Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ελλάδα: Γιατί πρέπει να φύγει από την ευρωζώνη

Μοναδική διέξοδος για την Ελλάδα είναι να φύγει από την ευρωζώνη, γράφει ο D. Lachman, στέλεχος του American Enterprise Institute, σε άρθρο που φιλοξενούν οι FT. Έτσι, λέει, θα αποφύγει τις επώδυνες λύσεις.

  • Desmond Lachman*
Ελλάδα: Γιατί πρέπει να φύγει από την ευρωζώνη
Έχοντας περάσει την καριέρα μου παρακολουθώντας τις αναδυόμενες αγορές τόσο στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) όσο και στη Wall Street, έχω δει αρκετές συμφωνίες σταθερών ισοτιμιών να καταρρέουν. Έχω επίσης παρακολουθήσει στενά τα στάδια τα οποία διανύουν οι χώρες που ταλαιπωρούνται από σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες. Αυτή η πείρα με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι όπως ακριβώς συνέβη στην Αργεντινή πριν από μία 10ετία έτσι και στην Ελλάδα πλησιάζουμε προς το τελικό σημείο.

Υπάρχουν όλες οι ενδείξεις ότι έπειτα από δύο ή τρία χρόνια και αφού έχουν σπαταληθεί αρκετά δημόσια κεφάλαια, η Ελλάδα θα πάψει να είναι μέλος της ευρωζώνης.

Το πρώτο βήμα για τη νομισματική κρίση γίνεται όταν μία χώρα, ωθούμενη από την τάση της να εισάγει οικονομική πολιτική, εφαρμόζει σταθερή ισοτιμία του νομίσματός της, κάτι το οποίο δεν ταιριάζει με την οικονομία της. Η Αργεντινή -αντιμέτωπη αρκετές φορές με τη χρεοκοπία- το εφάρμοσε το 1991, όταν συνέδεσε άρρηκτα το πέσο με το δολάριο, σε μία απέλπιδα προσπάθεια να νικήσει τον υπερπληθωρισμό.

Αφού δεν κατόρθωσε να εκπληρώσει τα κριτήρια για την ένταξή της στην ευρωζώνη το 1999, η Ελλάδα -η οποία για αρκετά χρόνια ήταν σπάταλη- κατόρθωσε να τα εκπληρώσει το 2001, χάρη στη δημιουργική λογιστική που εφάρμοσε. Προχωρώντας ένα βήμα πιο πέρα από την Αργεντινή, η Ελλάδα εγκατέλειψε το νόμισμά της και υιοθέτησε το ευρώ. Εισήλθε σε ένα κλαμπ στο οποίο η πιθανότητα κάποιο μέλος να το εγκαταλείψει δεν υπάρχει.

Το επόμενο στάδιο προς την κρίση είναι όταν μία χώρα εφαρμόζει πολιτικές που δεν συνάδουν με τις συμφωνίες τις οποίες έχει κλείσει. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών η δημοσιονομική πειθαρχία ήταν κάτι άγνωστο για την Αθήνα. Η είσοδος στην ευρωζώνη υποτίθεται ότι υποχρεώνει κάθε χώρα να είναι πιστή στις εντολές της Συνθήκης του Μάαστριχτ, δηλαδή να διατηρεί το έλλειμμά της χαμηλότερα από το 3% του ΑΕΠ και το χρέος της χαμηλότερα από το 60% του ΑΕΠ. Το έλλειμμα της Ελλάδας έχει φτάσει στο 12,7% του ΑΕΠ, ενώ το χρέος της προβλέπεται ότι θα αγγίξει φέτος το 120% του ΑΕΠ.

Το διογκωμένο έλλειμμα, μαζί με τα υποχρεωτικά χαμηλά επιτόκια, δημιουργεί τις συνθήκες για το τέλος του παιχνιδιού. Το πράττει όχι μόνο λόγω του ότι τα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας έχουν εισέλθει σε αβέβαιη πορεία, αλλά και με τη μείωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Σε αυτό το πεδίο η Ελλάδα έχει κατορθώσει να ξεπεράσει ακόμη και την Αργεντινή, καθώς η ανταγωνιστικότητά της έχει υποχωρήσει κατά 30% σε σύγκριση με τους εταίρους της στην Ε.Ε.

Καθώς αρχίζουν να εμφανίζονται οι έντονες ανησυχίες των αγορών, οι χώρες στρέφονται προς εξωτερική βοήθεια. Στην περίπτωση της Αργεντινής αυτό σήμαινε στροφή προς το ΔΝΤ (με τις ευλογίες των ΗΠΑ). Για την Ελλάδα σημαίνει στροφή στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Όμως στη δεύτερη περίπτωση ο «σπόνσορας» δεν είναι τόσο πρόθυμος να προσφέρει απεριόριστη ρευστότητα, ενώ παράλληλα ζητά από τη χώρα να εφαρμόσει σκληρές, εισαγόμενες, πολιτικές.

Στην περίπτωση της Αργεντινής η συνεχής στήριξη από το ΔΝΤ πρόσφερε κάποια σωτηρία για ένα-δύο χρόνια και κατόπιν ξέσπασαν έντονες διαμαρτυρίες από τους πολίτες, αποδεικνύοντας ότι το ΔΝΤ δεν είχε να ασχοληθεί με ένα απλό νομισματικό πρόβλημα, αλλά με μία περίπτωση πιθανής χρεοκοπίας.

Είναι πολύ δύσκολο να «δει» κάποιος την τρέχουσα κρίση στην Ελλάδα να έχει καλύτερο happy end. Κάθε προσπάθεια να υπάρξει μείωση του ελλείμματος στα επίπεδα που ορίζει το Μάαστριχτ θα οδηγήσει σε βαθύτερη ύφεση. Η προσπάθεια να υπάρξει στήριξη της ελληνικής ανταγωνιστικότητας μέσω μείωσης μισθών θα οδηγήσει σε εφαρμογή σκληρών και μη αποδεκτών πολιτικών για αρκετά χρόνια.

Τα μηνύματα, δε, δεν είναι διόλου θετικά: οι ανακοινώσεις για λήψη μέτρων περιορισμού των δαπανών έχουν ήδη ξεσηκώσει διαμαρτυρίες. Επίσης, η ΕΚΤ δεν φαίνεται πρόθυμη να προσφέρει χρηματοδότηση. Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν υποβαθμίσει την Ελλάδα, ενώ ο κ. Jurgen Stark, στέλεχος της ΕΚΤ, έχει δηλώσει ότι η διάσωση της χώρας δεν είναι εφικτή.

Εάν υπάρχει κάτι που οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να διδαχτούν από την Αργεντινή είναι ότι δεν μπορούν να αποφύγουν το αναπόφευκτο. Η χώρα έχει τόσο υψηλό χρέος που δύσκολα θα μπορέσει να το αναδιοργανώσει. Η Αθήνα θα πρέπει να εγκαταλείψει όσο το δυνατόν γρηγορότερα την ευρωζώνη. Βέβαια, αυτό δεν είναι ένα τέλος που ταιριάζει στις «παραδοσιακές» Ελληνικές Τραγωδίες.

* Ο αρθρογράφος είναι στέλεχος του American Enterprise Institute.
© The Financial Times Limited 2010. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v