερα, η Ελλάδα ίσως έχει εισπράξει τα περισσότερα λεφτά σε καθαρή βάση από την ΕΕ καθώς μπήκε στην τότε Ευρωπαϊκή Κοινότητα το 1981 και είχε συγκριτικά από τα χαμηλότερα κατά κεφαλή εισοδήματα.