O οίκος αξιολόγησης Fitch αναβάθμισε τις προοπτικές της Ελληνικής Δημοκρατίας σε "θετικές" από "σταθερές", διατηρώντας την διαβάθμιση σε "ΒΒΒ-", δηλαδή στο πρώτο σκαλί της επενδυτικής κατηγορίας.
Αυτό σημαίνει ότι βάζει την Ελλάδα στον προθάλαμο για αναβάθμιση εντός των επομένων 12-18 μηνών. Σημειώνεται ότι Fitch και Moody's αξιολογούν το αξιόχρεο της Ελλάδας στο ΒΒΒ- με "σταθερές" προοπτικές".
Ο S&P, έχει την Ελλάδα ένα σκαλί πιο πάνω στο "ΒΒΒ" με "σταθερές" προοπτικές, όπως επίσης η DBRS και η γερμανική Scope.
Η αξιολόγηση
Η αναθεώρηση των προοπτικών για την αξιολόγηση της Ελλάδας οφείλεται στους παρακάτω βασικούς παράγοντες:
Μεγάλο Πλεόνασμα Προϋπολογισμού: Η Ελλάδα κατέγραψε πλεόνασμα προϋπολογισμού 1,3% του ΑΕΠ το 2024 και πρωτογενές πλεόνασμα 4,8%, με το τελευταίο να ξεπερνά τον αρχικό στόχο της κυβέρνησης που ήταν 1%. Αυτό το αποτέλεσμα είναι επίσης καλύτερο από τις προσδοκίες της Fitch και σηματοδοτεί σημαντική βελτίωση σε σχέση με το έλλειμμα 1,4% του 2023. Επίσης, συγκρίνεται ευνοϊκά με το τρέχον μεσαίο έλλειμμα των 'BBB' που είναι 3,7%.
Κατά την άποψη της Fitch, η υπερβολική επίδοση αντικατοπτρίζει δομικές δημοσιονομικές βελτιώσεις, ιδίως καλύτερη είσπραξη φόρων λόγω προηγούμενων φορολογικών μέτρων και αυστηρό έλεγχο δαπανών. Δεδομένης αυτής της ισχυρής αρχικής θέσης, η Fitch προβλέπει πλεονάσματα προϋπολογισμού για τα έτη 2025 και 2026, αν και κάτω του 1%. Τον Απρίλιο του 2025, η κυβέρνηση ανακοίνωσε δημοσιονομική χαλάρωση ύψους 1 δισεκατομμυρίου ευρώ (0,5% του ΑΕΠ) για την ενίσχυση των επενδύσεων και την υποστήριξη των συνταξιούχων και των ενοικιαστών κατοικιών.
Απότομη Πτώση του Δημόσιου Χρέους: Το πλεόνασμα προϋπολογισμού και η ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,3% οδήγησαν σε πτώση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 10 μονάδες το 2024, σε 154%.
Αν και εξακολουθεί να είναι σχεδόν τρεις φορές υψηλότερο από το μέσο όρο των 'BBB' που είναι 52%, αυτό είναι πάνω από 50 μονάδες κάτω από το μέγιστο του 2020 που ήταν 209%. Η Ελλάδα έχει επιτύχει τη μεγαλύτερη μείωση του χρέους μετά την πανδημία μεταξύ των χωρών με investment grade που αξιολογεί η Fitch. Επιπλέον, τα ταμειακά διαθέσιμα είναι υψηλά, περίπου 36 δισ. ευρώ (16% του ΑΕΠ), αρκετά για να καλύψουν όλες τις ληξιπρόθεσμες οφειλές για τα επόμενα τρία έτη. Ο οίκος προβλέπει ότι η ταχεία μείωση του χρέους θα συνεχιστεί στη μέση περίοδο, με τον δείκτη χρέους-ΑΕΠ να πλησιάζει το 120% έως το 2030 στο βασικό σενάριο.
Σύνετη και αξιόπιστη δημοσιονομική δομή: Τα δημοσιονομικά αποτελέσματα του 2024 υπογραμμίζουν την ισχυρή δέσμευση της κυβέρνησης για δημοσιονομική σύνεση. Η τελευταία επίσημη δημοσιονομική πρόβλεψη, η ενημέρωση του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού σχεδίου του Μαΐου 2025, είναι πλήρως ευθυγραμμισμένη με το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ. Ο σωρευτικός ρυθμός αύξησης των πρωτογενών καθαρών δαπανών για τα έτη 2024-2025, η νέα βασική δημοσιονομική μεταβλητή, αναθεωρήθηκε προς τα κάτω σε 4,2% από τον αρχικό στόχο των 6,5%. Θεωρούμε ότι η δέσμευση της κυβέρνησης για μικρά ελλείμματα προϋπολογισμού και σταθερή μείωση του δείκτη χρέους/ΑΕΠ είναι ιδιαίτερα αξιόπιστη, υποστηριζόμενη από το ιστορικό της μεταπανδημικής περιόδου.
Περιορισμένοι Κίνδυνοι Δαπανών: Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας διατηρεί ισχυρή δημόσια υποστήριξη μετά τις εκλογές του 2023. Ωστόσο, η αργή πρόοδος στη διερεύνηση του σοβαρού σιδηροδρομικού ατυχήματος των Τεμπών οδήγησε σε ένα νέο κύμα δημόσιων διαδηλώσεις στις αρχές του 2025. Πέρα από τις άμεσες πολιτικές επιπτώσεις, η δημόσια δυσαρέσκεια θα μπορούσε να ασκήσει μεγαλύτερη πίεση στην κυβέρνηση να χαλαρώσει πιο σημαντικά τη δημοσιονομική της στάση.
Ιστορικά, η Ελλάδα έχει υψηλότερες δαπάνες άμυνας από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, κοντά στο 3% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τον ορισμό του ΝΑΤΟ. Επομένως, υπάρχει μικρότερη πίεση για αύξηση αυτών των δαπανών, περιορίζοντας περαιτέρω τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς κινδύνους.
Χαμηλοί Κίνδυνοι Χρηματοδότησης: Η ευνοϊκή δομή του χρέους της Ελλάδας, με μεγάλη μέση διάρκεια ωρίμανσης (19 έτη), ευνοϊκά επιτόκια και μεγάλα ταμειακά αποθέματα, μειώνει σημαντικά τους κινδύνους των αγορών και λειτουργεί αντισταθμιστικά έναντι κραδασμών από πιο ασταθείς αγορές ομολόγων. Το πλεονάζον επιτόκιο του συνολικού χρέους είναι περίπου 1,5% (συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων από αναβαλλόμενα επιτόκια), σημαντικά χαμηλότερο από την ονομαστική πορεία ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, που εκτιμάται σε περίπου 4%.
Ανθεκτική Οικονομική Ανάπτυξη: Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2,3% το 2024, ίδια με το 2023, με κύριο κινητήρα την εγχώρια ζήτηση. Η κατανάλωση των νοικοκυριών υποστηρίχθηκε από την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων και την ανάπτυξη της απασχόλησης, ενώ συνεχίστηκε η δυναμική αύξηση των επενδύσεων, εν μέρει λόγω των κινήτρων από τις επιχορηγήσεις και δάνεια του Προγράμματος Next Generation EU. Οι καθαρές εξαγωγές συνέβαλαν ελάχιστα αρνητικά στην ανάπτυξη, κυρίως λόγω του υψηλού εισαγωγικού περιεχομένου των επενδύσεων.
Προβλέπουμε ότι η ανάπτυξη θα παραμείνει πάνω από 2% το 2025 και το 2026, σημαντικά υψηλότερα από την πρόβλεψή μας για ανάπτυξη 0,4% στην ευρωζώνη. Οι άμεσοι κίνδυνοι για την Ελλάδα από τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο είναι περιορισμένοι, καθώς οι εξαγωγές στις ΗΠΑ αντιστοιχούν μόνο στο 4% του συνόλου των εξαγωγών, πολύ κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Ωστόσο, μια πιο σοβαρή αναταραχή στις μεγάλες οικονομίες της ΕΕ θα μπορούσε να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην Ελλάδα.
Ο τραπεζικός τομέας
Η Fitch αναβάθμισε τις αξιολογήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών κατά μία βαθμίδα τον Μάρτιο του 2025, κίνηση που αντανακλά τη βελτίωση στο λειτουργικό περιβάλλον της Ελλάδας και στα πιστοληπτικά προφίλ των τραπεζών, συμπεριλαμβανομένης μιας μακρύτερης περιόδου σταθερής κερδοφορίας, της ολοκλήρωσης του μεγαλύτερου μέρους της εξυγίανσης της ποιότητας του ενεργητικού τους, της ενίσχυσης των κεφαλαιακών τους θέσεων και της σταθερής χρηματοδότησης μέσω καταθέσεων.
Η Fitch αναμένει ότι τα έσοδα από δάνεια και προμήθειες θα συνεχίσουν να αυξάνονται μεσοπρόθεσμα, παρά την πρόσφατη αστάθεια στις αγορές. Οι εξαγορές αναμένεται να αυξήσουν μετρίως τη διεθνή παρουσία και τη διαφοροποίηση των εσόδων. Η κύρια εστίαση των τραπεζών θα παραμείνει στην εγχώρια αγορά.
Σύνδεση τραπεζών-κράτους
Παρά τη βελτίωση στον τραπεζικό τομέα, εξακολουθεί να υπάρχει, ως κληρονομιά της κρίσης, ένας μοναδικά στενός δεσμός μεταξύ του κράτους και των τραπεζών λόγω του μεγάλου μεριδίου των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs· 12 δισ. ευρώ, 50% των κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων Tier 1 τον Δεκέμβριο 2024) στο κεφάλαιο των τραπεζών. Οι DTCs παραμένουν ενδεχόμενη υποχρέωση για το ελληνικό δημόσιο, κάτι που δεν παρατηρείται σε καμία άλλη χώρα της ευρωζώνης. Τα πρόσφατα σχέδια των τραπεζών για επιτάχυνση της απόσβεσης των DTCs αναμένεται να συμβάλλουν στην εξομάλυνση της κεφαλαιακής τους δομής τα επόμενα χρόνια.
Τι μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμιση
Παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε Αρνητική Ενέργεια Αξιολόγησης/Υποβάθμιση:
Δημόσια Οικονομικά: Αποσταθεροποίηση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ της γενικής κυβέρνησης, π.χ. λόγω διαρθρωτικής δημοσιονομικής χαλάρωσης ή υλοποίησης τυχόν ενδεχόμενων υποχρεώσεων.
Μακροοικονομικά: Σοβαρό αρνητικό σοκ που θα επηρέαζε τις μεσοπρόθεσμες αναπτυξιακές δυνατότητες της Ελλάδας ή/και θα επιδείνωνε τις εξωτερικές ανισορροπίες.
Τι μπορεί να οδηγήσει σε αναβάθμιση
Δημόσια Οικονομικά: Αυξημένη εμπιστοσύνη ότι η ταχεία μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ της γενικής κυβέρνησης θα διατηρηθεί μεσοπρόθεσμα, καθοδηγούμενη από σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα.
Μακροοικονομικά: Βελτίωση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών ανάπτυξης και επιδόσεων, για παράδειγμα μέσω αύξησης των επενδύσεων ή/και υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.