Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Εισηγμένες: Ποιες και γιατί ωφελεί η επιμήκυνση

Ποιες εταιρίες παρακολουθούν με ιδιαίτερη αγωνία τις εξελίξεις γύρω από την ευρωπαϊκή παρέμβαση για το ελληνικό δημόσιο χρέος-Για ποιους λόγους οι διοικήσεις τους "καίγονται" για μία ρεαλιστική και αποδοτική λύση.

Εισηγμένες: Ποιες και γιατί ωφελεί η επιμήκυνση
Με έντονο ενδιαφέρον παρακολουθούν πολλές εισηγμένες εταιρίες το θέμα της ευρωπαϊκής παρέμβασης για τη διευθέτηση του χρέους των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου. Και αυτό γιατί από τις εξελίξεις που θα προκύψουν θα επηρεαστούν σε μεγάλο βαθμό και οι δικές τους δραστηριότητες.

Η φετινή άνοδος των τιμών των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, η υποχώρηση των spreads στα κρατικά ομόλογα αλλά και η συμμετοχή των ξένων θεσμικών χαρτοφυλακίων στις αυξήσεις κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών αποτελούν δείγματα βελτίωσης του κλίματος που επικρατεί για την ελληνική οικονομία. Αυτή η βελτίωση πηγάζει από τη διαφαινόμενη πρόθεση του ευρωπαϊκού Βορρά να "στηρίξει" τον... ασθενή Νότο.

Κοινή αντίληψη μεταξύ των παραγόντων της αγοράς είναι ότι μια ρεαλιστική αντιμετώπιση του ελληνικού χρέους από την Ευρώπη θα ωφελήσει όλους τους κλάδους της οικονομίας, ωστόσο φαίνεται πως κάποιοι από αυτούς θα ωφεληθούν πολύ περισσότερο από τους άλλους.

Από μια ευνοϊκή λύση, λοιπόν, πρώτες και καλύτερες θα ωφεληθούν οι τράπεζες. Κι αυτό διότι θα μειωθεί δραστικά ο κίνδυνος που αυτήν τη στιγμή ενσωματώνουν τα χαρτοφυλάκια ομολόγων, είτε απεικονίζονται λογιστικά είτε όχι. Και επίσης θα είναι πιο εύκολη υπόθεση γι' αυτές η επιστροφή τους στις αγορές για δανεισμό. Άρα, αποφεύγουν νέες αυξήσεις κεφαλαίου ή προσφυγή στις προνομιούχες μετοχές του πακέτου της τρόικας και επιπλέον βελτιώνουν και τη ρευστότητά τους.

Όλα αυτά καθίστανται πολύ σημαντικά σε μια περίοδο όπου οι καταθέσεις μειώνονται, η Ελλάδα απειλείται με νέα υποβάθμιση από τη Moody's και είναι αμφίβολο κατά πόσον η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα ανοίξει κι άλλο τη στρόφιγγα προς τους ελληνικούς ομίλους, πέρα από τα περίπου 90 δισ. ευρώ που έχει διαθέσει μέχρι σήμερα.

Εκτός από τις τράπεζες, με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένουν τις εξελίξεις οι μεγάλοι κατασκευαστικοί όμιλοι, οι οποίοι, μπορεί μεν να διαθέτουν μεγάλα ανεκτέλεστα υπόλοιπα έργων (πολλαπλάσια του ετήσιου τζίρου τους), ωστόσο:
 
α) Τα υπόλοιπα αυτά συρρικνώνονται καθώς την τελευταία διετία τα νέα έργα βγαίνουν με το σταγονόμετρο, β) Μερικά από τα έργα τους (κυρίως στο εξωτερικό) έχουν κάποια θέματα να αντιμετωπίσουν, γ) Οι μεγάλοι αυτοχρηματοδοτούμενοι αυτοκινητόδρομοι (π.χ. Ελευσίνα - Τσακώνα, Κόρινθος - Καλαμάτα κ.λπ.) παραμένουν κολλημένοι λόγω μιας σειράς προβλημάτων, με κυρίαρχο τα άδεια από ρευστότητα κρατικά ταμεία. Δεν είναι τυχαίο, μάλιστα, ότι οι κατασκευαστικοί όμιλοι αφήνουν ανοιχτό πλέον το ενδεχόμενο να επαναδιαπραγματευθούν τις συμβάσεις τους με το ελληνικό δημόσιο.

Σε κάθε περίπτωση, η ουσιαστική επιμήκυνση στην αποπληρωμή του δημόσιου χρέους θα έδινε ρευστότητα αρκετών δισ. ευρώ ετησίως, μέσω της οποίας η κυβέρνηση θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει σημαντικά επενδυτικά projects, γεγονός που αναμφίβολα θα ευνοούσε και τον κλάδο των κατασκευών. Αλλά και αυτό να μη γίνει, θα ανοίξουν οι στρόφιγγες των τραπεζών.

Ανάλογες συνθήκες με τον κατασκευαστικό κλάδο επικρατούν και στην αγορά πληροφορικής, όπου έργα του Δημοσίου έχουν να φανούν εδώ και περίπου δύο χρόνια, ενώ -παρά τα κατά καιρούς φιλόδοξα σχέδια που ανακοινώνονται- δεν έχει ακόμη προκηρυχτεί μέχρι σήμερα κάποιο σημαντικό project.

Επίσης, η τρόικα πιέζει την κυβέρνηση να μειώσει δραστικά τις υποχρεώσεις του ελληνικού δημοσίου (ασφαλιστικών ταμείων κ.λπ.) προς τις εταιρίες του κλάδου της ιδιωτικής υγείας κάτω από τρίμηνο, ωστόσο αυτές σήμερα κυμαίνονται κατά μέσο όρο γύρω στο ένα έτος. Παρά τις πιέσεις της, όλοι γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να δοθούν χρήματα αν… δεν υπάρχει σάλιο και έτσι ελπίζεται ότι η επιμήκυνση του δημόσιου χρέους θα έλυνε τα χέρια της κυβέρνησης και θα έβγαζε τη θηλιά από τον λαιμό των επιχειρήσεων του κλάδου.

Άλλες επιχειρήσεις που θα ωφεληθούν σημαντικά σε περίπτωση ικανοποιητικής ευρωλύσης είναι οι επιβαρυμένες με υψηλό τραπεζικό δανεισμό. Η υπάρχουσα συγκυρία πιέζει τις τράπεζες να αυξήσουν τα επιτόκια καταθέσεων (βλέπε ανοδική πορεία Ιανουαρίου), μεταφέροντας παράλληλα το αυξημένο κόστος άντλησης χρήματος στις χορηγήσεις. Έτσι, σε μια περίοδο ιστορικά χαμηλών επιτοκίων στην ευρωζώνη, πλήθος επιχειρήσεις επιβαρύνεται με επιτόκια που ξεπερνούν το 6% και μπορεί ακόμη και να προσεγγίζουν το 9%!

Τα στελέχη των εταιριών αυτών πιστεύουν ότι σε περίπτωση όπου επιτευχθεί σημαντική επιμήκυνση στο δημόσιο χρέος (ή έστω σε ένα μεγάλο κομμάτι του) και μάλιστα με σαφώς χαμηλότερο επιτόκιο από το τρέχον, τότε αυτό θα παρασύρει προς τα κάτω τόσο τα επιτόκια καταθέσεων όσο και την επιβάρυνση των επιχειρήσεων από τις τράπεζες. Και όσο μεγαλύτερη είναι η έκθεση των επιχειρήσεων προς τις τράπεζες, τόσο μεγαλύτερο όφελος θα προκύψει γι' αυτές.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο