Εντείνονται οι πιέσεις των πιστωτών προς την Alco Hellas, μέσα από ανακοινώσεις των τραπεζών Alpha Bank και Πειραιώς για αναγκαστικές κατασχέσεις σε δύο ακίνητα της εισηγμένης, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η παραγωγική της μονάδα στον Ασπρόπυργο.
Όσο και αν η διοίκηση της Alco θα ασκήσει αιτήσεις ανακοπών και στις δύο προαναφερθείσες περιπτώσεις, η ουσία είναι πως τα ανοίγματα είναι μεγάλα και οι λειτουργικές επιδόσεις αρνητικές.
Ειδικότερα, με βάση τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου του 2017 (τελευταία διαθέσιμα), η Alco είχε σημειώσει πωλήσεις 2,5 εκατ. ευρώ, αρνητικό EBITDA (-1,46 εκατ.) και καθαρές ζημίες ύψους 2,78 εκατ. ευρώ.
Επίσης στις 30/6/2017, τα ίδια κεφάλαια ήταν αρνητικά (-17,1 εκατ. ευρώ), οι τραπεζικές υποχρεώσεις 30,2 εκατ. ευρώ και τα ληξιπρόθεσμα υπόλοιπα προς τράπεζες, δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία 31,5 εκατ. ευρώ.
Το όλο κλίμα συμπληρώνεται και από μεταγενέστερες παραιτήσεις δύο μελών του διοικητικού συμβουλίου, μεταξύ των οποίων και του τότε προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου κ. Μπούτου (Σεπτέμβριος 2017).
Παρ' όλα αυτά, η διοίκηση της εταιρείας επιδιώκει κατά τα τελευταία χρόνια την αναχρηματοδότηση του δανεισμού της και την υλοποίηση εξαγωγών στις ΗΠΑ, όπου και ίδρυσε θυγατρική εμπορική εταιρεία.
Απέναντι στις δύο προαναφερόμενες κατασχέσεις (η πρώτη για επιτασσόμενο ποσό 3 εκατ. ευρώ έναντι οφειλής ύψους 13,5 εκατ. ευρώ και η δεύτερη για επιτασσόμενο ποσό 300 χιλ. ευρώ έναντι απαιτήσεως 712 χιλ. ευρώ), η διοίκηση έσπευσε να ανακοινώσει ότι «αφού ήρθε σε επαφή με την πλειοψηφία των μετόχων της εταιρείας, έλαβε τη διαβεβαίωση ότι πέραν των νομικών ενεργειών υποστήριξης της εταιρείας θα μετέλθουν όλων των δυνατών ενεργειών πέραν των δικαστικών δια την επίλυση του προβλήματος και την απρόσκοπτη συνέχιση της λειτουργίας της εταιρείας».
Αυτό που τώρα απομένει να δούμε είναι το ποιες είναι «όλες οι δυνατές ενέργειες» και το κατά πόσο αυτές θα πείσουν τελικά τις πιστώτριες τράπεζες.
Η Alco εισήχθη στο Χρηματιστήριο της Αθήνας τη δεκαετία του 1990, με βασικό μέτοχο τον Θεόδωρο Τζώρτζη, σημειώνοντας επί σειρά ετών κερδοφόρα αποτελέσματα και κινήσεις επέκτασης. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις ήταν η απόκτηση δεύτερης παραγωγικής μονάδας στη Θράκη, η επέκταση στον χώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και κυρίως η απόκτηση της πλειοψηφίας στη γερμανική Alco Deutschland.
Ωστόσο, η έλευση της οικονομικής κρίσης έπληξε καίρια την εγχώρια οικοδομική δραστηριότητα και κατά συνέπεια τις πωλήσεις της Alco στον τομέα παραγωγής προϊόντων διέλασης αλουμινίου.
Το αποτέλεσμα ήταν να αρχίσει να εκποιείται σταδιακά το «μεγάλο ασημικό» του ομίλου, η συμμετοχή του στη γερμανική Alco Deutschland, ενώ επιπλέον πουλήθηκαν έναντι πολύ χαμηλών τιμημάτων και άλλα περιουσιακά στοιχεία σε Ελλάδα και εξωτερικό, στα οποία συγκαταλέγονταν από εμπορικές εταιρείες έως και… επιβατικά αυτοκίνητα.