Είναι μια χρηματιστηριακή αγορά υπερτιμημένη, υποτιμημένη ή δίκαια αποτιμημένη;
Σ' ένα άρθρο του στο περιοδικό Fortune το οποίο συνέγραψε το 2001 με την δημοσιογράφο Κάρολ Λούμις, ο Γουόρεν Μπάφετ παρουσίασε ένα γράφημα το οποίο εμφάνιζε την πορεία της αξίας όλων των εισηγμένων μετοχών προς το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (GNP) των ΗΠΑ τα προηγούμενα 80 χρόνια.
Ο Μπάφετ ανέφερε τότε ότι ο ανωτέρω λόγος ήταν ο καλύτερος απλός δείκτης αποτίμησης των μετοχών οποιαδήποτε στιγμή αν και είχε κάποιους περιορισμούς. Άλλες μελέτες που έγιναν αργότερα έδειξαν ότι ο δείκτης είναι αξιόπιστος. Μια μελέτη του 2022 σε 14 ανεπτυγμένες αγορές εκτός ΗΠΑ κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα για την μεγάλη πλειοψηφία των αγορών τις οποίες εξέτασε με επενδυτικούς ορίζοντες 10ετίας, ξεκινώντας από το 1973.
Πάντως, ο επονομαζόμενος δείκτης Μπάφετ ήταν λιγότερο ακριβής στις προβλέψεις του στις μικρότερες χρηματιστηριακές αγορές.
Σε γενικές γραμμές, όταν η κεφαλαιοποίηση, δηλαδή η συνολική αξία των μετοχών υπό διαπραγμάτευση, προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) υπερβαίνει το 159%, η χρηματιστηριακή αγορά θεωρείται σημαντικά υπερτιμημένη. Όταν ο ίδιος λόγος βρίσκεται μεταξύ 134% και 159% είναι μετρίως υπερτιμημένη και όταν πέφτει μεταξύ 110% και 134% είναι δίκαια αποτιμημένο.
Από την άλλη πλευρά, η αγορά είναι μέτρια υποτιμημένη όταν η κεφαλαιοποίηση προς το ΑΕΠ βρίσκεται μεταξύ 85% και 110% και σημαντικά υποτιμημένη όταν ο λόγος υπολείπεται του 85%.
Στη περίπτωση του Χρηματιστηρίου Αθηνών, η συνολική κεφαλαιοποίηση του ήταν 118 δισ. ευρώ στο τέλος του 1ου τριμήνου ή 127 δισ. δολάρια με την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου κοντά στο 1,08. Το ελληνικό ΑΕΠ ήταν 236 δισ. ευρώ περίπου ή 242 δισ. δολάρια με την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου στο 1,03 στα τέλη του 2024.
Αυτό σημαίνει ότι ο δείκτης Μπάφετ για το ελληνικό χρηματιστήριο βρισκόταν στο 53% περίπου στα τέλη του 1ου τριμήνου. Είναι μάλιστα ακόμη χαμηλότερος αν ληφθεί υπόψη ότι το φετινό ΑΕΠ αναμένεται να ανέλθει σε 247 δισ. ευρώ ή 279 δισ. δολάρια με την ισοτιμία ευρώ δολαρίου στο 1,13. Με άλλα λόγια, η ελληνική αγορά εμφανίζεται σημαντικά υποτιμημένη με βάση τον δείκτη Μπάφετ.
Αν όμως εξετάσουμε την πορεία του δείκτη Μπάφετ για το Χρηματιστήριο της Αθήνας από το 2012 μέχρι σήμερα θα διαπιστώσουμε ότι βρίσκεται σήμερα σε πιο υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια σύμφωνα με την CEIC.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η κεφαλαιοποίηση στην Ελλάδα έφθασε στο υψηλότερο ιστορικό επίπεδο των 241 δισ. δολαρίων τον Μάρτιο του 2008 και στο χαμηλότερο των 18,4 δισ. δολάρια τον Δεκέμβριο του 2012 σύμφωνα με το Τrading Economics.
Από την άλλη πλευρά, πολύ υπερτιμημένες εμφανίζονταν άλλες αγορές στο τέλος του 1ου τριμήνου, λαμβάνοντας υπόψη μόνο την κεφαλαιοποίηση των εισηγμένων εταιρειών άνω του 1 δισ. δολαρίων. Ο δείκτης Μπάφετ για την ελβετική χρηματιστηριακή αγορά ήταν στο 279%, για την αγορά της Σαουδικής Αραβίας στο 235%, της Ταιβάν στο 232% και της αμερικανικής στο 206% σύμφωνα με τους bestbrokers.com.
Σημαντικά υπερτιμημένες ήταν επίσης οι χρηματιστηριακές αγορές της Σουηδίας με 194%, της Ιρλανδίας με 183%, της Δανίας με 173% και του Λουξεμβούργου με 143%.
Κοντολογίς, ο δείκτης Μπάφετ εμφανίζει μεν την ελληνική αγορά σημαντικά υποτιμημένη σήμερα, αλλά αυτό τίθεται εν αμφιβολία όταν συγκρίνεται με τα ιστορικά στοιχεία των τελευταίων 15 χρόνων.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.