Η UBS για το 2026 ξεχωρίζει ανάμεσα σε όλες τις ελληνικές και τις ξένες ευρωπαϊκές τράπεζες την Τράπεζα Πειραιώς, μια από τις σπανιότερες περιπτώσεις ευρωπαϊκής τράπεζας που συνδυάζει υψηλή κερδοφορία με χαμηλή αποτίμηση, δημιουργώντας ένα επενδυτικό προφίλ που δύσκολα αγνοείται.
Με τιμή-στόχο τα 9,2 ευρώ, η τράπεζα εμφανίζει ένα από τα μεγαλύτερα περιθώρια ανόδου μεταξύ των τραπεζών που καλύπτει ο οίκος, στηριζόμενη σε απόδοση ιδίων κεφαλαίων στη ζώνη του 15% και σε κεφαλαιακή παραγωγή που, βάσει των υπολογισμών της UBS, τοποθετείται πάνω από τον μέσο όρο της Ευρώπης.
Η εικόνα συμπληρώνεται από το πλεονέκτημα χρηματοδότησης που προσφέρει το υψηλό μερίδιο καταθέσεων όψεως, στοιχείο που περιορίζει το κόστος χρήματος και ενισχύει τη δυνατότητα διατήρησης ισχυρών καθαρών εσόδων από τόκους ακόμη και σε περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων. Τα top picks του ελβετικού οίκου για το 2026 πλην της Πειραιώς είναι οι μετοχές των ABN, Erste Bank, Barclays, ING, Santander και SocGen.
Σε αυτό το valuation πλαίσιο, οι υπόλοιπες ελληνικές τράπεζες λειτουργούν ως σημεία αναφοράς που ενισχύουν τη συνολική αξιολόγηση της UBS για το ελληνικό banking. Η Eurobank, σταθερά τοποθετημένη στο άνω μέρος της ευρωπαϊκής κατάταξης ως προς την απόδοση ιδίων κεφαλαίων, επιβεβαιώνει ότι η εγχώρια αγορά διαθέτει πλέον τραπεζικούς ομίλους με θεμελιώδη χαρακτηριστικά αντίστοιχα μεγάλων ευρωπαϊκών παικτών.
Η Εθνική Τράπεζα εμφανίζει εξίσου ισχυρή θέση στους πίνακες αποδοτικότητας, ενώ στη μέτρηση των χρηματοροών καταγράφει προφίλ που αντανακλά τη βαθιά οργανική ευρωστία του ισολογισμού της.
Η Alpha Bank, τέλος, ενισχύει τη συνολική εικόνα του ελληνικού κλάδου μέσω της παρουσίας της στο θετικό τμήμα της κατάταξης χρηματοροών, ενώ οι εξαγορές που επισημαίνει η UBS λειτουργούν ως παράμετρος που ενδέχεται να επηρεάσει θετικά τόσο την ανάπτυξη όσο και τις μελλοντικές αποτιμήσεις.
Η UBS τοποθετεί την τιμή-στόχο για την Αlpha Bank στα 4,30 ευρώ με περιθώριο 25%, τη Eurobank στα 4,20 ευρώ με 21%, ενώ για την Εθνική Τράπεζα η εκτίμηση φθάνει τα 15,40 ευρώ, που αντιστοιχεί σε άνοδο 14%.
Οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να ξεχωρίζουν σε επίπεδο αποτίμησης, καθώς οι μετοχές τους διαπραγματεύονται με δείκτη τιμής προς κέρδη 8,3 φορές για το 2026 και 7,3 φορές για το 2027. Πρόκειται για επίπεδα αισθητά χαμηλότερα από τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών, που κινείται στις 9,7 και 8,8 φορές, αλλά και από τις αντίστοιχες αποτιμήσεις των ισπανικών ομίλων, στις 10,2 και 9,1 φορές. Η απόκλιση αυτή δημιουργεί, σύμφωνα με τη UBS, έναν χώρο σημαντικού περιθωρίου επανατιμολόγησης, καθώς οι αποδόσεις των ελληνικών τραπεζών παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και οι ισολογισμοί τους έχουν πλέον θωρακιστεί.
Πεδίο υποτιμημένου δυναμικού το ρίσκο, καταλύτης η Πειραιώς
Σε ό,τι αφορά το risk-driven σκέλος, η UBS αναγνωρίζει ότι η Πειραιώς εμφανίζει ιδιαίτερη ευαισθησία σε μεγαλύτερη πτώση των επιτοκίων, λόγω της υψηλής συμμετοχής καταθέσεων όψεως· ωστόσο, η ίδια αυτή δομή αποτελεί και πηγή ανθεκτικότητας σε περιόδους μεταβλητότητας του κόστους χρήματος.
Παράλληλα, το πολύ χαμηλό επίπεδο καθυστερούμενων ανοιγμάτων και η σταθερά υψηλή οργανική παραγωγή κεφαλαίου λειτουργούν ως αντίβαρο που περιορίζει ουσιαστικά το προφίλ κινδύνου της. Σε συγκριτικό επίπεδο, οι άλλες τρεις ελληνικές τράπεζες επιβεβαιώνουν το ευρύτερο risk narrative της UBS: χαμηλά ποσοστά καθυστερήσεων, ενισχυμένα κεφαλαιακά μαξιλάρια και σταθερές πηγές εσόδων. Έτσι, το risk premium της χώρας δεν λειτουργεί πλέον ως επιβαρυντικός παράγοντας στις αποτιμήσεις, αλλά ως πεδίο υποτιμημένου δυναμικού σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Το τελικό συμπέρασμα που αποτυπώνει η UBS είναι ότι η Πειραιώς αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της νέας κανονικότητας: μια τράπεζα με υψηλή αποδοτικότητα, ενισχυμένη κεφαλαιακή θέση και ελκυστική αποτίμηση, τοποθετημένη σε έναν κλάδο που συνολικά εξακολουθεί να διαπραγματεύεται χαμηλότερα από ό,τι δικαιολογούν τα θεμελιώδη του.
Σε αυτό το περιβάλλον, η Πειραιώς λειτουργεί ως καταλύτης για το επενδυτικό ενδιαφέρον προς το ελληνικό banking, ενώ οι υπόλοιποι όμιλοι συμπληρώνουν την εικόνα ενός συστήματος που πλέον διεκδικεί ρόλο όχι μόνο περιφερειακού πρωταγωνιστή, αλλά και ευρωπαϊκού σημείου αναφοράς.
