Η ράβδος χρυσού που έκλεισε το ντιλ Ελβετίας-ΗΠΑ στους δασμούς

Εντονες αντιδράσεις έχει προκαλέσει ο ρόλος που έπαιξαν στελέχη εταιρειών, όπως των Rolex και Richemont, στις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ για τους δασμούς.

Η ράβδος χρυσού που έκλεισε το ντιλ Ελβετίας-ΗΠΑ στους δασμούς
  • της Mercedes Ruehl (Ζυρίχη)
Η ευφορία στην Ελβετία για την εξασφάλιση χαμηλότερων δασμών στο εμπόριο με τις ΗΠΑ έχει δώσει τη θέση της σε έντονες αντιδράσεις για την «διπλωματία των ολιγαρχών» και τον ρόλο που έπαιξαν στελέχη από εταιρείες συμπεριλαμβανομένων των Rolex και Richemont.

Το περίγραμμα συμφωνίας που ανακοίνωσαν αυτόν τον μήνα η Ουάσινγκτον και η Βέρνη προβλέπει μείωση των μέσων αμερικανικών δασμών στις ελβετικές βιομηχανικές εξαγωγές από το 39% στο 15%. Οι Ελβετοί αξιωματούχοι επιδοκίμασαν τη συμφωνία ως σημαντικό επίτευγμα μετά από μήνες μακρών διαπραγματεύσεων και κατά καιρούς αδιεξόδου με τον Λευκό Οίκο.

Όμως, ο τρόπος με τον οποίον έκλεισε η συμφωνία έχει προκαλέσει επικρίσεις στο εσωτερικό που μπορεί να καθυστερήσουν την πολιτική διαδικασία που απαιτείται για να ολοκληρωθεί η πλήρης συμφωνία και θα μπορούσε να απειλήσει την επικύρωσή της.

Η συμφωνία επί των ευρύτερων όρων μιας συμφωνίας για τους δασμούς ήρθε μετά από μια επίσκεψη που πραγματοποίησαν στον Λευκό οίκο κορυφαία στελέχη από την εταιρεία ρολογιών Rolex, την ιδιοκτήτρια της Cartier,  Richemont, την εταιρεία εμπορίας εμπορευμάτων Mercuria, την εταιρεία private equity Partners Group, τη ναυτιλιακή MSC και το διυλιστήριο MKS PAMP.

Τα στελέχη συναντήθηκαν με τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ και του έδωσαν μια ράβδο χρυσού με εγχάρακτη επιγραφή και ένα ρολόι Rolex, προσπαθώντας να εντυπώσουν στον πρόεδρο τη ζημιά που έκαναν στην ευρωπαϊκή αυτή χώρα οι δασμοί 39%, οι υψηλότεροι που είχαν επιβληθεί σε οποιαδήποτε αναπτυγμένη οικονομία.

Η πρόεδρος ου ελβετικού κόμματος των Πρασίνων Λίζα Ματσόνε χαρακτήρισε τη συμφωνία «δηλητηριασμένο δισκοπότηρο» και είπε πως η χώρα της απέκτησε της παραχωρήσεις μέσω «αμφίβολων μεθόδων και χρυσών δώρων». Οι Πράσινοι υποστηρίζουν πως η συμφωνία θυσιάζει την ελβετική γεωργία ανοίγοντας τον βαριά προστατευμένο τομέα σε εισαγωγές αμερικανικών προϊόντων όπως το βόειο κρέας.

Ο Σάμιουελ Μπενταχαν, συν-πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών, είπε πως είναι απαράδεκτο η εξωτερική και οικονομική πολιτική να «διαπραγματεύονται από δισεκατομμυριούχους και CEOs μεγάλων εταιρειών σε μυστικές συναντήσεις». Ο τοπικός τύπος έχει χαρακτηρίσει την λεγόμενη διπλωματία της ράβδου χρυσού «απρεπή» και έχει προειδοποιήσει για «ολιγαρχική εξαγορά».

Το δεξιό Λαϊκό κόμμα ήταν πολύ πιο υποστηρικτικό ως προς τη συμφωνία, ενώ άλλα μέσα έχουν χαρακτηρίσει την οικονομική διπλωματία ως πραγματιστική.

Ο Μπέντζαμιν Μιούλμαν, συν-πρόεδρος του κεντρώου φιλοεπιχειρηματικού FDP είπε πως, ενώ το κόμμα έχει ανησυχίες για τις παραχωρήσεις που έγιναν στις ΗΠΑ, ωστόσο «το γεγονός πως η πολιτική και οι επιχειρήσεις συνεργάστηκαν για να καταλήξουν σε μια τέτοια συμφωνία είναι θεμελιωδώς θετικό».

Επικρίσεις έχουν προκύψει επίσης για το πόσες πληροφορίες των πολιτικών διαπραγματεύσεων μοιράστηκαν με τους επιχειρηματίες.

«Υπάρχει μια αίσθηση για ορισμένους στην Ελβετία πως αυτό ήταν πολύ κοντά στη διαφθορά» ανέφερε ο Ντάνιελ Ουόκερ, πρώην πρέσβης της Ελβετίας. «Δεν είμαι σίγουρος πως δείχνει την Ελβετία στα καλύτερά της. Δείχνει αλισβερίσι, αλλά αυτό δεν είναι το πως θέλουμε να βλέπουμε τον εαυτόν μας ως πυλώνα καλο-οργανωμένων, θεμιτών διεθνών σχέσεων».

«Ήταν ο χρυσός και το Rolex –και η φωτογραφία» είπε ο Ντέιβιντ Μπαχ, πρόεδρος και ειδικός πολιτικής οικονομίας στην σχολή διοίκησης επιχειρήσεων IMD της Λωζάνης. «Υπάρχει δυσφορία με την οπτική του να δίνονται πλούσια δώρα όπως αυτά πολύ δημοσίως σε μια χώρα που γενικά εκτιμά τον να είναι πιο συγκρατημένη και ταπεινή στη διεθνή σκηνή».

Η διχογνωμία αναφορικά με τη συμφωνία θα μπορούσε να καθυστερήσει το πέρασμά της από το ελβετικό κοινοβούλιο. Κατά το εξαιρετικά αναπτυγμένο σύστημα της Ελβετίας, η εμπορική συμφωνία εξακολουθεί να βρίσκεται σε πολύ πρώιμο στάδιο.

Η κυβέρνηση χρειάζεται εντολή από το κοινοβούλιο για να ξεκινήσει επίσημες διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ· οποιαδήποτε συμφωνία διαπραγματευτεί με την Ουάσινγκτον θα αποτελέσει στη συνέχει αντικείμενο ψηφοφορίας και στα δυο σώματα της Βουλής. Θα μπορούσε επίσης να καταλήξει να τεθεί σε εθνικό δημοψήφισμα.

Ακόμα και στο καλύτερο σενάριο, η συμφωνία μπορεί να μην φτάσει στη Βουλή μέχρι τα τέλη του 2026, αν και ο δασμός 15% θα τεθεί σε ισχύ στο μεταξύ, εν αναμονή της επικύρωσης της συμφωνίας.

H Βέρνη ήταν πρόθυμη να εξασφαλίσει μια συμφωνία μετά τις πρώιμες συμφωνίες της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ουάσινγκτον. Οι Ελβετοί διαπραγματευτές, υπό την ηγεσία της προέδρου και υπουργού Οικονομικών Κάριν Κέλερ-Σούτερ, θεώρησαν πως βρίσκονταν κοντά σε έναν συμβιβασμό το καλοκαίρι που θα είχε οδηγήσει σε δασμούς περίπου 10%, αλλά ο Λευκός Οίκος επέβαλε δασμούς 39% τον Αύγουστο, σοκάροντας τους πολιτικούς και τους επιχειρηματικούς ηγέτες.

Με την Ελβετία να έχει καταργήσει τους δικούς της βιομηχανικούς δασμούς, και τις ΗΠΑ να είναι η μεγαλύτερη εξαγωγική της αγορά για ρολόγια, σοκολάτες και μηχανολογικό εξοπλισμό, ο Τραμπ επικαλέστηκε το εμπορικό έλλειμμα ύψους περίπου 39 δισ. δολαρίων με τις ΗΠΑ ως δικαιολογία για τον υψηλότερο δασμό.

Καθώς το αδιέξοδο συνεχίζονταν, ορισμένοι στη Βέρνη πίεσαν για μεγαλύτερη εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα, προτείνοντας τη «στρατολόγηση» προσωπικοτήτων όπως ο Ελβετός πρόεδρος της Fifa Τζιάνι Ινφαντίνο, ο οποίος έχει φιλικούς δεσμούς με τον Τραμπ.

«Ήταν καταδικασμένοι ό,τι και αν έκαναν» σχολίασε ένας κυβερνητικός αξιωματούχος. «Πριν από αυτό όλοι ήθελαν ο ιδιωτικός τομέας να βοηθήσει την κατάσταση. Νομίζω το πραγματικό πρόβλημα ήταν ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε να το είχε επικοινωνήσει καλύτερα στον λαό».

Ο υπουργός Οικονομίας της Ελβετίας Γκι Παρμελέν, που ανέλαβε τις διαπραγματεύσεις από την Κέλερ-Σούτερ, απέρριψε τις επικρίσεις για τη συμφωνία, λέγοντας πως είναι «το καλύτερο που θα μπορούσαμε να πετύχουμε» κα πως «δεν έχουμε πουλήσει τις ψυχές μας στον διάβολο».

Ο Άλφρεντ Γκάντνερ, συνιδρυτής της Partners Group που ήταν παρών στη συνάντηση στον Λευκό Οίκο, είπε πως η συνεργασία δημοσίου-ιδιωτικού τομέα απέφερε «μια πολύ απαραίτητη λύση».

«Είναι τεκμήριο του επαγγελματισμού και της ανοικτότητας της ελβετικής ηγεσίας… που έχουν διασφαλίσει ότι ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να εμπλέκεται με διαφάνεια και εποικοδομητικά στην προώθηση των συμφερόντων της χώρας», είπε.

Ο εμπορικός διευθυντής της MKS PAMP Όμαρ Λαις, είπε πως «η συνεργασία μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα δεν είναι μοναδική στην Ελβετία· είναι μια προσέγγιση που τακτικά αποφέρει εξαιρετικά αποτελέσματα όταν γίνεται σωστά».

Η Rolex αρνήθηκε να σχολιάσει, ενώ οι Mercuria, Richemont και MSC δεν απάντησαν στα αιτήματα για σχολιασμό.

Το υπουργείο Οικονομίας είπε πως η επίσκεψη των επιχειρηματικών στελεχών ήταν μια «ιδιωτική πρωτοβουλία» με την υποστήριξη της Κρατικής Γραμματείας Οικονομικών Υποθέσεων (SECO), «αλλά πραγματοποιήθηκε ανεξάρτητα από τη συμμετοχή του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου» στις εμπορικές διαπραγματεύσεις.

«Κατόπιν αιτήματός τους, τα στελέχη των επιχειρήσεων έλαβαν πριν από τη συνάντηση μια γενική ενημέρωση από τη SECO σχετικά με την πορεία των συζητήσεων, χωρίς όμως να αποκαλυφθούν λεπτομέρειες. Η SECO δεν αποκάλυψε σε καμία περίπτωση εμπιστευτικές πληροφορίες», ανέφερε.

© The Financial Times Limited 2025. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο