Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ψηφιακές πληρωμές: Πρόκληση και για την εθνική οικονομία

Στην Ελλάδα οι συναλλαγές πραγματοποιούνται διαχρονικά κυρίως με μετρητά, καθώς το 2015 το ποσοστό των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία αποτελούσε το 52% του ΑΕΠ έναντι μόλις 10% στην ευρωζώνη.

Ψηφιακές πληρωμές: Πρόκληση και για την εθνική οικονομία

Τα μετρητά παραμένουν ο κυρίαρχος τρόπος συναλλαγής στην Ελλάδα παρά την έκρηξη των ηλεκτρονικών πληρωμών σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Alpha Bank. Μάλιστα, οι Έλληνες διαθέτουν σχεδόν τριπλάσιας αξίας μετρητά από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Σε κάθε Έλληνα αντιστοιχούν περί τα 8.500 ευρώ σε τραπεζογραμμάτια, ενώ ο μέσος Ευρωπαίος δεν έχει σε μετρητά περισσότερα από 3.100 ευρώ, με βάση στοιχεία της ΕΚΤ.

Σύμφωνα με τη μελέτη της Alpha Bank, o αριθμός των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών αυξήθηκε κατά 128% στο β΄ εξάμηνο του 2015 σε σύγκριση με το α΄ εξάμηνο 2015 (στοιχεία ΤτΕ). Η αύξηση συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων τον Ιούνιο του 2015. Η τάση εκτιμάται ότι συνεχίζεται και το 2016, καθώς οι ιδιώτες εξοικειώνονται ολοένα και περισσότερο στη χρήση των νέων τεχνολογιών για συναλλαγές χωρίς μετρητά.

Οι αναλυτές της τράπεζας επισημαίνουν πως η περαιτέρω ενίσχυση της χρήσεως των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών τα επόμενα έτη είναι εφικτή και μπορεί να αποτελέσει καταλυτικό παράγοντα για τον δραστικό περιορισμό της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής: «Τούτο είναι ιδιαίτερης σημασίας καθώς η εφαρμοζόμενη δημοσιονομική προσαρμογή στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση των φορολογικών επιβαρύνσεων στην κατανάλωση και τα δηλωθέντα εισοδήματα. Επομένως είναι απαραίτητη η διεύρυνση της φορολογικής βάσεως ώστε να μην επωμίζονται τα βάρη αποκλειστικά οι συνεπείς φορολογούμενοι. Αποτελεί δε ικανή και αναγκαία συνθήκη για την μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων, μια εξέλιξη που μπορεί να πυροδοτήσει την οικονομική δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια».

Όπως τονίζεται στην μελέτη, έχει διαπιστωθεί ότι η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών έναντι εκείνων με μετρητά συνάδει με την αύξηση της διαφάνειας στις συναλλαγές και συμβάλλει στον περιορισμό της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής, καθώς οι ηλεκτρονικές πληρωμές εντοπίζονται ευκολότερα. Για παράδειγμα, από την εμπειρική συσχέτιση του αριθμού των καρτών σε κυκλοφορία ανά άτομο και της παραοικονομίας ως ποσοστό στο ΑΕΠ, προκύπτει ότι υπάρχει μεταξύ τους αρνητική συσχέτιση (δεδομένα 28 χωρών): όσο μεγαλύτερος είναι ο κατά κεφαλήν αριθμός καρτών στην οικονομία τόσο μικρότερο το ποσοστό της παραοικονομίας στο ΑΕΠ.

Η τάση τώρα

Ειδικότερα για την Ελλάδα, σημειώνεται ότι ο κατά κεφαλήν αριθμός καρτών το 2015 διαμορφώθηκε στο 1,3, ενώ το ποσοστό της παραοικονομίας στο ΑΕΠ, αν και έχει μειωθεί σταδιακά στην περίοδο της οικονομικής κρίσεως από 25,4% το 2010 σε 22,4% το 2015, κυμαίνεται σε υψηλό επίπεδο σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (18,3%). Γενικά, σύμφωνα με σχετική μελέτη, η αυξημένη χρήση των ηλεκτρονικών πληρωμών κατά 10% ετησίως επί τέσσερα συνεχή έτη μπορεί να μειώσει την παραοικονομία μέχρι πέντε εκατοστιαίες μονάδες.

Από την αρχή της οικονομικής κρίσεως έως και το 2014, στην Ελλάδα, ο αριθμός των πιστωτικών καρτών και ο αριθμός των τερματικών στα σημεία πωλήσεως (POS) μειώθηκε σταδιακά λόγω της υποχωρήσεως της καταναλωτικής δαπάνης ως αποτέλεσμα της μειώσεως του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, καθώς και της εισόδου στην αγορά τερματικών από παρόχους που εξυπηρετούν συναλλαγές περισσότερων τραπεζών με το ίδιο τερματικό. Αντίθετα μετά την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων, τον Ιούνιο του 2015, παρατηρήθηκε αύξηση στον αριθμό των καρτών και στη χρήση των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών (σε όρους αριθμού συναλλαγών.

Η χρήση μετρητών στις πληρωμές έναντι άλλων μέσων αποτυπώνεται, μεταξύ άλλων, στο δείκτη τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία εκτός χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ανά άτομο. Αντιθέτως, μέτρα της χρήσεως ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών είναι ο αριθμός των καρτών σε κυκλοφορία ανά άτομο, η μεταβολή του αριθμού των συναλλαγών μέσω POS και ο βαθμός διεισδύσεως της διαδικτυακής τραπεζικής (internet banking).

Στην Ελλάδα το 2015 τα τραπεζογραμμάτια σε κυκλοφορία ανέρχονταν σε 8.487 ευρώ ανά άτομο έναντι 3.094 ευρώ του μέσου όρου της ευρωζώνης. Πράγματι, οι συναλλαγές στην Ελλάδα διαχρονικά πραγματοποιούνται κυρίως με μετρητά, καθώς το 2015 το ποσοστό των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία αποτελούσε το 52% του ΑΕΠ έναντι μόλις 10% στην ευρωζώνη.



Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, ιδίως μετά το 2012, επέφερε σταδιακή αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας παρά την πτώση της οικονομικής δραστηριότητας, ενώ παρατηρήθηκαν και έντονες τάσεις διακρατήσεως μετρητών από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά εκτός του τραπεζικού συστήματος εξαιτίας της αβεβαιότητας.

Συγκεκριμένα, μεταξύ των ετών 2012-2015 στην Ελλάδα σημειώθηκε σωρευτική αύξηση των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία ανά άτομο εκτός χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων κατά 14%. Την περίοδο 2011-2014 ο αριθμός των καρτών, αλλά και των τερματικών στα σημεία πωλήσεως (POS) μειώθηκε σωρευτικά κατά 10% και 46% αντίστοιχα, ως αποτέλεσμα της οικονομικής υφέσεως. Αντίθετα το 2015, εξαιτίας των κεφαλαιακών ελέγχων, αυξήθηκε ο αριθμός των καρτών πληρωμών κατά 8,4%, όπως και οι κάρτες ηλεκτρονικού χρήματος (π.χ. Pre-paid cards) κατά 28,4% και τα POS κατά 12,3%. To 2015, ο συνολικός αριθμός των καρτών ανήλθε σε 14 εκατ. από 13,2 εκατ. το 2014, αύξηση 6,2%.

Το internet banking

Η διείσδυση του διαδικτύου σε κάθε χώρα είναι σημαντικός παράγοντας και προϋπόθεση για να συμμετέχει ο πληθυσμός στις υπηρεσίες διαδικτυακής τραπεζικής. Στην Ελλάδα οι χρήστες του διαδικτύου ανέρχονται στο 60% του πληθυσμού, ποσοστό πολύ μικρότερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που πλησιάζει το 80%.

Επομένως, η χρήση των υπηρεσιών internet banking ως ποσοστό του πληθυσμού, είναι περιορισμένη και διαμορφώθηκε το 2015 στο 14%, έναντι 46% του μέσου ευρωπαϊκού όρου. Επιπλέον, η αύξηση του ποσοστού διεισδύσεως του internet banking μεταξύ των ετών 2014-2015 διευρύνθηκε μόλις κατά 1% (2014: 13%, 2015:14%).

Τεράστια ευκαιρία και για τις τράπεζες οι συναλλαγές μέσω κινητού

Η δυνατότητα διεξαγωγής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών μέσω κινητών τηλεφώνων προσφέρει τεράστιες προοπτικές αύξησης της πρόσβασης σε χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, καθώς και παροχή άνεσης και ευκολίας χρήσης για τους χρήστες, ιδιαίτερα στις αναδυόμενες αγορές, τονίζεται σε έκθεση της ΕΥ.

Όπως παρουσιάζεται στην έκθεση «Decoding mobile financial services - Innovation and collaboration to drive growth», οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες μέσω κινητών τηλεφώνων μπορούν να βοηθήσουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να εξυπηρετήσουν μία τεράστια αγορά, στην οποία διαφορετικά ενδεχομένως να μην είχαν πρόσβαση, λόγω του υψηλού κόστους των υποδομών που απαιτεί η φυσική παρουσία. Την ίδια στιγμή, λειτουργούν ως επιπρόσθετη πηγή εσόδων για τους παρόχους τηλεπικοινωνιών, ενισχύοντας τις διασταυρούμενες πωλήσεις του κλάδου.

Ο κ. Ηλίας Βυζάς, εταίρος της ΕΥ Ελλάδος στο τμήμα Συμβουλευτικών Υπηρεσιών, σχολίασε σχετικά: «Ο κόσμος έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιεί τις τραπεζικές συναλλαγές… Σε μια δύσκολη οικονομικά περίοδο για την Ελλάδα, τόσο οι πάροχοι τηλεπικοινωνιών, όσο και οι χρηματοπιστωτικοί και μη χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την περαιτέρω ανάπτυξη τέτοιων υπηρεσιών, προσφέροντας, παράλληλα, μία τονωτική ένεση στην αγορά».

Καθώς ο αριθμός των εφαρμογών χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών που αναπτύσσονται για κινητά τηλέφωνα αυξάνεται, τα αποτελέσματα γίνονται εμφανή στις διάφορες κατηγορίες των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας. Σύμφωνα με την έκθεση, οι πληρωμές μέσω κινητών τηλεφώνων είναι η κατηγορία που έχει καταγράψει το υψηλότερο ποσοστό χρήσης μέχρι σήμερα. Ωστόσο, και άλλες κατηγορίες υπηρεσιών έχουν επίσης αρχίσει να αναπτύσσονται.

Οι πιστωτικές υπηρεσίες μέσω κινητών τηλεφώνων είδαν μία σημαντική αύξηση τα τελευταία χρόνια και, σύμφωνα με την έκθεση, πολλές από αυτές τις νέες υπηρεσίες που παρουσιάστηκαν βασίζονται σε στρατηγικές συμμαχίες μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και τηλεπικοινωνιακών παρόχων.

Επιπλέον, έδαφος κερδίζει η χρηματοδότηση μικρών ποσών (microfinance) μέσω κινητών τηλεφώνων, καθώς τόσο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όσο και οι μη χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί μπαίνουν στη μάχη της παροχής πιστωτικών υπηρεσιών μικρής κλίμακας, ανοίγοντας διαύλους επιχειρηματικότητας για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά, όπως μέσω της συμμετοχικής χρηματοδότησης (crowdfunding). Οι υπηρεσίες αυτές τούς επιτρέπουν να απευθυνθούν στη βάση της εισοδηματικής πυραμίδας, αυξάνοντας την πελατειακή τους βάση.

Παράλληλα, η ανάπτυξη νέων ασφαλιστικών υπηρεσιών που προσφέρονται μέσω κινητών τηλεφώνων δημιουργεί σημαντικές ευκαιρίες διακλαδικής συνεργασίας. Η πλειοψηφία των υφιστάμενων υπηρεσιών διατίθενται στην αγορά από εταιρείες τηλεπικοινωνιών, σε συνεργασία με ασφαλιστικές εταιρείες.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, μεταξύ των ανθρώπων που δεν έχουν ακόμα πρόσβαση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, περίπου 620 εκατ. ζουν σε χώρες οι οποίες έχουν θεσπίσει ρυθμιστικά πλαίσια ή ενθαρρύνουν μη τραπεζικούς οργανισμούς να συμμετάσχουν στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Οι περισσότερες από αυτές τις χώρες παρουσιάζουν ένα σημαντικό χάσμα μεταξύ του ποσοστού διείσδυσης της κινητής τηλεφωνίας και της πρόσβασης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Σύμφωνα με την ανάλυση της δυνητικής αυτής αγοράς από την ΕΥ, περίπου 70% του πληθυσμού χωρίς πρόσβαση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα μπορεί να εξυπηρετηθεί από χρηματοοικονομικές υπηρεσίες μέσω κινητών τηλεφώνων στο εγγύς μέλλον.

Ενώ η καινοτομία στον χώρο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας έχει οδηγήσει σε μεγαλύτερη διευκόλυνση για τους χρήστες και αυξανόμενη αποδοχή και χρήση των νέων ψηφιακών υπηρεσιών, έχει αναδείξει, παράλληλα, νέους κινδύνους στα θέματα ασφάλειας και ιδιωτικότητας.

Όπως υπογραμμίζεται στην έκθεση, πρόσφατα παραδείγματα κυβερνοεπιθέσεων (cyber attacks) αντικατοπτρίζουν την έκταση της ζημίας που μπορούν να υποστούν οι επιχειρήσεις, τόσο σε άμεση οικονομική ζημία όσο και σε επιπτώσεις στη φήμη τους. Οι επιχειρήσεις διατρέχουν τον κίνδυνο όχι μόνο να χάσουν την πελατειακή τους βάση, αλλά και να τους επιβληθούν πρόστιμα από τις ρυθμιστικές αρχές για μη συμμόρφωση με την προστασία των προσωπικών δεδομένων των πελατών.

Σε ένα περιβάλλον όπου οι προτιμήσεις και οι ανάγκες των καταναλωτών συνεχώς μεταβάλλονται, είναι σαφές ότι οι επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι σε θέση να διατηρούν μια ισορροπία μεταξύ της διευκόλυνσης του χρήστη και των ζητημάτων ασφάλειας των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας.

Ως εκ τούτου, μέτρα ασφαλείας όπως το tokenization και η ταυτοποίηση με χρήση βιομετρικών στοιχείων, ενδέχεται να έχουν ισχυρό αντίκτυπο στον τομέα των ψηφιακών πληρωμών. Ισχυρές διαδικασίες ελέγχου και εξακρίβωσης στοιχείων του πελάτη, καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος και πιστοποίησης των συναλλαγών, θα εξακολουθήσουν να αποτελούν βασικό ζητούμενο για την αντιμετώπιση των απειλών του κυβερνοχώρου.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο