Όταν χάνουµε τον έλεγχο των σκέψεών µας

Οι πιο ιδιωτικές στιγµές µας όχι απλώς καταγράφονται, αλλά αναλύονται για να προβλεφθεί το µέλλον.

  • του Hari Kunzru**
Όταν χάνουµε τον έλεγχο των σκέψεών µας

Tο 1885 η ποιήτρια (και γνωστή «ερηµήτρια») Emily Dickinson έστειλε ένα ποίηµα στη νύφη της*:

Υπάρχει µοναξιά του χώρου
και µοναξιά των θαλασσών
και µοναξιά θανάτου, κι όλες
µοιάζουν εσµοί πρωτευουσών
µπροστά στο πολικό τοπίο
-µια περατή απεραντότης-
εκεί που η ψυχή ανοίγει
και δέχεται τον εαυτό της.

Ενάµιση αιώνα αργότερα, ζούµε σ’ έναν κόσµο όπου τα δύο πρώτα είδη µοναξιάς -αυτό του χώρου και αυτό της θάλασσας- είναι κοντά στην εξαφάνιση. Ακόµη κι αν ταξιδέψουµε στην έρηµο ή στα ανοιχτά του ωκεανού, πρέπει να συµβιβαστούµε µε την ιδέα ότι κάποιος θα µπορούσε να µας παρακολουθεί µέσω δορυφόρου ή drone. Κι αυτό γιατί µεγάλο µέρος των ζωών µας βρίσκεται υπό παρακολούθηση, ενώ καταπιανόµαστε µε τις δουλειές µας σε µοντέρνες πόλεις που οι χώροι τους παρακολουθούνται έντονα, κουβαλώντας µηχανές εντοπισµού µε αποπλανητικό περιτύλιγµα, τις οποίες περιέργως εξακολουθούµε να αποκαλούµε «κινητά µας τηλέφωνα».

Τι είναι ιδιωτικότητα; Δεν είναι απλώς µια ευκαιριακή προτίµηση στη µοναξιά. Είναι η δυνατότητα να µη φανερώνεις πράγµατα: µέρη του σώµατός σου, πτυχές της ζωής σου. Η ιδιωτικότητα είναι κάτι παραπάνω από τη µοναξιά -δεν είναι απλά οπτικό θέµα. Σαρώνουµε τον κόσµο αφήνοντας σύννεφα µεταδεδοµένων (meta-data), ενώ µε νέα και φθηνά εργαλεία αποθήκευσης και επεξεργασίας λαµβάνονται φωτογραφίες των ιδιωτικών µας στιγµών που όχι µόνο περιγράφουν, αλλά προβλέπουν µε βάση συγκεκριµένες πληροφορίες και πώς θα συµπεριφερθούµε µελλοντικά.

Μέσα στα επόµενα λίγα χρόνια, η ένταση της παρακολούθησης θα αυξηθεί σχεδόν πέρα από κάθε µέτρο. Πρόσφατα ερευνητές στο Πανεπιστήµιο της Στουτγάρδης µίλησαν για µια τεχνολογία συλλογής πληροφορίας µε το παρατσούκλι «έξυπνη σκόνη», η οποία χρησιµοποιώντας φακούς στο µέγεθος κόκκου αλατιού µπορεί να φωτογραφίσει τα πάντα µε ακρίβεια, ενώ µπορεί να κατασκευαστεί εύκολα και φθηνά µε τη χρήση των 3D εκτυπωτών που διατίθενται στο εµπόριο.

Φανταστείτε µικροσκοπικές κάµερες που θα µπορούσαν να εισαχθούν στον εγκέφαλο για να ανιχνεύσουν όγκους! Υπέροχα! Τώρα φανταστείτε το σχεδόν αόρατο δίκτυο παρακολούθησης όλης της κοινωνικής και πολιτικής ζωής µε τη χρήση εργαλείων τόσο φθηνών που θα µπορούσαν να κατασκευαστούν σε αδιανόητα µεγάλες ποσότητες και θα σκορπίζονται από πράκτορες και µυστικούς αστυνοµικούς σε όλο τον κόσµο, όπως οι αγρότες σκορπίζουν τους σπόρους. Σε αυτό το σηµείο, η προσδοκία µας για ιδιωτικότητα θα πέσει στο µηδέν και µαζί της ακόµη περισσότερο η δυνατότητά µας να αντιστεκόµαστε στην εξουσία, όποια κι αν είναι η πολιτική της φύση.

Αυτή είναι η εποχή της αναγνώρισης προτύπων και οι συνήθειές µας, οι προτιµήσεις µας, οι επιθυµίες που διαµορφώνουν τη συµπεριφορά µας είναι ευάλωτες όσο ποτέ στην ποσοτικοποίηση, την πρόγνωση και τον έλεγχο. Έχουµε συνηθίσει πλέον να θαυµάζουµε το µεγάλο κατάστηµα που ξέρει ότι κάποια είναι ίσως έγκυος πριν το µάθει ο σύντροφός της. Δεν έχουµε συνειδητοποιήσει και πολύ τη λειτουργία του e-reader, το οποίο συγκεντρώνει πληροφορίες για το ποιες σελίδες πηδάµε και σε ποιες λέξεις κολλάµε. Μόλις αρχίζουµε να αντιλαµβανόµαστε την πολιτική δύναµη της αρχιτεκτονικής του διαδικτύου, των χώρων αποθήκευσης περιορισµένης πληροφορίας, οι οποίοι σε αυτούς που κατοικούν εκεί µοιάζουν να είναι ολόκληρος ο κόσµος, και της πολιτικής διαφήµισης, η οποία πλέον διαµορφώνεται ακριβώς στα µέτρα των ιδιαίτερων φόβων µας.

Ας πούµε ότι έχω αγοράσει ένα όπλο. Ζω σε περιοχή υψηλής εγκληµατικότητας. Πρόσφατα έβαλα εξωτερικό φωτισµό στο σπίτι µου. Ασφαλώς φοβάµαι µήπως εισβάλει κάποιος. Η διαφήµιση που µου εµφανίζεται δείχνει µια φιγούρα στη σκιά και ένα φακό να σαρώνει τα πρόσωπα παιδιών που κοιµούνται. Η διαφήµιση του γείτονά µου είναι εντελώς διαφορετική.

Όταν σε παρακολουθούν πάντα -τουλάχιστον δυνητικά- κάθε µορφή αυτοέκφρασης είναι ένα είδος καταδότη, κάποιος που µαρτυρά το φύλλο σου στους άλλους παίκτες. Με πανταχού παρούσα την οπτική παρακολούθηση, θα στραφούµε σίγουρα στον εαυτό µας, στον κόσµο του ανεκδήλωτου, στον χώρο της ιδιωτικότητας, «εκεί που η ψυχή ανοίγει και δέχεται τον εαυτό της», όπως λέει η Emily Dickinson.

Ενώ η γλώσσα της ποιήτριας είναι θρησκευτική, περιγράφει µια κατάσταση που αναγνωρίζουν εξίσου και οι λιγότερο πιστοί. Έχουµε την προσδοκία ότι, πριν κάνουµε βήµατα προς την κοινωνία, µπορούµε να αποσυρθούµε σε έναν ιδιωτικό χώρο για πειραµατισµό και περισυλλογή, σε έναν χώρο ελεύθερο από την κρίση των άλλων. Αυτός ο εσώτερος χώρος είναι από τη φύση του ουτοπικός και υπερβατικός. Σε αυτόν αναπαύονται οι ιδέες µας για ελευθερία, επιλογή και ηθική ευθύνη.

Η αντανάκλαση ενός επιβάτη σε έναν σαρωτή ίριδας, µέρος ενός νέου βιοµετρικού συστήµατος ταυτότητας που χρησιµοποιείται στο αεροδρόµιο LaGuardia στη Νέα Υόρκη. Οι ειδικοί ασφαλείας προβλέπουν ότι οι άνθρωποι τελικά θα αποδεικνύουν την ταυτότητά τους µε το σώµα τους -µε σκανάρισµα ίριδας, δακτυλικών αποτυπωµάτων και προσώπου- και όχι µε δελτία ταυτότητας. (Annie Tritt / New York Times)

Για περίπου µία γενιά φαντασιωνόµασταν την πιθανότητα να γίνουµε µετα-άνθρωποι. Πώς θα έµοιαζε η δική µας εξέλιξη; Τι είναι αυτό στο οποίο εξελισσόµαστε; Όταν σκεφτόµαστε τους διαδόχους µας, µε µεγάλη ευκολία φανταζόµαστε υπέροχα άτοµα που, µε κάποιον τρόπο, είναι πιο δυνατά από µας και έχουν πιο έντονα και πιο αβίαστα την αίσθηση του εαυτού τους. Ο υπεράνθρωπος, η ιδιοφυΐα της «εξτροπίας» (σ.σ. το αντίθετο της εντροπίας, της έννοιας µέσω της οποίας µετράται η αταξία σε ένα σύστηµα), το επόµενο κύµα. Αλλά φτιάχνουµε έναν κόσµο όπου µια τέτοια πιθανότητα φαίνεται όλο και πιο µακρινή, τουλάχιστον για την πλειονότητα.

Ίσως µια µικρή ελίτ ανθρώπων, που θα µπορούν να πληρώσουν για ιδιωτικότητα, να αποκτήσει αυξηµένες δυνάµεις και να αναπτύξει µια εξωστρεφή εσωτερικότητα. Όµως, οι περισσότεροι άνθρωποι θα δουν τους εαυτούς τους να ζουν περισσότερο βουβές και οροθετηµένες ζωές.

Αν η αίσθησή µας για τον εαυτό µας φαίνεται πιθανό να µεταµορφωθεί λόγω της διάβρωσης της ιδιωτικότητας, είναι επίσης υπό πίεση από τη διάβρωση του κοινωνικού κόσµου της εργασίας και των ανθρώπινων ταυτοτήτων που τον συνοδεύουν. Ο αυτοµατισµός είναι έτοιµος να καταστρέψει τον βιοπορισµό πολλών ειδών εργαζόµενων, από οδηγούς ταξί έως στελέχη της επενδυτικής τραπεζικής.

Εισβάλλει σε πολλές από τις κατηγορίες του «ανθρώπινου», της εξειδίκευσης, της χειροτεχνίας, ακόµη και της τέχνης και της γεύσης. Χαµηλά µεροκάµατα σηµαίνουν µεγαλύτερα κέρδη και οι εταιρείες δεν έχουν καµιά υποχρέωση να εξασφαλίσουν πλήρη συµµετοχή στην αγορά εργασίας.

Η έλευση αυτής της πολλάκις εξαγγελθείσας κατάστασης, της Κοινωνίας της Ψυχαγωγίας, µοιάζει λιγότερο µε ένα µεγάλο πάρτι και περισσότερο µε µια µεγάλης κλίµακας ανθρώπινη αποθήκευση.

Προσδιορίζουµε τους εαυτούς µας µέσα από τους κοινωνικούς µας ρόλους. Κοινωνικοποιούµαστε για να είµαστε χρήσιµοι, για να συµµετέχουµε, να διατηρούµε µια κατάσταση υψηλής παραγωγικότητας. Οι πολιτικοί µας, πρόθυµοι να µειώσουν το κόστος της κοινωνικής ασφάλισης, σκορπίζουν µέσα µας την ιδέα ότι η απραξία είναι µεγάλη αµαρτία. Αλλά για πολλούς η απραξία θα γίνει µεγαλύτερη και µαζί της θα γίνει µεγαλύτερη η ντροπή να σε βλέπουν και να σου φέρονται σαν να είσαι αµαρτωλός. Γιατί, καθώς οι πολίτες εξαιρούνται από την οικονοµική ζωή, όσοι είναι ανενεργοί είναι οι πιο ανήσυχοι και ιστορικά υπόκεινται πάντα στην πιο εντατική επιτήρηση.

Η µετα-ανθρωπότητα είναι µια πολύ ποµπώδης έννοια για όσα φαίνονται στον ορίζοντα. Έχει να κάνει µε την εξουσία και µε µια οικονοµική αναδιοργάνωση που οδηγεί τον πλούτο προς τα πάνω, όχι µε είδη που εξελίσσονται προς κάποιας µορφής δίκτυο που µοιάζει µε κυβερνοοργανισµό.

Μια νοσταλγική λαχτάρα για τις αλκυονίδες µέρες της ανθρωπότητας µπορεί να µας επιτρέψει να µελαγχολήσουµε, αλλά λίγο θα ωφελήσει στο να σταµατήσουν οι µεγάλες διαδικασίες που οδηγούν αυτές τις εξελίξεις. Αντί γι’ αυτό, θα πρέπει να φανταστούµε ένα είδος πολιτικής που θα δίνει ακόµη αξία στην ιδιωτική ζωή και νέες µορφές του ανήκειν, οι οποίες δεν περιστρέφονται γύρω από την εργασία.

*Η µετάφραση του ποιήµατος της Emily Dickinson είναι από το βιβλίο «Το Μέγα Ύδωρ» (µετάφραση-πρόλογος Διονύσης Καψάλης, εκδόσεις «Άγρα», Αθήνα 2004)

**Ο Hari Kunzru είναι συγγραφέας των βιβλίων «The Impressionist», «Gods without men» και «White Tears»

© 2018 Hari Kunzru. Distributed by The New York Times Syndicate.

v