Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τηλεπικοινωνίες: Πώς θα αποζημιώνονται έξτρα δαπάνες για παροχή καθολικής υπηρεσίας

Στη διεξαγωγή Δημόσιας Διαβούλευσης σχετικά με τον καθορισμό κριτηρίων για την εκτίμηση της «αθέμιτης επιβάρυνσης» στην παροχή υπηρεσιών Καθολικής Υπηρεσίας προχώρησε η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών – Ταχυδρομείων.

Τηλεπικοινωνίες: Πώς θα αποζημιώνονται έξτρα δαπάνες για παροχή καθολικής υπηρεσίας

Αποζημίωση σε περίπτωση αθέμιτης επιβάρυνσης του παρόχου καθολικής υπηρεσίας  προβλέπει απόφαση της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών – Ταχυδρομείων η οποία τίθεται σε διαβούλευση προκειμένου να τεθεί σε ισχύ μέσα στο 2022.

Πρόκειται για τον καθορισμό κριτηρίων με βάση τα οποία  θα προκύπτει αν το Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας αποτελεί αθέμιτη επιβάρυνση για τον υπόχρεο πάροχο καθολικής υπηρεσίας, μεταξύ των οποίων:

  • Τίθεται «ποσό κατώτατου ορίου» ύψους διακοσίων χιλιάδων ευρώ (200.000€)
  • Καθορισμός «ποσοστού κατώτατου ορίου» του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας, που προκύπτει κατά τον υπολογισμό, προς τα έσοδα του υπόχρεου παρόχου στις αγορές της\ σταθερής τηλεφωνίας και της σταθερής ευρυζωνικότητας ίσου με 0,25%:
  • Αξιολόγηση της ποιότητας εξοπλισμού του παρόχου για την παροχή της ΚΥ, της οικονομικής και χρηματοοικονομικής του κατάστασης καθώς και του μεριδίου αγοράς του.
  • Η κατά ελάχιστον απόδοση του υπόχρεου παρόχου, δηλαδή το WACC (μεσοσταθμικό κόστος κεφαλαίου), επί του απασχολούμενου κεφαλαίου στις δύο αυτές σχετικές αγορές (σταθερής τηλεφωνίας και σταθερής ευρυζωνικότητας).

Η ΕΕΤΤ προσκαλεί τους ενδιαφερόμενους φορείς να υποβάλουν τα σχόλια και τις απόψεις τους σχετικά µε τις προτάσεις της για τον Κανονισμό. Αν υπάρχουν απόψεις ή σχόλια που δεν καλύπτονται από τις διατάξεις του παρόντος κειμένου Δημόσιας Διαβούλευσης, παρακαλούμε να τα συμπεριλάβετε στις απαντήσεις σας.

Οι απαντήσεις πρέπει να υποβληθούν επωνύμως, στην Ελληνική γλώσσα, σε έντυπη μορφή στην έδρα της ΕΕΤΤ (Λ. Κηφισίας 60, Μαρούσι, 15125) ή/και σε ηλεκτρονική μορφή στην ηλεκτρονική διεύθυνση [email protected] έως τη Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2022 και ώρα 15:00 (καταληκτική ημερομηνία υποβολής απόψεων).

Παροχή καθολικής υπηρεσίας και ύπαρξη αθέμιτης επιβάρυνσης

H EETT με την έκδοση της Απόφασης ΑΠ. 1039/2/18-07-2022 «Κανονισμός περί καθορισμού αρχών Κοστολόγησης της Καθολικής Υπηρεσίας» καθόρισε τις αρχές κοστολόγησης και τη μεθοδολογία υπολογισμού του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας. Σύμφωνα με το άρθρο 5, του Κανονισμού, «τα κριτήρια ύπαρξης αθέμιτης επιβάρυνσης θα εξειδικευτούν με μεταγενέστερη απόφαση της ΕΕΤΤ».

Αρχικά σημειώνεται ότι η ύπαρξη Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας (ΚΚΚΥ) δεν προϋποθέτει αυτόματα ότι το ΚΚΚΥ αυτό αποτελεί αθέμιτη επιβάρυνση του υπόχρεου παρόχου. Για τον λόγο αυτό, μετά τον υπολογισμό του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας πρέπει να ακολουθεί η εκτίμηση εάν υπάρχει αθέμιτη επιβάρυνση του υπόχρεου παρόχου.

Η εκτίμηση γίνεται με βάση το ΚΚΚΥ, αφού προηγουμένως έχουν αφαιρεθεί όλα τα οφέλη, τα οποία θα μπορούσε να έχει αποκομίσει ο υπόχρεος πάροχος από την παροχή της Καθολικής Υπηρεσίας (ΚΥ). Ωστόσο ελληνική και κοινοτική νομοθεσία αλλά και αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου θέτουν την βάση πάνω στην οποία μπορεί να οριστεί η αθέμιτη επιβάρυνση του παρόχου.

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο υπόχρεος πάροχος δύναται να αποζημιωθεί στην περίπτωση που κριθεί από την ΕΕΤΤ ότι υπόκειται σε αθέμιτη επιβάρυνση. Συνεπώς, απαιτείται η εισαγωγή κατάλληλων κριτηρίων προκειμένου να εκτιμάται από την ΕΕΤΤ αν το ΚΚΚΥ αποτελεί τυχόν αθέμιτη επιβάρυνση για τον υπόχρεο πάροχο της Καθολικής Υπηρεσίας και αν αυτός είναι σε θέση να το απορροφήσει.

Στο πλαίσιο αυτό η ΕΕΤΤ θέτει σε δημόσια διαβούλευση τα κριτήρια που προτείνει να εφαρμόζονται προκειμένου να εκτιμάται αν το ΚΚΚΥ αποτελεί τυχόν υπερβολική επιβάρυνση για τον υπόχρεο πάροχο της ΚΥ. Τα προτεινόμενα κριτήρια παρουσιάζονται στο σχέδιο σχετικού Κανονισμού που περιλαμβάνεται στο Μέρος Β του παρόντος.

Η μέχρι σήμερα ακολουθούμενη πρακτική της ΕΕΤΤ

Η ΕΕΤΤ, σε όλους τους ελέγχους για τον υπολογισμό του ΚΚΚΥ, που έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα, όσον αφορά στην εκτίμηση αν το Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας (ΚΚΚΥ) αποτελεί για τον υπόχρεο πάροχο αθέμιτη επιβάρυνση, λαμβάνει υπόψη της τα παρακάτω:

  • Το ποσόν του συνολικού Καθαρού Κόστους της Καθολικής Υπηρεσίας, που προκύπτει από τον έλεγχο και εγκρίνεται από την ΕΕΤΤ.
  • Το ποσοστό που προκύπτει από τη σχέση του ΚΚΚΥ με τα συνολικά έσοδα σταθερής τηλεφωνίας του υπόχρεου Παρόχου.
  • Το ποσοστό αυτό, δηλαδή η σχέση του ΚΚΚΥ με τα έσοδα στη συγκεκριμένη αγορά, είναι αυτό που καθορίζει την ύπαρξη ή όχι της αθέμιτης επιβάρυνσης.

Για την εκτίμηση, αν αυτό το ποσοστό αποτελεί ή όχι αθέμιτη επιβάρυνση, πραγματοποιείται μια συγκριτική ανάλυση σε πέντε ευρωπαϊκές χώρες, λαμβάνοντας υπόψη τα αντίστοιχα ΚΚΚΥ σε συνδυασμό με τα έσοδα σταθερής στις σχετικές αγορές.

Η ΕΕΤΤ προβαίνει σε εκτίμηση της αθέμιτης επιβάρυνσης με κριτήριο το τί ακριβώς αποφάσισαν οι πέντε χώρες, δηλαδή, αν θεωρούν ότι υπάρχει ή όχι αθέμιτη επιβάρυνση, για τις αντίστοιχες σχέσεις ΚΚΚΥ και εσόδων στις σχετικές αγορές τους.

Ολόκληρη η απόφαση

ΣΧΕΔΙΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΠΡΟΤEΙΝΟΜΕΝΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΑΘΕΜΙΤΗΣ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΘΟΛΟΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

Άρθρο 1

Πεδίο Εφαρμογής

Ο παρών Κανονισμός ορίζει τα κριτήρια για την εκτίμηση, αν το Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας (ΚΚΚΥ) αποτελεί αθέμιτη επιβάρυνση για τον υπόχρεο πάροχο Καθολικής Υπηρεσίας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Στο πλαίσιο του παρόντος Κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί :

  1. Aθέμιτη επιβάρυνση θεωρείται η επιβάρυνση, η οποία, για μια επιχείρηση χαρακτηρίζεται υπερβολική λόγω της έλλειψης της δυνατότητας εκ μέρους της να την αναλάβει, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της.

Άρθρο 3

Κριτήρια αθέμιτης επιβάρυνσης

  1. Ο υπολογισμός και αξιολόγηση της “αθέμιτης επιβάρυνσης” πραγματοποιείται με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

α. Καθορισμός «ποσού κατώτατου ορίου» ύψους διακοσίων χιλιάδων ευρώ (200.000€):

Αν το ΚΚΚΥ είναι μικρότερο ή ίσο με το «ποσόν κατώτατου ορίου» ο υπόχρεος πάροχος δεν υποβάλει αίτημα στην ΕΕΤΤ για αποζημίωση. Εάν ο υπόχρεος πάροχος υποβάλει αίτημα για ποσόν αποζημίωσης μεγαλύτερο του «ποσού κατώτατου ορίου» και προκύψει από τον έλεγχο ότι το ΚΚΚΥ είναι μικρότερο ή ίσο με το «ποσόν κατώτατου ορίου», τότε ο πάροχος θεωρείται ότι δεν υφίσταται αθέμιτη επιβάρυνση, είναι σε θέση να απορροφήσει το ΚΚΚΥ και δεν αποζημιώνεται.

Το «ποσόν κατώτατου ορίου» κρίνεται ότι αντιστοιχεί στο διαχειριστικό κόστος του υπόχρεου παρόχου για την ετοιμασία και την τεκμηρίωση τόσο της μελέτης του ΚΚΚΥ όσο και της μελέτης τεκμηρίωσης της ύπαρξης αθέμιτης επιβάρυνσης. Επιπλέον, περιλαμβάνει και το διοικητικό κόστος του παρόχου για τη διαδικασία που τηρεί για την αποζημίωσή του από τους υπόλοιπους παρόχους της αγοράς. Κρίνεται ότι σε περίπτωση που το ΚΚΚΥ είναι μικρότερο ή ίσο με το «ποσόν κατώτατου ορίου», τότε τα κόστη αυτά είναι δυσανάλογα σε σχέση με το πραγματικό ποσόν αποζημίωσης, που θα εισπράξει τελικά ο πάροχος και επομένως δεν υφίσταται αθέμιτη επιβάρυνση του υπόχρεου παρόχου.

β. Καθορισμός «ποσοστού κατώτατου ορίου» του ΚΚΚΥ, που προκύπτει κατά τον υπολογισμό, προς τα έσοδα του υπόχρεου παρόχου στις αγορές της\ σταθερής τηλεφωνίας και της σταθερής ευρυζωνικότητας ίσου με 0,25%:

Αν το ποσοστό του ΚΚΚΥ ως προς τα έσοδα του υπόχρεου παρόχου στις αγορές της σταθερής τηλεφωνίας και της σταθερής ευρυζωνικότητας είναι μικρότερο από το «ποσοστό κατώτατου ορίου», ο υπόχρεος πάροχος δεν υποβάλει στην ΕΕΤΤ αίτημα αποζημίωσης. Εάν ο υπόχρεος πάροχος υποβάλει αίτημα για ποσόν αποζημίωσης που αντιστοιχεί σε ποσοστό ΚΚΚΥ ως προς τα έσοδά του στις αγορές της σταθερής τηλεφωνίας και της σταθερής ευρυζωνικότητας μεγαλύτερο ή ίσο με το «ποσοστό κατώτατου ορίου» και προκύψει από τον έλεγχο ποσοστό του ΚΚΚΥ ως προς τα έσοδα του υπόχρεου παρόχου στις αγορές της σταθερής τηλεφωνίας και της σταθερής ευρυζωνικότητας μικρότερο από το «ποσοστό κατώτατου ορίου», τότε ο πάροχος θεωρείται ότι δεν υφίσταται αθέμιτη επιβάρυνση, είναι σε θέση να απορροφήσει το ΚΚΚΥ και δεν αποζημιώνεται.

γ. Αξιολόγηση της ποιότητας εξοπλισμού του παρόχου για την παροχή της ΚΥ, της οικονομικής και χρηματοοικονομικής του κατάστασης καθώς και του μεριδίου αγοράς του.

δ. Η κατά ελάχιστον απόδοση του υπόχρεου παρόχου, δηλαδή το WACC (μεσοσταθμικό κόστος κεφαλαίου), επί του απασχολούμενου κεφαλαίου στις δύο αυτές σχετικές αγορές (σταθερής τηλεφωνίας και σταθερής ευρυζωνικότητας).

Στο κριτήριο αυτό λαμβάνεται υπόψη απόδοση επί του απασχολούμενου κεφαλαίου ίση με το μεσοσταθμικό κόστος κεφαλαίου. Στην περίπτωση που η απόδοση είναι μεγαλύτερη από το WACC, το ΚΚΚΥ δεν θεωρείται αθέμιτη επιβάρυνση και ο υπόχρεος πάροχος είναι σε θέση να το απορροφήσει και δεν αποζημιώνεται.

  1. Κατά την εξέταση και αξιολόγηση των κριτηρίων της παρ. 1 λαμβάνονται υπόψη μεταξύ άλλων:

α) ο βαθμός ανταγωνιστικότητας στην αγορά του υπόχρεου παρόχου (οι εταιρείες με ΣΙΑ σε μία αγορά έχουν λιγότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν ανταγωνιστικό μειονέκτημα ή να έχουν άλλες δυσμενείς επιπτώσεις από την ανάληψη του καθαρού κόστους, πχ. επενδύσεις και καινοτομία). Η απορρόφηση του ΚΚΚΥ δεν πρέπει να επηρεάζει τη δυνατότητα του υπόχρεου παρόχου να ανταγωνίζεται με ίσους όρους με τους ανταγωνιστές του.

β) οι τυχόν περιορισμοί που επιβάλλονται από τη ρύθμιση στον υπόχρεο πάροχο στις συγκεκριμένες ή/και σε συνδεδεμένες αγορές (περιορισμοί που θα μπορούσαν να περιορίσουν τη δυνατότητα μιας εταιρείας με ΣΙΑ να διαμορφώνει τις τιμές και έτσι να περιορίσει τη δυνατότητά της να απορροφά το καθαρό κόστος).

γ) η αξιολόγηση του βαθμού της έκθεσης του υπόχρεου παρόχου στον ανταγωνισμό και ο τυχόν περιορισμός που θα μπορούσε να ασκήσει η ρύθμιση εξαρτάται από το είδος των ρυθμιστικών υποχρεώσεων που θα έχουν επιβληθεί. Δεν θα ληφθεί υπόψη στην αξιολόγηση η έκθεση στον ανταγωνισμό ή/και τη ρύθμιση παρά μόνο για συγκεκριμένη και άμεσα συνδεδεμένη δραστηριότητα ή αγορά. Στο αποτέλεσμα, που θα προκύψει, θα εκτιμηθεί και αξιολογηθεί η πιθανή συμβολή σε αυτό του ΚΚΚΥ. Συνεκτιμώνται, επίσης, η γενικότερη αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα του παρόχου.

δ) η χρησιμοποίηση των «κανονιστικών λογαριασμών» (regulatory accounts), στην περίπτωση, που ο υπόχρεος πάροχος έχει σχετική ρυθμιστική υποχρέωση και συνδυαστικά για επιβεβαίωση οι οικονομικές καταστάσεις.

  1. Εκτός από τα κριτήρια της παρ. 1, η ΕΕΤΤ θα συνεκτιμήσει, ανά περίπτωση, και θα λάβει υπόψη της τα χαρακτηριστικά του εκάστοτε υπόχρεου παρόχου καθώς και οποιοδήποτε άλλο κριτήριο προκύψει ή/και θεωρηθεί απαραίτητο ανάλογα με τη συγκυρία και τη χρονική στιγμή διεξαγωγής του υπολογισμού και της αξιολόγησης της αθέμιτης επιβάρυνσης.
  2. Όλα τα κριτήρια της παρ. 1 εξετάζονται και αξιολογούνται συνδυαστικά για τον υπολογισμό της ύπαρξης τυχόν αθέμιτης επιβάρυνσης.

Άρθρο 4

Υποβολή μελέτης για την αθέμιτη επιβάρυνση

  1. Ο υπόχρεος πάροχος, κατά την υποβολή του αιτήματος αποζημίωσής του, οφείλει να υποβάλει, μαζί με τη μελέτη και τα συνοδευτικά στοιχεία τεκμηρίωσης του ΚΚΚΥ και μελέτη με ανάλογη αιτιολόγηση και στοιχεία που να τεκμηριώνουν τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι το ΚΚΚΥ αποτελεί για αυτόν αθέμιτη επιβάρυνση. Η μελέτη αυτή θα στηρίζεται πάνω σε λεπτομερή ανάλυση επί των κριτηρίων για την ύπαρξη αθέμιτης επιβάρυνσης, που ορίζονται με την παρούσα.
  2. Ο υπολογισμός και η αξιολόγηση της ύπαρξης αθέμιτης επιβάρυνσης για τον υπόχρεο πάροχο διεξάγεται από τον ανεξάρτητο Ελεγκτή, που ορίζεται από την ΕΕΤΤ μετά από διαγωνιστική διαδικασία, για τον έλεγχο του ΚΚΚΥ.

Άρθρο 5

Τελικές Διατάξεις - Έναρξη Ισχύος

  1. Η παρούσα Απόφαση τίθεται σε ισχύ από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και εφαρμόζεται για το ΚΚΚΥ των παρόχων που ορίζονται υπόχρεοι πάροχοι Καθολικής Υπηρεσίας κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της Υπουργικής Απόφασης με αριθ. 7435 ΕΞ 2022/28-2-2022 «Καθορισμός του περιεχομένου της Καθολικής Υπηρεσίας, του εύλογου αιτήματος, των προϋποθέσεων, των κριτηρίων επιλογής και της διαδικασίας για τον καθορισμό επιχείρησης ή επιχειρήσεων που υπέχουν υποχρέωση παροχής Καθολικής Υπηρεσίας» (ΦΕΚ Β΄ 1297).
  2. Τα κριτήρια της παρούσας απόφασης δεν εφαρμόζονται σε ελέγχους του ΚΚΚΥ υπόχρεων παρόχων που έχουν οριστεί πριν την έναρξη ισχύος της παρούσας, οι οποίοι ήδη διενεργούνται ή θα διενεργηθούν, ανεξάρτητα, αν η παρούσα απόφαση της ΕΕΤΤ τεθεί σε ισχύ, χρονικά σε περίοδο, που οι εν λόγω έλεγχοι δεν θα έχουν ακόμα ολοκληρωθεί και δεν θα έχουν ληφθεί σχετικές αποφάσεις της ΕΕΤΤ.
  3. Η παρούσα Απόφαση να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v