Το τέλος της Δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ

Μόνο η ανεξαρτησία από την Κίνα μπορεί να εξασφαλίσει ένα πραγματικά δημοκρατικό μέλλον. Ωστόσο η Κίνα έχει εντείνει τον έλεγχο σε κάθε πτυχή της ζωής του Χονγκ Κονγκ. Γράφει η Yau Wai-Ching.

  • της Yau Wai-Ching*
Το τέλος της Δημοκρατίας στο Χονγκ Κονγκ

HΚίνα διέβρωσε και σχεδόν κατέστρεψε τη δημοκρατία στο Χονγκ Κονγκ από τότε που πήρε τον έλεγχο της πόλης από τη Μ. Βρετανία, το 1997. Το Πεκίνο με πανουργία χειραγώγησε ένα καλά αναπτυγμένο πολιτικό και συνταγματικό πλαίσιο ώστε να ακυρώσει, βήμα- βήμα, την αυτονομία του Χονγκ Κονγκ.

Έννοιες όπως οι πολιτικές ελευθερίες και ο διαχωρισμός των εξουσιών, τα οποία ήταν αγαπητά στον λαό κατά την πεφωτισμένη δεσποτεία των Βρετανών, εγκαταλείπονται. Η νομιμότητα και η δικαιοσύνη, η καρδιά της δημοκρατίας, μαραίνονται.

Ο μόνος δρόμος για το Χονγκ Κονγκ είναι να αποσχιστεί από το Πεκίνο και να σχηματίσει ένα νέο δημοκρατικό κράτος.

Αλλά μέσω ενός αυστηρού συστήματος ασφαλείας, η Κίνα έχει εντείνει τον έλεγχο σε κάθε πτυχή της ζωής του Χονγκ Κονγκ, κάτι που κατέληξε φέτος στο να τεθούν εκλογικά εμπόδια στη δημοκρατική αντιπολίτευση. Δεκάδες ακτιβιστών που υποστηρίζουν τη δημοκρατία καταδικάστηκαν για ήσσονες παραβάσεις και σε ορισμένους από αυτούς επιβλήθηκαν μεγάλες ποινές φυλάκισης.

Φυλακίστηκα για δύο εβδομάδες τον Ιούνιο, κατηγορούμενη για «παράνομη συνέλευση» στο Νομοθετικό Συμβούλιο -το Κοινοβούλιο του Χονγκ Κονγκ- όταν ήμουν ακόμη μέλος του σώματος. Το 2016 η παρέμβαση της Κίνας στην απόφαση ενός δικαστηρίου είχε ως αποτέλεσμα οι νομοθέτες που ήταν υπέρ της ανεξαρτησίας, περιλαμβανομένης εμού, να παυθούν για απρέπεια κατά την ορκωμοσία. H «παράνομη συνέλευση» ανέκυψε καθώς προσπαθούσαμε να ανοίξουμε δρόμο προς ένα δωμάτιο συσκέψεων, ώστε να ξαναδώσουμε τους όρκους μας.

Οι αρχές, στο όνομα της εθνικής ασφάλειας, προχώρησαν στην απονομιμοποίηση του αποσχιστικού Εθνικού Κόμματος του Χονγκ Κονγκ -μια αξιοπρόσεκτη τακτική, που σκοπό είχε να συντρίψει την ομάδα αυτή που υποστηρίζει την ανεξαρτησία. Αυτό δείχνει ότι η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ έχει μηδενική ανοχή απέναντι σε αυτούς που αντιτίθενται στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας. Εξάλλου, τα πρόσωπα της αντιπολίτευσης αντιμετωπίζονται σαν τρομοκράτες απλώς επειδή συγκεντρώνονται και διαμαρτύρονται.

Για να παραμείνει ανοιχτό στον κόσμο, το Χονγκ Κονγκ δεν μπορεί να αποδεχτεί κάτι τέτοιο. Η Κίνα δεν λειτουργεί διαφορετικά από ένα ιμπεριαλιστικό καθεστώς, καθώς χρησιμοποιεί την εξουσία της για να ελέγχει τις τηλεπικοινωνίες, τις υποδομές και τις αγορές. Αν το Χονγκ Κονγκ συναινέσει σε αυτόν τον έλεγχο, η πόλη θα αποξενωθεί από τον πολιτισμένο δημοκρατικό κόσμο.

Ήδη πάρα πολλοί κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ φοβούνται να συζητήσουν για Δημοκρατία, για ελευθερία και για ανθρώπινα δικαιώματα. Πρέπει να πειστούν ότι ο αποχωρισμός από το Πεκίνο θα εξασφαλίσει τουλάχιστον την επιβίωση της πόλης. Αλλά οι υποστηρικτές του Πεκίνου στο Χονγκ Κονγκ χρησιμοποιούν πολύπλοκες μεθόδους και είναι αδίστακτοι. Έτσι, η εντεινόμενη καταστολή κάνει τη δουλειά των υποστηρικτών της δημοκρατίας όλο και πιο δύσκολη.

Όταν το Χονγκ Κονγκ άλλαξε χέρια, το Πεκίνο επέτρεψε στους ανθρώπους της πόλης να επεκτείνουν την οικονομική τους επιρροή σε όλη την Ασία, παρέχοντας ευκαιρίες απασχόλησης μέσω projects στον κατασκευαστικό τομέα και στον τομέα των υποδομών. Αλλά στην πράξη, συνολικά το Χονγκ Κονγκ κέρδισε λίγα, καθώς το Πεκίνο πήρε μαθήματα από την αποικιακή ιστορία της πόλης, ώστε να δώσει ώθηση σε άλλες πόλεις της ενδοχώρας, όπως η Σαγκάη, η Guangzhou και η Shenzhen. Αυτές πλούτισαν, ενώ οι κάτοικοι του Χονγκ Κονγκ ένιωσαν οικονομικά περιορισμένοι και πολιτικά περιθωριοποιημένοι.

Αυτή ήταν και η πρόθεση του Πεκίνου στη δεκαετία του 1980, όταν η Βρετανία και η Κίνα διαπραγματεύθηκαν, με μικρή συμμετοχή των κατοίκων, την επιστροφή του Χονγκ Κονγκ. Η κοινή σινοβρετανική διακοίνωση του 1984 απλώς πληροφορούσε το Χονγκ Κονγκ ότι το μέλλον του θα ήταν στα χέρια του Πεκίνου. Οι κάτοικοι μπορούσαν να μετακινηθούν ή να μείνουν και να δεχτούν την κυριαρχία μιας κυβέρνησης, η οποία πέντε χρόνια αργότερα θα προχωρούσε στη σφαγή της πλατείας Τιενανμέν, ένα γεγονός που το Χονγκ Κονγκ δεν έχει ξεχάσει.

Η επικεφαλής της κυβέρνησης του Χονγκ Κονγκ, Carrie Lam, δίνει τον όρκο της ενώπιον του πρόεδρου της Κίνας, Xi Jinping, στο Χονγκ Κονγκ το 2017.

Από τότε το Πεκίνο επιχειρεί σταθερά να αλλάξει όχι μόνο τον νόμο και το πολιτικό σύστημα στο Χονγκ Κονγκ, αλλά και τις αξίες των κατοίκων, με αποτέλεσμα να προκαλεί αρκετές διαμάχες.

Η Δημοκρατία, όπως ορίζεται από το Πεκίνο, έφτασε να σημαίνει την εγκατάλειψη του παλαιότερου τρόπου ζωής στο Χονγκ Κονγκ. Αν ο λαός ήθελε ομαλότητα και σταθερότητα, λίγες επιλογές είχε πέρα από το να στηρίξει την κυριαρχία του Πεκίνου.

Για να υπονομεύσουν εκείνους τους ακτιβιστές που ακόμη είχαν βαθιά πίστη στη δημοκρατία, την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα, το Πεκίνο και η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ άρχισαν να τους συκοφαντούν. Κάθε ακτιβιστής που υποστήριζε αυτές τις αξίες στιγματιζόταν ως «αυτονομιστής» ή «προδότης του κινεζικού έθνους».

Αυτή η στρατηγική βοήθησε να υπονομευθεί η υποστήριξη στην αποκαλούμενη «Επανάσταση της Ομπρέλας» το 2014, κατά την οποία ακτιβιστές υπέρ της δημοκρατίας αιτήθηκαν μεγαλύτερη συμμετοχή στην επιλογή του ηγέτη του Χονγκ Κονγκ. Αυτές οι διαμαρτυρίες μπορεί να ξεθύμαναν, αλλά οδήγησαν σε περισσότερα αιτήματα για ανεξαρτησία εκ μέρους νεαρών ακτιβιστών και βοήθησαν στον σχηματισμό, το 2016, του Εθνικού Κόμματος του Χονγκ Κονγκ, το οποίο η κυβέρνηση τώρα θέλει να καταπνίξει.
Αρκετοί κάτοικοι διαπιστώνουν ακόμα ότι το Πεκίνο είπε ψέματα για το ότι σταδιακά θα χορηγούσε στο Χονγκ Κονγκ μια αυθεντική δημοκρατία με ελεύθερες εκλογές.

Σύμφωνα με τον Βασικό Νόμο, το ιδρυτικό νομικό κείμενο του Χονγκ Κονγκ από το 1997, ο επικεφαλής της πόλης διορίζεται από μια επιτροπή 1.200 μελών. Όταν το Πεκίνο ανέλαβε τον έλεγχο, υποσχέθηκε ότι μέχρι το 2017 η πόλη θα μπορούσε να εκλέγει τον ανώτερο ηγέτη της με καθολικό δικαίωμα ψήφου. Οι κάτοικοι πίεσαν σθεναρά γι’ αυτό το 2014. Οι ελπίδες τους προδόθηκαν.

Η Κίνα δεν έχει αλλάξει τις εκλογικές διατάξεις, όπως υποσχέθηκε, και η επιτροπή που εκλέγει τον επικεφαλής αποτελείται κυρίως από υποστηρικτές της πολιτικής του Πεκίνου. Στους υποψήφιους που υποστηρίζουν την ανεξαρτησία του Χονγκ Κονγκ, δεν έχει επιτραπεί να θέσουν υποψηφιότητα από το 2016.

Ακόμη, η κυβέρνηση θέσπισε μονομερώς νέους νόμους, ενώ όταν οι νομοθέτες στο κοινοβούλιο εκφράζουν αντίθετη άποψη αναφορικά με την ψήφιση κάποιου νομοσχεδίου, κινδυνεύουν με κατηγορίες για εγκληματικές πράξεις, λόγω της επιρροής του Πεκίνου στο δικαστικό σώμα.

Το σύστημα ελέγχου και διάκρισης των εξουσιών αποσαθρώνεται. Οι πυλώνες των πολιτικών ελευθεριών και η συνδικαλιστική ελευθερία δέχονται επίθεση. Μόνο αν διαχωριστεί το Χονγκ Κονγκ από την Κίνα θα μπορεί να έχει αληθινή δημοκρατία και ελευθερία.

*Η Yau Wai-Ching είναι ακτιβίστρια που δραστηριοποιείται υπέρ της ανεξαρτησίας του Χονγκ Κονγκ, πρώην μέλος του Νομοθετικού του Συμβουλίου.

 

v