Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Αυξημένη αβεβαιότητα στις αγορές

Η χρηματοοικονομική διαταραχή των τελευταίων ημερών είναι εντελώς ιδιαίτερη και δυσχεραίνει την αξιολόγησή της, καθώς μπορεί να εξελιχθεί από μείζονα οικονομική κρίση με δρομολόγηση ύφεσης στην παγκόσμια οικονομία (απαισιόδοξο σενάριο) μέχρι σε έναν παροδικό κλυδωνισμό των χρηματοοικονομικών αγορών (αισιόδοξο σενάριο). Τι απειλεί την παγκόσμια οικονομία και ο ρόλος των κεντρικών τραπεζών. Γράφει ο κ. Δημήτρης Τζάνας.

Αυξημένη αβεβαιότητα στις αγορές
του Δημήτρη Τζάνα, Συμβούλου Επενδύσεων της Proton Bank

Ο Κοστολάνι ανέφερε συχνά ότι η δημοσιοποίηση απόψεων για τις αγορές πρέπει να αποφεύγεται αν η ενασχόληση με αυτές δεν ξεπερνά τις δύο δεκαετίες. Αν και η άποψη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί μάλλον αυστηρή, δικαιώνεται όταν οι εξελίξεις στις αγορές είναι τέτοιες που δυσχεραίνουν και τους πιο έμπειρους να εκφράσουν συγκεκριμένες θέσεις.

Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπ΄ όψιν το παραπάνω, νομίζω ότι η χρηματοοικονομική διαταραχή των τελευταίων ημερών είναι εντελώς ιδιαίτερη και δυσχεραίνει την αξιολόγησή της καθώς μπορεί να εξελιχθεί ποικιλόμορφα: από μετεξέλιξη σε μείζονα οικονομική κρίση με δρομολόγηση ύφεσης στην παγκόσμια οικονομία (απαισιόδοξο σενάριο) μέχρι σε σύντομη αποκατάσταση ώστε να χαρακτηρίζεται παροδικό επεισόδιο διαταραχής των χρηματοοικονομικών αγορών (αισιόδοξο σενάριο).

Η πρόβλεψη κατά πόσον η διαταραχή θα εξελιχθεί προς την κατεύθυνση του απαισιόδοξου ή του αισιόδοξου σεναρίου είναι προδήλως εξαιρετικά αβέβαιη. Επιθυμώ, ωστόσο, να εστιάσω σε μερικά βασικά χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος των αγορών που μπορούν να βοηθήσουν τη σκέψη του αναλυτή, ώστε να οδηγηθεί στην κατεύθυνση του πιθανότερου σεναρίου.

1) Αν και το μέγεθος της προβληματικής subprime market (ενυπόθηκα δάνεια επισφαλών πελατών) των ΗΠΑ είναι αναλογικά μικρό, το ύψος των σύνθετων χρηματοοικονομικών προϊόντων που διαμορφώθηκαν επ’ αυτής (CDOs κυρίως που συνιστούν μέσα μεταφοράς πιστωτικού κινδύνου) ήταν ιδιαίτερα μεγάλο αν και ακόμη απροσδιόριστο.

Αυτό συνδέεται με τη διττή βουλιμία που συνυπάρχει στο χρηματοοικονομικό περιβάλλον: από τη μια πλευρά των εμπορικών τραπεζών να επεκτείνουν συνεχώς τις πιστοδοτήσεις τους προς ιδιώτες-εταιρίες και προσφάτως προς τους ”νέους” επενδυτικούς φορείς, όπως τα hedge-funds και τα private equity funds, και από την άλλη πλευρά των επενδυτικών τραπεζών να παραγάγουν και να διαθέσουν νέες γενιές σύνθετων προϊόντων.

Αντιλαμβανόμενες δε τον ολοένα υψηλότερο πιστωτικό κίνδυνο, επιδιώκουν τη μετάθεσή του μέσω των κατάλληλων παράγωγων προϊόντων, οδηγώντας έτσι το ύψος των συμβολαίων στο σύνολό τους σε υπερπενταπλάσια επίπεδα σε σχέση με το 1998, όταν είχε σημειωθεί η κατάρρευση του LTCM.

2) Η γιγάντωση του χρηματοοικονομικού κλάδου συνδέεται με την παράλληλη συγκέντρωσή του σε συγκεκριμένα μητροπολιτικά κέντρα. Παρά τη μεγέθυνση των ευρωπαϊκών τραπεζών και των βασικών ευρωπαϊκών χρηματοοικονομικών κέντρων (Λονδίνο, Φρανκφούρτη, Παρίσι), καθώς και αντίστοιχων ασιατικών τραπεζών και χρηματοοικονομικών κέντρων-πόλεων (Τόκιο, Σαγκάη, Χονγκ-Κονγκ), η υπεροχή των μεγάλων αμερικανικών τραπεζών (Citigroup, Goldman Sachs, Bank of America, Merrill Lynch, JP Morgan κ.ά.) και της Ν. Υόρκης ως μείζονος μητροπολιτικού κέντρου είναι εμφανής.

Επιπλέον, η στρατηγική του χρηματοοικονομικού περιβάλλοντος καθοδηγείται αποφασιστικά από δύο – τρεις βασικές παραμέτρους της οικονομικής πολιτικής των ΗΠΑ: τον άκρατο φιλελευθερισμό που στην παρούσα φάση κυριαρχεί, τη διασύνδεση του χρηματοοικονομικού συστήματος με γεωπολιτικές επιλογές των ΗΠΑ και την υποβοήθηση της υλοποίησης μακροοικονομικών στόχων.

Στον βαθμό λοιπόν που σημειώνονται αστοχίες της οικονομικής πολιτικής, όπως προκύπτει από την όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων (με εύλογο αποτέλεσμα την αδυναμία αποπληρωμής στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων από τα φτωχότερα στρώματα), την ομηρία στο Ιράκ και τον υπέρμετρο δανεισμό (ήδη το σύνολο του εξωτερικού και εσωτερικού χρέους των ΗΠΑ φτάνει το 300% του ΑΕΠ!), η αυξημένη επικινδυνότητα της λειτουργίας του χρηματοοικονομικού συστήματος είναι προφανής.

3) Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κλήθηκε για πρώτη φορά να διαχειριστεί μια σημαντική χρηματοοικονομική διαταραχή που αφορούσε στις ευρωπαϊκές τράπεζες οι οποίες είχαν επενδύσει τη μερίδα του λέοντος στα ”έξυπνα” προϊόντα αμερικανικής προέλευσης, καθώς όπως φαίνεται η πλεονάζουσα ρευστότητα της Ευρώπης αποτέλεσε ”ειδικό” στόχο σε αντιδιαστολή με την πλεονάζουσα ρευστότητα της Ιαπωνίας – Κίνας που επενδύεται κυρίως σε αμερικανικά ομόλογα.

Ευτυχώς, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αντιλήφθηκε εγκαίρως τους υποεκτιμημένους επενδυτικούς κινδύνους που μετέφεραν τα CDOs και την κρίσιμη στιγμή που χρειάστηκε, προσέφερε την αναγκαία ρευστότητα, επιδεικνύοντας άριστα αντανακλαστικά στη διαχείριση της κρίσης.

4) Η παρούσα χρηματοοικονομική διαταραχή βρήκε τις αναδυόμενες οικονομίες (Κίνας, Ινδίας, Βραζιλίας, Ρωσίας κ.ά.) σε ιδιαίτερα ανθηρή κατάσταση τόσο από πλευράς συναλλαγματικών διαθεσίμων όσο και από πλευράς ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης.

Έτσι, η αναμενόμενη υποχώρηση του ρυθμού μεγέθυνσης της αμερικανικής οικονομίας, λόγω της μείωσης στην ιδιωτική κατανάλωση εξαιτίας της κρίσης στη στεγαστική και καταναλωτική πίστη, είναι πιθανό να μην επηρεάσει δραστικά την παγκόσμια οικονομία.

Άγνωστη παραμένει ακόμη η πορεία της Ευρωπαϊκής οικονομίας (στάσιμη το 2ο τρίμηνο), η δυναμική της οποίας θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό από την προώθηση τολμηρών διαρθρωτικών αλλαγών, ενώ η ιαπωνική οικονομία δείχνει να επανέρχεται στη στασιμότητα σύμφωνα με τα στοιχεία του 2ου τριμήνου.

Επιπλέον, η αμερικανική οικονομία θα χρειαστεί μια μάλλον παρατεταμένη περίοδο εφαρμογής νέας οικονομικής πολιτικής με στόχο τον περιορισμό των ανισορροπιών της και την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.

Επομένως, η παγκόσμια οικονομία μπορεί να παραμείνει σε τροχιά υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης, λόγω κυρίως των επιδόσεων των αναδυόμενων οικονομιών, σενάριο που μάλλον πρέπει να θεωρηθεί αισιόδοξο.



5) Καταληκτικά, τα προαναφερόμενα δεδομένα συνηγορούν στην εκτίμηση ότι η παρούσα χρηματοοικονομική διαταραχή μπορεί να ελεγχθεί αποτελεσματικά και να μην οδηγήσει σε ύφεση την πραγματική οικονομία.

Διαφαίνεται, ωστόσο, ότι η υπέρμετρη πιστωτική επέκταση από κοινού με την υπερβολική προσφορά νέων σύνθετων χρηματοοικονομικών προϊόντων συνιστούν απειλή, καθώς ο κερδοσκοπικός χαρακτήρας μεγάλου μέρους τους διαμορφώνει προϋποθέσεις αύξησης της ρευστότητας σε πρωτόγνωρα επίπεδα.

Παράλληλα, η παγκοσμιοποίηση των αγορών κατέδειξε τη δυνατότητα άμεσης εναλλαγής της ψυχολογίας από την απληστία στον φόβο, με συνέπεια την αιφνίδια δραστική αποστροφή προς τον επενδυτικό κίνδυνο και τη συνακόλουθη ”εξαφάνιση” της ρευστότητας.

Έτσι, οι ευθύνες των νομισματικών αρχών καθίστανται ιδιαίτερα αυξημένες και η διαρκής επαγρύπνησή τους αναγκαία παρά ποτέ για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων (fine tuning).

Δεδομένου δε ότι η δυναμική της παγκόσμιας οικονομίας και συνακόλουθα της κερδοφορίας των επιχειρήσεων δύσκολα θα μείνει αλώβητη τους επόμενους μήνες, υφίσταται αδυναμία διατύπωσης, έστω και συγκρατημένα αισιόδοξων εκτιμήσεων, για την πορεία των διεθνών αγορών που αναπόφευκτα θα χαρακτηριστούν από την υψηλή μεταβλητότητα.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v