Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ο οδηγός των στεγαστικών δανείων

Η αγορά κατοικίας στην Ελλάδα μπορεί να χαρακτηριστεί κάλλιστα... παραδοσιακή πρακτική, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει αποκτήσει τα στοιχεία της επένδυσης. Ποιες είναι οι τάσεις στην αγορά, οι τιμές σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, τα ”μυστικά” των επιτοκίων, τα πακέτα των τραπεζικών προσφορών.

Ο οδηγός των στεγαστικών δανείων
του Γιώργου Μαντέλα

Η αγορά κατοικίας στην Ελλάδα μπορεί να χαρακτηριστεί κάλλιστα... παραδοσιακή πρακτική, γι’ αυτό άλλωστε και τα στοιχεία σε ευρωπαϊκό επίπεδο δείχνουν ότι είμαστε πρώτοι σε ποσοστά ιδιοκατοίκησης.

Η τάση, μάλιστα, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει πολύ πιο έντονη, καθώς αφενός η αγορά κατοικίας έχει αποκτήσει τα χαρακτηριστικά επένδυσης, αφετέρου η επέκταση της στεγαστικής πίστης είναι ραγδαία.

Τα στεγαστικά δάνεια πλέον είναι το κύριο ”εργαλείο” κάθε υποψήφιου αγοραστή, ο οποίος μπορεί να επιλέξει μέσα από ένα πακέτο τραπεζικών προσφορών την πλέον συμφέρουσα (αλλά και εξατομικευμένη) λύση.

Ο ”Μ” σκιαγραφεί την εικόνα των στεγαστικών δανείων σήμερα, τις τάσεις στην αγορά κατοικίας και παράλληλα δίνει μερικά χρήσιμα ”tips” στους υποψήφιους δανειολήπτες, για να διευκολύνει όσο το δυνατόν περισσότερο την επιλογή τους.

”Λίρα εκατό” αποδεικνύεται για τις τράπεζες το κομμάτι της στεγαστικής πίστης στη χώρα μας. Κι αυτό γιατί παρά τη συνολική κάμψη που σημειώνει ο ρυθμός αύξησης του ιδιωτικού δανεισμού στην Ελλάδα, η απόκτηση σπιτιού φαίνεται ότι ήταν και εξακολουθεί να είναι ο διακαής πόθος του μέσου Έλληνα, ο οποίος συνεχίζει να καταφεύγει με μεγάλη ευκολία στο γκισέ προκειμένου να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.

Όπως σε όλες τις περιπτώσεις, έτσι και σε αυτή, οι αριθμοί αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, αλλά και της ΕΣΥΕ, τα στεγαστικά δάνεια ως ποσοστό του ΑΕΠ διαμορφώνονταν το 1995 στο 3%.

Το 2000 το αντίστοιχο ποσοστό είχε ”σκαρφαλώσει” στο 9,3% και έναν χρόνο μετά ο αριθμός έγινε διψήφιος (11,9%), για να φτάσει το 2002 στο 15%, το 2003 στο 17,6% και το 2004 στο 20,7%.

Και ενώ κατά το ίδιο διάστημα παρατηρούνταν αντίστοιχη -κατακόρυφη- άνοδος και στα υπόλοιπα κομμάτια του δανεισμού προς ιδιώτες, τους τελευταίους μήνες τα άλλα ”μέτωπα” (καταναλωτική πίστη, κάρτες, προσωπικά δάνεια κ.λπ.) δείχνουν σημάδια κόπωσης. Όχι όμως και η στεγαστική πίστη.

Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, τον περασμένο Μάρτιο ο ρυθμός αύξησής της είχε φτάσει στο 25,8%, με το συνολικό υπόλοιπο να διαμορφώνεται πλέον στα 33,67 δισ. ευρώ.

Το ποσό αυτό είναι το μεγαλύτερο -ανά κατηγορία- που έχουν δανείσει οι τράπεζες σε ιδιώτες, γεγονός το οποίο μόνο απαρατήρητο δεν μπορεί να περάσει.

”Στην εξέλιξη αυτή συμβάλλει βεβαίως και το γεγονός ότι τα δάνεια που δίνονται για την αγορά σπιτιού είναι μεγάλα, αλλά σημαντικό ρόλο παίζει και ο συνεχώς αυξανόμενος ρυθμός τους”, τονίζει αρμόδιο τραπεζικό στέλεχος, σχολιάζοντας τις εξελίξεις στο κομμάτι του δανεισμού.

”Καταλυτικός ήταν και ο ρόλος της απελευθέρωσης της αγοράς στεγαστικών δανείων το 1994, σε συνδυασμό φυσικά με τη μείωση των επιτοκίων που ξεκίνησε με την εισαγωγή του ευρώ”, σημειώνεται σε οικονομικό δελτίο της Alpha Bank.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το κόστος του χρήματος για την απόκτηση... κεραμιδιού έπεσε από τα επίπεδα του 13%, το 1999, στο 4,5% (κατά μέσο όρο) πέρυσι και εκεί παραμένει σταθερό τους τελευταίους 10 μήνες με οριακές διαφοροποιήσεις.

Όλοι οι παραπάνω παράγοντες είχαν ως αποτέλεσμα βεβαίως από τη μια πλευρά να ανθήσει η στεγαστική πίστη στη χώρα μας, αλλά από την άλλη πλευρά να αυξηθούν οι τιμές των ακινήτων.

”Πρόκειται για νόμο της αγοράς”, σημειώνεται χαρακτηριστικά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, πάντως, η χώρα μας εξασφάλισε μια ευρωπαϊκή πρωτιά. Το ποσοστό ιδιοκατοίκησης στην Ελλάδα έφτασε το 2002 αισίως στο 83% και σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις προσεγγίζει πλέον το 90%.

Από την εξέλιξη αυτή όμως προκύπτει ένα κρίσιμο ζήτημα για το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα στο μέλλον. Συγκεκριμένα, γεννάται το ερώτημα κατά πόσο θα συνεχισθεί ο σημερινός ξέφρενος ρυθμός αύξησης των δανείων για την αγορά σπιτιού.

Οι τράπεζες επιμένουν ότι υπάρχει ακόμα λαμπρό μέλλον. Κι αυτό γιατί όσο κι αν αυξήθηκε το ποσοστό της στεγαστικής πίστης ως ποσοστό του ΑΕΠ, παραμένει περίπου στο μισό σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

”Κατά συνέπεια, υπάρχουν περιθώρια, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν πρέπει να προετοιμάζουμε την επόμενη ημέρα”, επισημαίνει τραπεζικό στέλεχος με ειδίκευση στον χώρο των στεγαστικών δανείων.

Η πίεση για αποφάσεις, πάντως, όσο περνάει ο καιρός, γίνεται ακόμα μεγαλύτερη, καθώς οι τιμές των ακινήτων έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Υπολογίζεται ότι οι τιμές των ακινήτων προς το κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα διαμορφώνονται στο 123,4, όταν το 1995 ήταν μόλις 92,7.

Γεγονός όμως αποτελεί ότι τους τελευταίους 18 μήνες παρατηρείται -και εδώ- μια κάμψη, την οποία έχουν καταγράψει τόσο ελληνικά όσο και ξένα έντυπα.

Τελευταίο ”κρούσμα” αποτελεί δημοσίευμα του ”Economist”, που ουσιαστικά προαναγγέλλει ”έκρηξη της φούσκας”. Κάτι παρόμοιο είχε προαναγγείλει πριν από λίγο καιρό και η Alpha Bank μέσω του οικονομικού δελτίου της.

Το συμπέρασμα; Όλοι οι έχοντες άμεση ή έμμεση σχέση με τον χώρο παρακολουθούν με μεγάλη αγωνία τις εξελίξεις, οι οποίες αναμένεται ότι θα είναι ραγδαίες, αν και εφόσον δρομολογηθούν.

* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ”Μέτοχος και Επενδύσεις” φύλλο 380 της 1ης Ιουλίου 2005.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v