Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Μονόδρομος οι εξαγορές και συγχωνεύσεις

Οι κινήσεις συγκέντρωσης στον τραπεζικό κλάδο είναι αναπόφευκτες, στο νέο οικονομικό πλαίσιο,καθώς ο τομέας ακολουθεί την πάγια τακτική ενοποίησης της αγοράς, όπως αναπόφευκτες είναι και αντίστοιχες κινήσεις σε όλους τους κλάδους, γράφει ο Αντώνης Κεφαλάς.

Μονόδρομος οι εξαγορές και συγχωνεύσεις
του Αντώνη Κεφαλά

Μετά την Εμπορική και τη Marfin, η Τράπεζα Πειραιώς φαίνεται να παίρνει τη σκυτάλη των εξελίξεων στον τραπεζικό χώρο. Τα γεγονότα ήταν ως ένα βαθμό αναμενόμενα - μολονότι ειδικά η συγκεκριμένη δομή της κίνησης της Marfin δεν ήταν. Ο τραπεζικός τομέας ακολουθεί πάντως την πάγια τακτική ενοποίησης της αγοράς, που αποτελεί βασικό στοιχείο εξέλιξης στις ΗΠΑ και, πιο πρόσφατα και με μικρότερη ένταση, στην Ευρώπη.

Οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στο νέο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα δίνουν μεγάλη σημασία στο μέγεθος. Μέγεθος σημαίνει δύο πράγματα - αν και δεν συμβαδίζουν κατ’ ανάγκη:

1. Το πρώτο είναι το μερίδιο αγοράς. Όσο μεγαλύτερη είναι η αγορά στην οποία απευθύνεται η τράπεζα, τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες να κατακτήσει και αυτή μεγαλύτερο μερίδιο. Όσο μεγαλύτερο είναι το μερίδιο, τόσο μπορεί να δεχτεί περιορισμό στα περιθώρια κέρδους.

2. Το δεύτερο είναι οι οικονομίες κλίμακας. Αυτές επιτυγχάνονται πρωταρχικά με τις εξαγορές και συγχωνεύσεις - και όχι με την αυτοδύναμη ανάπτυξη, η οποία συχνά ενέχει συγκριτικά υψηλότερα κόστη λειτουργίας. Με τις εξαγορές και συγχωνεύσεις και με απαραίτητη προϋπόθεση την πετυχημένη ενοποίηση των εταιρειών, υπάρχει η δυνατότητα να επιτευχθούν οικονομίες κλίμακας.

Στην Ελλάδα, αυτή η συγκεκριμένη οδός ανάπτυξης δεν προσφέρεται ιδιαίτερα. Για να υπάρξουν οικονομίες κλίμακας απαιτείται ευελιξία στην αγορά εργασίας. Δηλαδή η δυνατότητα να μειωθεί το προσωπικό, να κλείσουν καταστήματα που είναι κοντά το ένα στο άλλο και αλληλοεπικαλύπτονται, να ενοποιηθούν όλες οι λειτουργίες του back office, να υπάρξουν ανακατατάξεις.

Ο ρόλος των συνδικάτων

Η ισχύς των συνδικάτων έχει εμποδίσει αυτές τις εξελίξεις, με αποτέλεσμα οι εξαγορές και συγχωνεύσεις να γίνονται σχεδόν αποκλειστικά με στόχο την απόκτηση μεγαλύτερου μεριδίου αγοράς.

Στο πλαίσιο αυτό δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός ότι στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα η σχέση κόστους προς έσοδα είναι από τις χειρότερες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σχέση η οποία δεν βελτιώνεται και λόγω της αντίδρασης της ΟΤΟΕ σε απλές κινήσεις εκσυγχρονισμού του συστήματος - όπως το άνοιγμα υποκαταστημάτων το Σάββατο, η διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας, η μερική απασχόληση και η αξιοκρατία στις προαγωγές.

Στην πράξη ένα από τα κυριότερα εμπόδια στην περαιτέρω εξέλιξη του ελληνικού τραπεζικού συστήματος είναι η ενασχόληση της ΟΤΟΕ με τη διαφύλαξη των θέσεων εργασίας που ήδη υπάρχουν και η πλήρης παραγνώριση της απλής αλήθειας ότι με την αποδοχή, π.χ., της λειτουργίας υποκαταστημάτων το Σάββατο και της μερικής απασχόλησης θα μπορούσαν να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.

Με τη Marfin να έχει ηγηθεί της ενοποίησης στον χώρο των μικρομεσαίων τραπεζών και με τον δρόμο προς τα Βαλκάνια γεμάτο εμπόδια από τους ξένους τραπεζικούς κολοσσούς, η αγορά της Κύπρου -με τις ανοχές που έχει το χρηματιστήριό της- φαίνεται ιδιαίτερα ελκυστική. Έτσι, η πρόταση της Πειραιώς -έτσι κι αλλιώς πολυσυζητημένη από καιρό- ήταν φυσιολογική, δηλαδή σχεδόν αναμενόμενη, και σχεδόν αναπόφευκτη.

Τα ερωτήματα

Δύο είναι τα ερωτήματα που ανακύπτουν:

• Πρώτον, πού σταματά η ενοποίηση; Με βάση τα ευρωπαϊκά δεδομένα, η απάντηση είναι πως έχει ακόμη πολύ δρόμο να κάνει, δρόμο που συνεπάγεται συγχωνεύσεις ακόμη και στο επίπεδο των πέντε - έξι μεγάλων τραπεζών. Όσο μεγάλες και να φαντάζουν για τα ελληνικά δεδομένα και όσο κι αν ο βαθμός συγκέντρωσης στην Ελλάδα βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, σε σύγκριση με την Ευρώπη το ελληνικό μεγαθήριο δεν ταξινομείται καλά καλά ούτε για μικρομεσαίο.

• Το δεύτερο ερώτημα είναι τι θα συμβεί στον χώρο των άλλων μικρών και μεσαίων τραπεζών. Η Αττικής, η FBB, η Proton, ακόμη και η Aspis δύσκολα μπορούν να σταθούν μόνες τους. Σήμερα, ίσως ναι. Αύριο, όταν θα έχει προχωρήσει και η ενοποίηση των μεγάλων τραπεζών και ο ανταγωνισμός θα ξεσπάσει άγριος, η πίεση να πωληθούν θα είναι μεγάλη.

Ανοιχτό παραμένει, όμως, το ερώτημα αν θα υπάρχει τότε πλέον ενδιαφέρον για την εξαγορά τους. Μια σειρά από εξελίξεις, όπως η τιτλοποίηση δανείων, η μερικώς κακή ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου, τα υψηλά εργατικά και λειτουργικά κόστη, θα κάνουν την απόκτηση του δικτύου τους λιγότερο ελκυστική. Πολύ απλά: όσο οι μικρομεσαίες τράπεζες περιμένουν -και μερικές ανθίστανται- την εξαγορά, τόσο θα γίνονται λιγότερο ελκυστικές στις μεγάλες, που θα έχουν προχωρήσει με τις δικές τους εξαγορές και συγχωνεύσεις.

Μία απάντηση που δίνεται είναι πως οι μικρές τράπεζες μπορούν να καλύψουν τα λεγόμενα niche της αγοράς. Ως ένα βαθμό αυτό είναι ορθό, αλλά παραβλέπει δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι ότι η ελληνική αγορά δεν έχει εκείνο το κρίσιμο μέγεθος που επιτρέπει την αυτόνομη δημιουργία και εξυπηρέτηση των niche. Ο δεύτερος είναι πως αυτά τα niche μπορούν πλέον εύκολα να καλυφθούν από τράπεζες εκτός Ελλάδος - καθώς οι υπηρεσίες αυτές απευθύνονται σε πελάτες που έχουν αυτές τις γνώσεις και προσβάσεις.

Μία τελευταία παρατήρηση: ακόμη και με τις συγχωνεύσεις μεταξύ των μεγάλων ελληνικών τραπεζών δεν θα σταματήσει η διαδικασία ενοποίησης. Άσχετα με το αν οι μικρομεσαίες τράπεζες θα αποτελέσουν αντικείμενο ενδιαφέροντος, θα πρέπει να αναμένουμε ότι αφού αποκτήσουν ένα ορισμένο μέγεθος με πλοκάμια στα Βαλκάνια, οι ελληνικές μεγάλες τράπεζες θα γίνουν με τη σειρά τους αντικείμενο ακόμη και εχθρικών εξαγορών.

Η μαζική επέλαση των πολυεθνικών

Αν οι τράπεζες δίνουν το παράδειγμα και ωθούν το χρηματιστήριο, τι γίνεται με τους άλλους κλάδους; Η απάντηση είναι η ίδια με αυτήν που αφορά στις τράπεζες. Στην επόμενη δεκαετία η ελληνική αγορά θα δει πρώτα τις εσωτερικές εξαγορές και συγχωνεύσεις και, στη συνέχεια, όταν τα ελληνικά μεγέθη θα είναι ενδιαφέροντα, οι ξένες εταιρείες θα ενδιαφερθούν. Η ελληνική αγορά μπορεί να είναι μικρή, αλλά με αιχμή τα προϊόντα ευρείας κατανάλωσης -στα οποία ήδη έχουν ηγετική παρουσία- οι πολυεθνικές κυνηγούν κάθε αγορά που τους επιτρέπει να αποκομίσουν κέρδη.

Τα τρόφιμα και τα ηλεκτρικά είδη -”λευκά και μαύρα” κατά την παραδοσιακή ορολογία-, τα απορρυπαντικά, τα καλλυντικά, τα φάρμακα, ήδη κυριαρχούνται από πολυεθνικές, για να αναφέρουμε μερικά παραδείγματα και μόνο. Η τάση αυτή δεν θα σταματήσει. Θα επεκταθεί σε όλους τους τομείς, και μάλιστα θα καλύψει και τον τριτογενή τομέα. Ήδη, στον τουριστικό κλάδο η παρουσία των ξένων μέσω των tour operators και των ξενοδοχειακών αλυσίδων είναι περισσότερο από εμφανής.

Για μερικούς αυτό ίσως να ισοδυναμεί με ”αφελληνισμό”. Είναι, όμως, μια αναπόφευκτη συνέπεια τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Είναι μια πραγματικότητα με την οποία πρέπει να συμφιλιωθούμε, διότι έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχει ουσιαστικά εναλλακτική λύση.

Σύντομα θα δούμε και το χρηματιστήριο να περνά σε άλλα χέρια: η επιθετική πρόταση εξαγοράς του LSE από τον Nasdaq δεν είναι παρά η συνέχεια των συγχωνεύσεων που έγιναν ήδη στην Ευρώπη και εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας των ΗΠΑ να μη χάσουν την πρωτοκαθεδρία τους ως χρηματοπιστωτικό κέντρο.

Η Ελλάς μπορεί να είναι μικρή και περιθωριακή, αλλά όπως το χρηματιστήριό της συγκέντρωσε κάποια στιγμή το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών, έτσι και η υπόλοιπη αγορά της θα προσελκύσει το ενδιαφέρον των ξένων εταιρειών.

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο