Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Περισσότερο αισιόδοξες δηλώνουν οι επιχειρήσεις

Σχεδόν το 1/3 των επιχειρήσεων αναμένει βελτίωση του κύκλου εργασιών του για το επόμενο διάστημα. Παραμένουν ακόμη, αλλά με μικρότερη ένταση τα εμπόδια. Οι μακροοικονομικές και μικροοικονομικές εκτιμήσεις των επιχειρήσεων. Η έρευνα του ΣΕΒ και της MRB.

Περισσότερο αισιόδοξες δηλώνουν οι επιχειρήσεις

Πιο αισιόδοξες για το μέλλον δηλώνουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί σε τέτοιο βαθμό που να δικαιολογεί τη διακοπή των μεταρρυθμίσεων οι οποίες θα πρέπει να υλοποιηθούν. Γι΄αυτό και θα πρέπει να σημειωθεί ότι η όποια αισιοδοξία, προέρχεται από τις ίδιες δυνάμεις των επιχειρήσεων, παρά από την συμβολή της πολιτείας, η οποία, κάθε άλλο, παρά επαρκής μπορεί να χαρακτηριστεί.

Αυτό προκύπτει από την έρευνα με τίτλο «Ο σφυγμός του επιχειρείν 2018» που διενήργησε το δίμηνο Απριλίου - Μαϊου 2018 σε δείγμα 680 επιχειρήσεων η MRB για λογαριασμό του ΣΕΒ. Βάσει της έρευνας, το 27,7% των επιχειρήσεων αναμένουν αύξηση του κύκλου εργασιών την επόμενη χρονιά, με το ποσοστό να είναι αυξημένο κατά 14,8 μονάδες σε σχέση με την αντίστοιχη έρευνα του 2017, το 19,5% των επιχειρηματικών εκτιμά ότι το μερίδιο στην αγορά θα βελτιωθεί με το ποσοστό αύξησης στη συγκεκριμένη ενότητα να είναι της τάξεως των 11,4 μονάδων, ενώ το 11,5% προβλέπει αύξηση του απασχολούμενου προσωπικού, με το ποσοστό να είναι βελτιωμένο κατά 4,9 μονάδες σε σύγκριση με πέρυσι. Γενικά, σήμερα, το 30,6% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι η οικονομική του κατάσταση είναι καλή (από 20,1% το 2017).

Στο ίδιο πλαίσιο, από τις δηλώσεις των επιχειρηματιών, προκύπτει βελτίωση του δείκτη δυσκολιών σε μακροοικονομικό επίπεδο, ο οποίος υποχωρεί στις 6,8 μονάδες έναντι 7 πέρυσι, όπως και του δείκτη μικροοικονομικού επιπέδου που υποχωρεί στις 6,1 μονάδες, έναντι 6,5 μονάδες πέρυσι (σ.σ. άριστα το 1" (1=Καθόλου Δυσκολία και 10=Μεγάλη Δυσκολία). Γενικά, σήμερα, το 30,6% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι η οικονομική του κατάσταση είναι καλή (από 20,1% το 2017).

Πάντως από τα ευρήματα της έρευνας προκύπτει ότι οι λόγοι για την εκτιμώμενη βελτίωση της οικονομικής πορείας τον επόμενο χρόνο (αύξηση τζίρου) εστιάζονται κυρίως στην αύξηση της ζήτησης (π.χ. λόγω εξαγωγών, τουρισμού, παραγγελιών που ήδη υπάρχουν κ.ά. - 46,8%), στην απόκτηση νέων στρατηγικών συνεργασιών (39,3%), σε επενδύσεις σε R&D και στις εγκαταστάσεις (19,4% και 15,3% αντίστοιχα) και σε ενίσχυση των εξαγωγών (14,2%). Με άλλα λόγια, η όποια αισιοδοξία των επιχειρήσεων εδράζεται περισσότερο στις δικές τους προσπάθειες για να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο μέλλον και πολύ λιγότερο στην όποια δημόσια πολιτική, καθώς δεν θεωρούν ότι μπορούν να αναμένουν την επίλυση των πάγιων προβλημάτων από τη δημόσια διοίκηση.

Ωστόσο, παραμένοντας επί της ουσίας σε χαμηλά επίπεδα (κάτω από τη βάση), αναδεικνύεται η ανάγκη εντατικοποίησης και επιμονής σε δομικές και διαρθρωτικές αλλαγές για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος (Δ06). Η στρατηγική βελτίωσης του επιχειρηματικού περιβάλλοντος πρέπει να επιμείνει σε δομικές αλλαγές, ακόμα και αν πάρουν χρόνο (αποκλιμάκωση φορολογικών συντελεστών, κωδικοποίηση νομοθεσίας, μεταρρύθμιση των δικαστηρίων κ.ά.) έναντι μιας πολιτική διαχείρισης αποκλειστικά "micro management" και σημειακών παρεμβάσεων.

Παραμένουν τα εμπόδια

Καθώς η αισιοδοξία των επιχειρήσεων, βασίζεται στο ένστικτο επιβίωσής τους, είναι λογικό να δηλώνουν την πραγματικότητα ότι τα εμπόδια στην επιχειρηματική δραστηριότητα παραμένουν. Κάποια μπορεί να έχουν υποχωρήσει, αλλά, ο μεγάλος όγκος των εμποδίων, δεν έχει απομακρυνθεί.

Από το σχετικό ερώτημα, προέκυψε ότι ως τα σημαντικότερα εμπόδια καταγράφονται οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές (77,3%), η διαφθορά και το έλλειμμα διαφάνειας (45,1%), η πολιτική αβεβαιότητα για τη μετά τα μνημόνια περίοδο στη χώρα (43,3%), οι εγχώριες οικονομικές επιπτώσεις της ύφεσης και οι εκκρεμείς δεσμεύσεις του προγράμματος διαρθρωτικής προσαρμογής (40,5%) και η αναποτελεσματική λειτουργία των θεσμών (38,2%).

Αξίζει να σημειωθεί ότι, σε σχέση με τα αποτελέσματα της περσινής έρευνας, υποχωρούν αισθητά (σχεδόν 20 ποσοστιαίες μονάδες) τόσο η πολιτική αβεβαιότητα, όσο και οι εγχώριες οικονομικές επιπτώσεις της ύφεσης και του προγράμματος διαρθρωτικής προσαρμογής . Αντίθετα, αναδεικνύεται ως μείζον το πρόβλημα της διαφθοράς (αύξηση κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες και άνοδος στη 2η από 5η θέση). Η επανεμφάνιση της διαφθοράς ως ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα του επιχειρείν αποτελεί μια εξαιρετικά δυσάρεστη πραγματικότητα, η οποία αναδεικνύει την "αντοχή" συγκεκριμένων διαρθρωτικών προβλημάτων που έφεραν τη χώρα μας στην πρωτοφανή δυσμενή θέση των τελευταίων ετών.

Για μια ακόμη φορά, η έρευνα επιβεβαίωσε ότι τα "γνωστά" εμπόδια στο επιχειρείν παραμένουν ανθεκτικά, αποτελώντας τροχοπέδη στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων . Τα έξι σημαντικότερα εμπόδια καταγράφτηκαν ως εξής: ασταθές φορολογικό πλαίσιο (64,9%), πολυνομία και ασαφές θεσμικό πλαίσιο (46,8%), καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης (45,7%), αδυναμία πρόσβασης στη χρηματοδότηση / ακριβός δανεισμός (44,7%), έλλειμμα χρηματοδοτικών και επενδυτικών κινήτρων (41,2%) και υψηλό κόστος ενέργειας (34,5%).

Συγκρίνοντας τα αποτελέσματα με την περσινή έρευνα, προκύπτουν δύο αξιοσημείωτες μεταβολές. Πρώτον, το ασταθές φορολογικό πλαίσιο υποχωρεί κατά 20 περίπου ποσοστιαίες μονάδες στην αξιολόγηση των επιχειρήσεων για τα εμπόδια που δυσκολεύουν την καθημερινή τους λειτουργία, διατηρώντας παρόλα αυτά με διαφορά την πρώτη θέση.

Σύμφωνα με τον ΣΕΒ και την MRB η εξέλιξη αυτή δεν οφείλεται σε κάποια παρέμβαση της δημόσιας διοίκησης που συνέβαλε θετικά, αλλά προέρχεται από την πεποίθηση των επιχειρηματιών, που τείνει να καθιερωθεί, ότι πρόκειται για μια παράμετρο που δεν πρόκειται να αλλάξει και για αυτό οφείλουν να την αφομοιώσουν. Δεύτερον, αξιοπρόσεκτη βελτίωση καταγράφεται στο ζήτημα της πρόσβασης στη χρηματοδότηση και των χρηματοδοτικών και επενδυτικών κινήτρων. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στη σταδιακή άρση των κεφαλαιακών περιορισμών, αλλά και σε κάποιες στοχευμένες παρεμβάσεις της δημόσιας διοίκησης που όμως πρέπει να ενισχυθούν (π.χ. Ταμείο Επιχειρηματικών Συμμετοχών - EquiFund, Ταμείο Επιχειρηματικότητας για την οριζόντια χρηματοδότηση των ΜΜΕ κ.ά.).

Στη φετινή έρευνα, η αξιολόγηση της ποιότητας και της διαφάνειας των υπηρεσιών του δημοσίου προς τις επιχειρήσεις ξεπερνάει, για πρώτη φορά, τη βάση, κυρίως χάρη στις επιδόσεις εκείνων των φορέων / υπηρεσιών που συνδέονται με την ηλεκτρονική διακυβέρνηση. Πρόκειται για μία θετική εξέλιξη, εντούτοις είναι φανερό ότι χρειάζεται σημαντικά περισσότερη και εντατική προσπάθεια για περαιτέρω βελτίωση. Και αυτό γιατί, σε μεγάλο βαθμό, η άποψη των επιχειρηματιών εξακολουθεί να είναι ότι η δημόσια διοίκηση παρεμποδίζει, πάρα διευκολύνει, την επιχειρηματική δραστηριότητα.

Ενδεικτικά, φορείς κρίσιμης σημασίας για την επιχειρηματικότητα, όπως τα Υπουργεία, οι Δήμοι, οι Πολεοδομίες και τα Κτηματολογικά Γραφεία, οι Ανεξάρτητες Ρυθμιστικές Αρχές, τα Γραφεία Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων στις Ελληνικές Πρεσβείες, εξακολουθούν να μην είναι σε θέση να ακολουθήσουν τις ανάγκες των επιχειρήσεων, δυσχεραίνοντας με τον τρόπο αυτό, περισσότερο ή λιγότερο άμεσα, τη λειτουργία τους (π.χ. εξαγωγική δραστηριότητα, αδειοδότηση εγκαταστάσεων, χωροθέτηση, έλεγχο και εποπτεία αγοράς κ.ά.). Επιπρόσθετα, το ζήτημα του βαθμού διαφάνειας των φορέων του δημοσίου τομέα παραμένει "αγκάθι", αυξάνοντας το βάρος για τις επιχειρήσεις και αφήνοντας περιθώρια σε φαινόμενα αθέμιτου ανταγωνισμού.

Αποτίμηση της αναγκαιότητας και της επίδρασης επιλεγμένων πρόσφατων μεταρρυθμίσεων

Στη φετινή έρευνα επιλέχθηκε να καταγραφεί η άποψη των επιχειρήσεων για 10 συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών που στόχευαν στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Η αξιολόγηση διερευνήθηκε ως προς δύο παραμέτρους: α) την αναγκαιότητα (ήταν οι παρεμβάσεις αυτές περισσότερο αναγκαίες για την λειτουργία και την πορεία της δικής σας επιχείρησης;) και β) την επίδραση (επηρέασαν θετικά ή αρνητικά την λειτουργία και πορεία της επιχείρησής σας και γενικότερα τις σημερινές επιχειρηματικές σας αποφάσεις;).

Συνοπτικά, τα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύουν ότι η μεταρρυθμιστική προσπάθεια εστίασε μέχρι τώρα σε παρεμβάσεις που - εκ του αποτελέσματος - κρίθηκαν από τις επιχειρήσεις όχι και τόσο αναγκαίες και με μικρό θετικό αντίκτυπο στην πραγματική οικονομία. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο σχετικός Δείκτης Θετικής Επίδρασης των Μεταρρυθμίσεων που αναπτύχθηκε διαμορφώνεται σε μόλις 3,2/10,0 μονάδες (1=Μη Θετική Επίδραση και 10= Θετική Επίδραση).

Σύμφωνα με ο ΣΕΒ και την MRB, τα αποτελέσματα αυτά αποτυπώνουν ένα έλλειμμα ολοκληρωμένου, μεταρρυθμιστικού πλάνου που να επιλύει ουσιωδώς τα προβλήματα της αγοράς και της οικονομίας. Και αυτό γιατί πολλές φορές οι παρεμβάσεις σχεδιάστηκαν "πρόχειρα" (λάθος ή άστοχο περιεχόμενο), υπό πίεση χρόνου και κυρίως δίχως τη συμμετοχή των άμεσα εμπλεκόμενων. Ακόμα, αποτυπώνουν ότι συχνά οι μεταρρυθμίσεις: α) είτε δεν υλοποιούνται στην πράξη ως έχουν σχεδιαστεί, β) είτε υλοποιούνται μερικώς, δηλαδή δίχως τις συμπληρωματικές νομοθετικές παρεμβάσεις και την υποστήριξη της δημόσιας διοίκησης που θα επέτρεπαν από κοινού να αναδειχθούν πλήρως οι θετικές συνέπειες στην αγορά και γ) είτε δεν προβάλλονται επαρκώς στην επιχειρηματική κοινότητα, παρά την ουσιαστική επίδραση που δύνανται να επιφέρουν.

Ειδικότερα, όσον αφορά στην αξιολόγηση της αναγκαιότητας, η θέσπιση του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών αποτελεί την παρέμβαση που ήταν πιο αναγκαία για την λειτουργία και την πορεία των επιχειρήσεων, με ποσοστό 28,5% (Δ16). Στη συνέχεια ακολουθεί μια σειρά παρεμβάσεων που είναι πράγματι αναγκαίες για 1 στις 4 περίπου επιχειρήσεις (ρύθμιση θεμάτων πενταετούς παραγραφής φορολογικών αξιώσεων Δημοσίου, ηλεκτρονική καταχώριση εταιρικών πράξεων μέσω του ΓΕΜΗ, μείωση της αποζημίωσης απόλυσης και θέσπιση υποχρεωτικής διενέργειας διαγωνισμών δημοσίων προμηθειών μέσω ΚΗΜΔΗΣ, Promitheus). Ωστόσο, οι υπόλοιπες μεταρρυθμίσεις που τέθηκαν στην αξιολόγηση των επιχειρηματιών δεν καταγράφουν υψηλά ποσοστά αναγκαιότητας, γεγονός που μπορεί να ερμηνευθεί ότι έγιναν άλλες παρεμβάσεις από αυτές που ήθελε η αγορά.

Τέλος, αίσθηση προκαλεί ένα μικρό, αλλά υπαρκτό, μερίδιο επιχειρήσεων που δηλώνει ευθέως ότι δεν έγινε καμία μεταρρύθμιση (4,3%). Αυτή η δήλωση αποτυπώνει εύληπτα το έλλειμμα επικοινωνιακής προβολής των παρεμβάσεων προς τις επιχειρήσεις, καθώς πρόκειται για μια δήλωση η οποία προφανώς δεν ισχύει. Εναλλακτικά, ενδέχεται να εκφράζει αποδοκιμασία ως προς τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια των τελευταίων ετών συνολικά.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v