Σε κατάσταση ετοιμότητας βρίσκονται ξένοι και εγχώριοι κεφαλαιούχοι προκειμένου να επενδύσουν μεγάλο ύψος κεφαλαίων στην Ελλάδα, ωστόσο πριν πουν το τελικό «Ο.Κ.» επιθυμούν να ξεκαθαριστούν μια σειρά πράγματα που αφορούν το οικονομικό, το πολιτικό, το τραπεζικό και το θεσμικό περιβάλλον της χώρας.
Γενικότερα, τέσσερις είναι οι βασικότεροι παράγοντες που φρενάρουν το ενδιαφέρον των ξένων:
α) Η απροθυμία των τραπεζών να κουρέψουν δάνεια
β) ο πολιτικός κίνδυνος,
γ) η υπερβάλλουσα φορολόγηση και μάλιστα όχι επί των κερδών αλλά επί του κόστους
δ) μια σειρά αβεβαιοτήτων θεσμικού χαρακτήρα γύρω από πολλούς κλάδους της οικονομίας
«Μέχρι τώρα έχουν γίνει ηχηρά deals, ωστόσο θα πρέπει να σημειώσει κάποιος πως οι μέχρι σήμερα τοποθετήσεις των ξένων αφορούσαν ισχυρές ελληνικές εταιρείες (π.χ. Eurobank Properties, Πανγαία, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ) που δεν είχαν κανένα ουσιαστικό πρόβλημα χρηματοδότησης. Ακόμη και οι τοποθετήσεις των ξένων σε ομολογιακά δάνεια ελληνικών εταιρειών (π.χ. S&B Βιομηχανικά Ορυκτά, Frigoglass, Ελληνικά Πετρέλαια) επικεντρώθηκαν και πάλι σε ισχυρούς ομίλους και όχι σε επιχειρήσεις με σοβαρά προβλήματα ρευστότητας.
Όσο για τη συγκέντρωση του ενδιαφέροντος κυρίως σε τουριστικές (π.χ. Αστέρας Βουλιαγμένης, Ελληνικό) και εξαγωγικές επιχειρήσεις, αυτό οφείλεται στο ότι οι πωλήσεις αυτών των εταιρειών επηρεάζονται από τις συνθήκες που επικρατούν στη διεθνή οικονομία και όχι στην Ελλάδα.
Το μεγάλο ζήτημα όμως αφορά τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα και στις περιπτώσεις αυτές θεωρούμε πολύ δύσκολο να υπάρξουν deals πριν οι τράπεζες προχωρήσουν σε γενναία κουρέματα δανείων. Κάτι τέτοιο όμως δεν φαίνεται ορατό, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, πως οι τράπεζες καλούν τους ήδη υπάρχοντες βασικούς μετόχους να βάλουν το χέρι στην τσέπη και δείχνουν οι ίδιες πρόθυμες να κεφαλαιοποιήσουν ένα σημαντικό μέρος του χρέους τους, αν κρίνουν πως οι εταιρείες είναι βιώσιμες.
Απλά, σε αυτές τις περιπτώσεις θα καλύψουν οι ίδιες οι τράπεζες τις άμεσες ανάγκες κεφαλαίου, θα υλοποιήσουν προγράμματα αναδιοργάνωσης και θα βγουν πωλητές σε κάποια μελλοντική φάση, όταν θα μπορούν να αντέξουν το κλείδωμα των ζημιών, οι οποίες πιστεύουν ότι τότε θα είναι χαμηλότερες».
Αυτά δήλωσε στο Euro2day.gr γνωστός παράγοντας της αγοράς που δραστηριοποιείται έντονα στην προσέλκυση ξένων funds στην Ελλάδα και συμπλήρωσε: «Το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει φρενάρει ως έναν βαθμό το ενδιαφέρον των ξένων, λόγω κυρίως δύο παραγόντων: Πρώτον, του πολιτικού κινδύνου που εκτιμούν ότι υπάρχει στην Ελλάδα (δεν φοβούνται αλλαγή κυβέρνησης, αλλά ακυβερνησία, ή πολύ μακρά προεκλογική περίοδο) και δεύτερον της διαφαινόμενης πρόθεσης των αμερικανικών αρχών να αρχίσουν σταδιακά να περιορίζουν την παροχή πρόσθετης ρευστότητας στο σύστημα. Όσο νωρίτερα κλείσουν οι συζητήσεις περί χρηματοδοτικού κενού, τόσο το καλύτερο για την προσέλκυση κεφαλαίων».
Πέρα όμως από το πολιτικό ρίσκο και την απροθυμία των τραπεζών να προχωρήσουν σε κουρέματα δανείων, υπάρχουν και άλλα ζητήματα που ενοχλούν τους επενδυτές, όπως για παράδειγμα η αβεβαιότητα για μια σειρά πράγματα, σε κάποιους κλάδους.
Στον κλάδο της υγείας για παράδειγμα, κύκλοι της αγοράς εκτιμούν πως θα μπορούσε να υπάρξει κάποιο ενδιαφέρον (χαμηλές αποτιμήσεις, δυνατότητες ιατρικού τουρισμού), ωστόσο αναρωτιούνται πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό, όταν ο ΕΟΠΥΥ αλλάζει στάση σε καθημερινή βάση, όταν το δημόσιο εξακολουθεί να μην ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του και οι τράπεζες δεν κουρεύουν δάνεια.
Στασιμότητα επενδύσεων επικρατεί και στο ζήτημα των εναλλακτικών πηγών ενέργειας, όπου όχι μόνο βρίσκεται στον αέρα το ζήτημα της φορολογίας, αλλά και ο ΛΑΓΗΕ δεν λέει να περιορίσει τις πολύμηνες καθυστερήσεις στην πληρωμή των παραγωγών ΑΠΕ. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα πρόεδρου εισηγμένης που δηλώνει πως ενώ η εταιρεία του βρίσκεται ένα βήμα πριν από την ολοκλήρωση των αδειών χρηματοδότησης, στην πράξη παίζει καθυστερήσεις μέχρις ότου ξεκαθαρίσει το περιβάλλον.
Επιπρόσθετα, παράγοντες της αγοράς υποστηρίζουν πως πολύ περισσότερα κεφάλαια θα μπορούσαν να προσελκυσθούν σε περίπτωση που αλλάξει η φορομπηχτική πολιτική του κράτους. Ειδικά στις βιομηχανίες, η φορολογία δεν επιβάλλεται επί του ύψους των κερδών, αλλά ουσιαστικά επί του κόστους (ενέργεια, υψηλές εργοδοτικές εισφορές), ενώ στην αγορά ακινήτων, οι ξένοι μόνο μέσω του θεσμού των ΑΕΕΑΠ φαίνεται πως μπορούν να βρουν... κάποια άκρη.
Το υπάρχον φορολογικό πλαίσιο δεν βοηθά ούτε και την άντληση κεφαλαίων από τη σύναψη ομολογιακών δανείων, αυτό ωστόσο ελπίζεται να αλλάξει μέσα από ένα νέο φορολογικό νομοσχέδιο-«σκούπα» το οποίο φαίνεται να προωθεί η κυβέρνηση.
Υπό αυτές τις συνθήκες, παράγοντες της αγοράς πιστεύουν πως -υπό προϋποθέσεις-θα δούμε πολύ περισσότερες επενδύσεις αρχικά από το προσεχές φθινόπωρο και κυρίως από το 2015 και μετά, αν ρυθμιστεί ευνοϊκά ο τρόπος αποπληρωμής του ελληνικού χρέους, αρχίσουν να αποκλιμακώνονται κάποιοι φόροι και δεν υπάρξει κάποια έξαρση πολιτικού ρίσκου.