Ο Όλαφ Σολτς βρίσκεται αντιμέτωπος με μια «στιγμή Μπάιντεν» εν μέσω αυξανόμενων πιέσεων από το κόμμα του να εγκαταλείψει την προσπάθειά του να εξασφαλίσει μια δεύτερη θητεία ως καγκελάριος της Γερμανίας και να δώσει τη θέση του στον πιο δημοφιλή υπουργό Άμυνας.
Ο Σολτς υποστηρίζεται από την ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, που μέχρι στιγμής στηρίζει την προσπάθειά του να ηγηθεί του κόμματος στην εκστρατεία του για τις πρόωρες εκλογές του Φεβρουαρίου.
Αλλά ένας αυξανόμενος αριθμός μελών του SPD εκφράζουν ανησυχία για τα χαμηλά επίπεδα αποδοχής του, φοβούμενα πως θα μπορούσε να συμπαρασύρει το κόμμα, που ήδη μαραζώνει στο 15% στις δημοσκοπήσεις, ευρισκόμενο πίσω από την κεντροδεξιά Χριστιανοδημοκρατική Ένωση και την ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία.
Η «ανταρσία» ευνοεί τον Μπόρις Πιστόριους, τον υπουργό Άμυνας, ο οποίος είναι ο δημοφιλέστερος πολιτικός της χώρας. (Σ.τ.μ.: το άρθρο των FT δημοσιεύθηκε στις 21 Νοεμβρίου. Μια ημέρα μετά, ο Πιστόριους γνωστοποίησε πως δεν πρόκειται να διεκδικήσει το χρίσμα του υποψηφίου καγκελάριου του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) )
«Για να το θέσουμε απλά, έχουμε δυο πιθανούς υποψήφιους – ο ένας είναι ο δημοφιλέστερος πολιτικός στη Γερμανία και ο άλλος είναι ο λιγότερο δημοφιλής πολιτικός», είπε στους Financial Times ο Μαξιμίλιαν Μουμ, δήμαρχος του SPD στη δυτικογερμανική πόλη Μάιφελντ. «Αυτό βασικά τα λέει όλα».
Το Insa «ανακάλυψε» αυτήν την εβδομάδα πως ο Σολτς βρίσκεται στον «πάτο» της κατάταξης 20 Γερμανών πολιτικών στη χώρα και στην κορυφή ο Πιστόριους. Ξεχωριστή έρευνα της DeutschlandTrend βρήκε πως το 47% των υποστηρικτών του SPD θεωρούν ότι ο Σολτς δεν είναι καλός υποψήφιος για καγκελάριος.
Ο Σολτς τράβηξε από την πρίζα αυτόν τον μήνα τον βαθύτατα αντιδημοφιλή τρικομματικό συνασπισμό μεταξύ του SPD, των Πρασίνων και των Φιλελεύθερων, ανοίγοντας τον δρόμο για πρόωρες εκλογές στις 23 Φεβρουαρίου.
Τα αποθαρρυντικά ποσοστά αποδοχής έχουν ωθήσει ορισμένους στο SPD να ζητήσουν ο Σολτς να ακολουθήσει το παράδειγμα του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και να αποχωρήσει από την κούρσα.
Ο Μπάιντεν έδωσε τη σκυτάλη στην αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις μετά την καταστροφική επίδοσή του στο τηλεοπτικό ντιμπέιτ του Ιουνίου, που δημιούργησε αμφιβολίες για την προοπτική του να κερδίσει τον Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά αυτό δεν απέτρεψε την καταγραφή μιας πολύ μεγάλης ήττας για τους Δημοκρατικούς στις εκλογές αυτού του μήνα.
Στη Γερμανία, η γνώμη της βάσης είναι διχασμένη. Σε κομματική συνεδρίαση την Τρίτη το βράδυ «δεν υπήρξε ξεκάθαρη πλειοψηφία για τον Σολτς ή τον Πιστόριους» είπε ο Ντιρκ Σμάτσνι, επικεφαλής του τοπικού τμήματος του SPD στο Ράινχαουσε-Μίτε.
«Κάποιοι από εμάς είπαν πως πρέπει να μείνουμε με τον Σολτς- άλλωστε είναι καγκελάριος», είπε. «Άλλοι είπαν πως πρέπει να πάμε με τον Πιστόριους επειδή… έχουν την εντύπωση πως ο κόσμος απλά δεν θέλει πια τον Σολτς».
Στην αρχή οι γκρίνιες για τον Σολτς ήταν «ιδιωτικής φύσεως». Τότε τοπικοί πολιτικοί άρχισαν να μιλούν δημοσίως κατά της υποψηφιότητάς του. Ο Μουμ είπε πως δεν θα αναρτήσει προεκλογικές αφίσες με το πρόσωπο του Σολτς αν χρισθεί επίσημος υποψήφιος του κόμματος.
«Δεν είναι ηγέτης» είπε στους FT. «Αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχει άλλα χαρακτηριστικά –είναι ευφυής, έχει ταλέντο. Αλλά δεν είναι ο τύπος του ανθρώπου που μπορεί να εξηγήσει στους ψηφοφόρους προς ποια κατεύθυνση θέλει να πάει τη χώρα».
Τις τελευταίες ημέρες, το κλίμα κατά του Σολτς έχει ενταθεί, εξελισσόμενο σε αυτό που ορισμένοι σχολιαστές αποκαλούν ανοιχτή εξέγερση. Ακόμη και ορισμένοι μέχρι πρότινος πιστοί βουλευτές έχουν αμφισβητήσει το κατά πόσον πρέπει να είναι υποψήφιος.
Κάποιοι μεγαλοκομματικοί παράγοντες έχουν επίσης αναφερθεί στο θέμα. Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, πρώην ηγέτης του SPD και πρώην υπουργός Εξωτερικών, δήλωσε ότι «η αντίσταση στο ‘business-as-usual’ με τον καγκελάριο Σολτς» αυξάνεται «κάθε μέρα» στο κόμμα. «Χρειαζόμαστε γενναία πολιτική ηγεσία», έγραψε στο X. «Όποιος αφήσει τα πράγματα να διολισθήσουν, θα οδηγήσει το SPD κάτω από το 15%!»
Πολλοί στο SPD έχουν προβληματιστεί από τη στάση που κράτησε το εκτελεστικό συμβούλιο του κόμματος, το οποίο θα μπορούσε να κινηθεί γρήγορα για να χρίσει επίσημα τον Σολτς ως υποψήφιο καγκελάριο αμέσως μετά τη διάλυση του συνασπισμού. Αντ' αυτού, δίστασε, αφήνοντας την εσωτερική συζήτηση για το ποιος ήταν ο καλύτερος υποψήφιος να πάρει διαστάσεις.
Ορισμένοι παρατηρητές δεν αναμένουν επίσημη απόφαση παρά μόνο λίγο πριν από το «συνέδριο εκλογικής νίκης» του κόμματος στις 30 Νοεμβρίου, την πρώτη προεκλογική εμφάνιση του υποψήφιου καγκελάριου.
Ο Σολτς, ο οποίος τις τελευταίες ημέρες βρίσκεται στο Ρίο ντε Τζανέιρο για να συμμετάσχει στη σύνοδο κορυφής της G20, υπεκφεύγει ως προς την υποψηφιότητά του. Απέφυγε ερώτηση δημοσιογράφου για το θέμα, λέγοντας μόνο: «Θέλουμε να πετύχουμε μαζί. Μαζί, το SPD και εγώ».
Σχολιαστές λένε ότι υπάρχουν πλέον διάφορα ενδεχόμενα σενάρια. Ο Σολτς θα μπορούσε να αποσύρει την υποψηφιότητά του - μια επιλογή που θεωρείται απίθανη. Το εκτελεστικό συμβούλιο του SPD θα μπορούσε να αποφασίσει να κατέβει με τον Σολτς - η πιο πιθανή εξέλιξη. Ή θα μπορούσε να αποφασίσει να μην τον προτείνει και να προτιμήσει κάποιον άλλο, ένα αποτέλεσμα που θεωρείται προς το παρόν απίθανο.
Αυτό θα ήταν πρωτοφανές. «Στην ιστορία του SPD κατά τη μεταπολεμική περίοδο θεωρούνταν πάντα δεδομένο ότι ο εν ενεργεία καγκελάριος -είτε ήταν ο Βίλι Μπραντ το 1972, ο Χέλμουτ Σμιτ το 1980 ή ο Γκέρχαρντ Σρέντερ το 2002 και το 2005- θα ήταν ο υποψήφιος καγκελάριος του κόμματος», δήλωσε ο Άξελ Σέφερ, βουλευτής του SPD από τη δυτική πόλη Μπόχουμ. «Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν βλέπουν τη λογική».
Πρόσθεσε πως ο Σολτς εξακολουθεί να χαίρει μεγάλου σεβασμού από πολλούς στο κόμμα διότι το οδήγησε σε μια απρόσμενη νίκη στις εκλογές της Bundestag το 2021. «Εξακολουθεί να έχει αυτή την αύρα της εκλογικής επιτυχίας –αυτό είναι αδιαμφισβήτητο» είπε. «Πρέπει να σεβαστείς αυτό που έχει πετύχει».
Ορισμένα μέλη του κόμματος εξέφρασαν επίσης αμφιβολίες για τις ικανότητες του Πιστόριους. Θεωρείται συμπαθής και προσγειωμένος, και ειδήμονας σε αμυντικά ζητήματα, αλλά είναι λιγότερο έμπειρος από τον Σολτς στην οικονομική πολιτική –ένα δυνητικό μειονέκτημα σε μια προεκλογική εκστρατεία που αναμένεται να αφορά τα ζητήματα της καθημερινότητας όπως οι συντάξεις και το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας.
Ο Σμάτσνι είπε πως η συζήτηση για έναν διαφορετικό Kanzlerkandidat (καγκελάριο-υποψήφιο) χάνει το νόημα. «Στο τέλος, οι πολιτικές είναι που έχουν σημασία», είπε. «Αν έχουμε ένα νέο πρόσωπο, χρειαζόμαστε επίσης και μερικές νέες πολιτικές. Μέχρι τώρα δεν έχουμε μιλήσει γι’ αυτό καθόλου».
Ο Όυε Γιουν, πολιτικός επιστήμονας του Πανεπιστημίου Trier, είπε πως η τύχη του Μπάιντεν και της Χάρις έδειξε ότι το να αλλάξουν απλά οι υποψήφιοι μπορεί να μη λύσει τα προβλήματα του SPD. «Το αμερικανικό παράδειγμα έδειξε πως μια αλλαγή προσωπικότητας από μόνη της δεν πείθει τους ψηφοφόρους», είπε.
© The Financial Times Limited 2024. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation