Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η πρωθυπουργική προτροπή, χθες, «να ανοίξουμε με θάρρος τα πανιά του ελληνικού τουρισμού» καθώς οι «άνεμοι είναι ούριοι» όπως και η εξαγγελία του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι οδεύουμε προς μία «Λευκή Βίβλο» που θα επανοριοθετήσει το πλαίσιο ανάπτυξης του ελληνικού τουρισμού, ηχούν, δίχως αμφιβολία, ευοίωνα τόσο για τους ανθρώπους του συγκεκριμένου τομέα όσο και συνολικά της ελληνικής οικονομίας και του προϋπολογισμού.
Ας μην ξεχνάμε ότι ο τουρισμός, καλώς ή κακώς, αποτελεί σήμερα την «ατμομηχανή» της ελληνικής οικονομίας, καθώς συνεισφέρει με διψήφια ποσοστά στο ΑΕΠ και απασχολεί περί το 10% του εργατικού δυναμικού της χώρας.
Τελειώνει, όμως, εκεί η συζήτηση για τον τουριστικό κλάδο στην Ελλάδα; Ολοκληρώνονται οι φιλοδοξίες των ανθρώπων του κλάδου ή ακόμη και της ελληνικής οικονομίας συνολικά από τις -όντως αλματώδεις- αυξήσεις σε αφίξεις ταξιδιωτών και εσόδων από τον τουριστικό τομέα;
Η μάλλον προφανής απάντηση θα όφειλε να είναι αρνητική. Διότι σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση θα περίττευε η -καθ' όλα αναγκαία, κατά τα λοιπά- συζήτηση για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας. Για την ανάγκη ανασυγκρότησης της ελληνικής βιομηχανικής βάσης και τη μεγέθυνση του χαρτοφυλακίου προϊόντων και υπηρεσιών που διαθέτει η χώρα μας και είναι σε θέση να εξάγει στο εξωτερικό. Διότι αυτή η συζήτηση, ενδεχομένως, να έχει μεγαλύτερη σημασία.
Αν και η πολιτική ηγεσία του τόπου επαίρεται για την επέκταση της τουριστικής περιόδου, ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας. Τούτη συντελείται, κατά μείζονα λόγο, ελέω της κλιματικής αλλαγής. Μολονότι οι άνθρωποι του τομέα και η ποιότητα των υπηρεσιών φιλοξενίας που προσφέρουν συντελούν προς αυτήν την κατεύθυνση, δίχως τα συγκεκριμένα οφέλη της κλιματικής αλλαγής, δύσκολα θα βλέπαμε τον τουριστικό κλάδο να πηγαίνει από ρεκόρ σε ρεκόρ.
Όπως επίσης οφείλουμε να μην ξεχνάμε ότι μία «αναποδιά» αρκεί, όπως η πρόσφατη πανδημία της Covid, ώστε να στερηθεί η χώρα μας είτε ένα τμήμα είτε ακόμη και το σύνολο των προσόδων από τον τουριστικό τομέα, με αντίστοιχες επιπτώσεις στο ΑΕΠ της χώρας. Αυτά, όμως, είναι τα επίχειρα της απόφασής μας να είναι τόσο καταλυτική η επίδραση και η συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ της χώρας.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, η στιγμή είναι κάπως περισσότερο από ώριμη για την επέκταση της συζήτησης περί τον τουριστικό κλάδο στους τρόπους με τους οποίους αυτός μπορεί να επιδράσει στην ευρύτερη οικονομία. Στους τρόπους, δηλαδή, που τα οφέλη από αυτήν την αλματώδη αύξηση αφίξεων και εσόδων μπορούν να διαχυθούν ευρύτερα στην οικονομία, να τονώσουν τη μεταποίηση, τη βιομηχανία και συνολικά την παραγωγική βάση της χώρας. Θυμάται, για παράδειγμα, κανείς τη διασύνδεση του περίφημου «ελληνικού πρωινού» με τα προϊόντα που πουλά η χώρα;
Όπως αντίστοιχα, είναι ώρα το κράτος να τεθεί ενώπιον των ευθυνών του σε ό,τι αφορά στη στοιχειώδη κάλυψη θεμελιωδών αναγκών, τόσο των κατοίκων της νησιωτικής χώρας όσο και των εκατοντάδων χιλιάδων ετήσιων επισκεπτών τους, στο μείζον ζήτημα της υγειονομικής περίθαλψης.
Οι τερατώδεις ελλείψεις στον συγκεκριμένο τομέα, υπό το φως και του πλήθους των ελληνικών νησιών, αφενός, είναι εκκωφαντικές, αφετέρου, δεν συνάδουν με τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την περαιτέρω τόνωση του τουριστικού προϊόντος.
Ας μη βαυκαλιζόμαστε. Δεν αρκεί το τέλος κρουαζιέρας για την κάλυψη των αναγκών σε υποδομές και προσωπικό. Ας λύσουμε πρώτα πού θα στεγάζονται οι δημόσιοι λειτουργοί οι οποίοι υπηρετούν ως δάσκαλοι, ιατροί, νοσηλευτές κ.λπ. στα ελληνικά νησιά και ας δούμε ζητήματα που αφορούν σε τόσο θεμελιώδη ζητήματα, όπως η διαχείριση απορριμμάτων, πριν καταφύγουμε στα «λόγια τα μεγάλα».
Καλά τα ρεκόρ αλλά υπάρχουν και εκκρεμότητες.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.