Η χθεσινή έκθεση του ΙΟΒΕ για το β' τρίμηνο της ελληνικής οικονομίας έχει δύο αναγνώσεις. Σύμφωνα με την πρώτη, το ΑΕΠ θα ανεβεί φέτος γύρω στο 0,7% ή ενδεχομένως και περισσότερο (πιο πολύ από τις αρχικές προβλέψεις), ο προϋπολογισμός βαδίζει εντός των στόχων και η ψυχολογία στην οικονομία αρχίζει να αποκαθίσταται (βελτίωση δεικτών οικονομικού κλίματος, σταθεροποίηση βιομηχανικής παραγωγής, ανάκαμψη της κατανάλωσης έστω και με χαμηλότερο διαθέσιμο εισόδημα).
Σύμφωνα με τη δεύτερη ανάγνωση, όλα τα παραπάνω συμπεράσματα δεν θα έχουν κανένα νόημα, αν δεν συνεχιστούν με αμείωτο ρυθμό οι μεταρρυθμίσεις. Και τι θεωρεί ο ΙΟΒΕ ως μεταρρυθμίσεις; Ότι ανεβάζει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας (δεν προτείνει μειώσεις αποδοχών στην εργασία) και ότι ευνοεί την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών (άνοδος εξαγωγών, υποκατάσταση εισαγωγών).
Αν για παράδειγμα, αρχίσουμε τις μειώσεις φόρων χωρίς προηγουμένως να ανακάμψει η πραγματική οικονομία και χωρίς προηγουμένως να διευρύνουμε τη φορολογική βάση (περιορισμός φοροδιαφυγής) τότε θα «ξεφύγουν» τα δημόσια οικονομικά, θα επιδεινωθεί η ψυχολογία, θα σταματήσει εκ νέου η κατανάλωση, θα μπει σε τέλμα η οικονομία.
Αν επίσης συνεχίσουμε να μην παράγουμε ανταγωνιστικά, τότε η όποια αύξηση του εισοδήματος θα οδηγήσει σε μεγαλύτερες εισαγωγές προϊόντων, οι οποίες όμως δεν θα έχουν από πού να χρηματοδοτηθούν...
Αν τέλος, επιλέξουμε για μια ακόμη φορά να μειώσουμε το κόστος εργασίας προκειμένου να αυξήσουμε την ανταγωνιστικότητά μας, τότε κινδυνεύουμε -εκτός πολλών άλλων- να δούμε ότι είδαμε και κατά τα προηγούμενα πέντε χρόνια: Ότι παρά τις σαφώς χαμηλότερες αποδοχές των εργαζομένων, οι τιμές των προϊόντων που κατευθύνθηκαν στο εξωτερικό δεν μειώθηκαν καθόλου, επειδή προφανώς αυξήθηκαν άλλες μορφές κόστους (πχ επιτόκια, ενέργεια, γραφειοκρατία).
Με άλλα λόγια, η λογική -που μάλιστα υιοθετείται όχι μόνο από αρκετούς συνδικαλιστές και πολιτικούς της αντιπολίτευσης, αλλά και από υπουργούς της κυβέρνησης(!)- ότι όσες μεταρρυθμίσεις ήταν να γίνουν, έγιναν, σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ, θα επαναφέρει σχετικά σύντομα την ελληνική οικονομία σε ύφεση και μάλιστα με μαθηματική ακρίβεια.
Άλλωστε όπως τονίζει όχι μόνο ο ΙΟΒΕ, αλλά και πολιτικοί όλων σχεδόν των πολιτικών κομμάτων, το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι το δημόσιο χρέος, αλλά η ελλιπής ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Και πως ακόμη και αν κάποιος μας χάριζε το σύνολο του δημόσιου χρέους, σύντομα θα επανερχόμαστε στη σημερινή θέση αν δεν αλλάξουμε τη βάση της οικονομίας.