Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ε.Ε.: Δύο εμπόδια και ένα κίνητρο για τις ΑΠΕ στην Ελλάδα

Η Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου επαινεί το σύστημα δημοπρασιών της ΡΑΕ για τη στήριξη των έργων ΑΠΕ. Καταγράφει όμως στην Ελλάδα αδειοδοτικά εμπόδια και ελλιπείς επενδύσεις στα δίκτυα που αποθαρρύνουν τους επενδυτές. Πόσο έπεσαν οι τιμές σε αιολικά και φωτοβολταϊκά.

Ε.Ε.: Δύο εμπόδια και ένα κίνητρο για τις ΑΠΕ στην Ελλάδα

Δύο τεράστια εμπόδια φρενάρουν τη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και αποθαρρύνουν τους επενδυτές από τη συμμετοχή στις δημοπρασίες της ΡΑΕ για τη χρηματοδότηση των αιολικών πάρκων και φωτοβολταϊκών σταθμών.

Τα παραπάνω προκύπτουν από την ειδική έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου για το κατά πόσο το μερίδιο των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας έχει αυξηθεί αρκετά ώστε η ΕΕ να επιτύχει τον στόχο του 20% έως το 2020, όπως προβλέπεται στη σχετική κοινοτική οδηγία σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, και, αφετέρου, την αποτελεσματικότητα της στήριξης της ΕΕ και των κρατών μελών για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αιολική και ηλιακή φωτοβολταϊκή ενέργεια.

Οι τεχνοκράτες του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου πραγματοποίησαν για τους σκοπούς αυτούς επιτόπιους ελέγχους σε τέσσερα – κράτη μέλη της Ε.Ε. τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ισπανία και την Πολωνία.

Σύμφωνα με την έκθεση 11 χώρες της Ε.Ε. έχουν πιάσει τον στόχο του 20% για το 2020. Είναι: Η Βουλγαρία, η Τσεχική Δημοκρατία, η Δανία, η Εσθονία, η Κροατία, η Ιταλία, η Λιθουανία, η Ουγγαρία, η Ρουμανία, η Φινλανδία και η Σουηδία.

Από τα εναπομείναντα 17 κράτη μέλη:

—    Η Ελλάδα, η Λετονία και η Αυστρία θα εκπληρώσουν κατά πάσα πιθανότητα τον στόχο τους για το 2020, εφόσον εξακολουθήσουν να εφαρμόζουν με τους σημερινούς ρυθμούς μέτρα που εστιάζουν στις ΑΠΕ. Οι τρεις αυτές χώρες χρειάζονται αύξηση μικρότερη από 2 εκατοστιαίες μονάδες προκειμένου να επιτύχουν τον στόχο τους για το 2020.

—    Το μερίδιο των ΑΠΕ σε άλλα οκτώ κράτη μέλη (Βέλγιο, Γερμανία, Ισπανία, Κύπρος, Μάλτα, Πορτογαλία, Σλοβενία και Σλοβακία) θα πρέπει να αυξηθεί μεταξύ 2 και 4 εκατοστιαίων μονάδων για την επίτευξη του στόχου του 2020 (δηλαδή με ρυθμό υψηλότερο από εκείνον του παρελθόντος).

—    Έξι κράτη μέλη θεωρείται μάλλον απίθανο να εκπληρώσουν τον στόχο τους για το 2020, δεδομένου ότι πρέπει να αυξήσουν το μερίδιο των ΑΠΕ τους κατά: 7,4 εκατοστιαίες μονάδες στις Κάτω Χώρες, 6,7 εκατοστιαίες μονάδες στη Γαλλία, 5,3 εκατοστιαίες μονάδες στην Ιρλανδία, 4,8 εκατοστιαίες μονάδες στο Ηνωμένο Βασίλειο, 4,6 εκατοστιαίες μονάδες στο Λουξεμβούργο και 4,1 εκατοστιαίες μονάδες στην Πολωνία.

Ο ρυθμός προόδου προς την επίτευξη του συνολικού στόχου της ΕΕ επιβραδύνθηκε μεταξύ 2014 και 2016, ενώ εντάθηκε ελαφρώς το 2017. Κάτι που αποδίδεται στο γεγονός πως πριν από τέσσερα χρόνια οι Βρυξέλλες έθεσαν ως υποχρέωση τη στήριξη των έργων ΑΠΕ μέσω διαγωνιστικών διαδικασιών και όχι με την παροχή εγγυημένων σταθερών τιμών. Οι επενδυτές αποθαρρύνθηκαν από αυτή τη διαδικασία καθώς με τις σταθερές τιμές είχαν διασφαλισμένα κέρδη.

Το κίνητρο

Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο διαπίστωσε ότι στην Ελλάδα η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας εφάρμοσε ένα πρότυπο σύστημα στήριξης των φωτοβολταϊκών σταθμών και αιολικών πάρκων.

Όπως σημειώνει στην έκθεση «το κρίσιμο σημείο για την επιτυχία μιας δημοπρασίας είναι να εξασφαλιστεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών, πράγμα που επιτυγχάνεται παρέχοντας στους συμμετέχοντες τη δυνατότητα να καθορίζουν την τιμή προσφοράς με διαφανή τρόπο». Ως υπόδειγμα μηχανισμού για τη διαφάνεια στις δημοπρασίες οι τεχνοκράτες του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου δείχνουν την ηλεκτρονική πλατφόρμα της ελληνικής Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας για τη σύναψη συμβάσεων μέσω δημοπρασιών. Κάθε δημοπρασία διαρκεί 30 λεπτά, οι συμμετέχοντες υποβάλλουν τις προσφορές τους σε πραγματικό χρόνο και μπορούν να βλέπουν τις προσφορές των ανταγωνιστών τους. Στο πλαίσιο της δημοπρασίας για την αιολική ενέργεια που έλαβε χώρα τον Ιούλιο του 2018, οι συνολικά 14 συμμετέχοντες υπέβαλαν 342 προσφορές. Κατά τη διάρκεια της δημοπρασίας, η τιμή μειώθηκε από τα 90 ευρώ/MWh στα 68,2 ευρώ/MWh.

Αλλά και στην τελευταία δημοπρασία της 1ης Ιουλίου 2019 ολοκληρώθηκαν δύο ακόμα ανταγωνιστικές διαδικασίες για φωτοβολταϊκά και αιολικές εγκαταστάσεις. Οι τιμές αναφοράς για την Κατηγορία Ι (Φ/Β εγκαταστάσεις ισχύος ≤20MW) κυμάνθηκαν από 67,7 εθρώ/MWh έως 61,95 ευρώ/MWh και η μεσοσταθμική τιμή είναι της τάξης του 62,78 ευρώ, δηλαδή παρατηρήθηκε μείωση από την τιμή εκκίνησης της τάξης του 9,37% και για την Κατηγορία ΙΙ (αιολικές εγκαταστάσεις με ισχύ μεταξύ 3-50MW) από 69,18 ευρώ/MWh έως 59,09 ευρώ/MWh και η μεσοσταθμική τιμή ανήλθε σε 67,31 δηλαδή υπήρξε μείωση από την τιμή εκκίνησης της τάξης του 2,7%.

Τα εμπόδια

Τα τρία κυριότερα εμπόδια που διαπιστώνει το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο για τη διείσδυση των ΑΠΕ είναι οι αυστηροί κανόνες χωροταξικού σχεδιασμού, οι χρονοβόρες διοικητικές διαδικασίες όσον αφορά νέα αιολικά έργα και οι ανεπαρκείς επενδύσεις στα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Στην Ελλάδα οι τεχνοκράτες διαπιστώνουν την ύπαρξη των δύο τελευταίων εμποδίων.

«Παρότι τα κράτη μέλη έχουν ορίσει προθεσμίες εντός των οποίων πρέπει να ολοκληρώνονται οι διοικητικές διαδικασίες, διαπιστώσαμε ότι σε έργα αιολικής ενέργειας στην Ελλάδα και την Ισπανία, οι προθεσμίες αυτές δεν είχαν τηρηθεί. Και στις δύο χώρες, για την υλοποίηση ενός χερσαίου έργου αιολικής ενέργειας μπορεί να χρειαστούν έως και επτά έτη», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση.

Αναφορικά με τις επενδύσεις στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας η έκθεση σημειώνει: «Διαπιστώσαμε ανεπάρκειες του δικτύου, οι οποίες παρακώλυαν την ανάπτυξη των ΑΠΕ σε περιοχές με υψηλό δυναμικό αιολικής και ηλιακής ενέργειας στην Ελλάδα (Πελοπόννησος) και την Ισπανία (Ανδαλουσία), ήτοι σε περιφέρειες που δεν είναι δυνατή η εγκατάσταση νέων σταθμών ΑΠΕ».

Κι επιπλέον σε ό,τι αφορά τη χώρα μας αναφέρεται και στις διασυνδέσεις των νησιών: «Σύμφωνα με τον διαχειριστή του ελληνικού συστήματος μεταφοράς, ορισμένα ελληνικά νησιά δεν αναμένεται να συνδεθούν πλήρως με την ηπειρωτική χώρα πριν από το 2023, παρόλο που μια τέτοια σύνδεση θα οδηγούσε στην εξοικονόμηση από τον εθνικό προϋπολογισμό 350 εκατομμυρίων ευρώ ανά έτος, μειώνοντας, ενδεικτικά, το κόστος μεταφοράς του πετρελαίου στα νησιά».

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v