Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Το πανόραμα της οικονομικής αλληλεξάρτησης ΕΕ-Ρωσίας

Φυσικό αέριο, πρώτες ύλες, δημητριακά, βιομηχανία… Ο χάρτης των εμπορικών σχέσεων ΕΕ-Ρωσίας. Οι ισοροπίες, οι ανισορροπίες και ποιος είναι ο χαμένος τελικά.

Το πανόραμα της οικονομικής αλληλεξάρτησης ΕΕ-Ρωσίας

«Η οικονομική και χρηματοοικονομική πλάστιγγα γέρνει απολύτως υπέρ της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η οποία τώρα ανακαλύπτει ποια είναι η οικονομική της δύναμη», δήλωσε προ ημερών στο γαλλικό ραδιόφωνο ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ. Ωστόσο, πρόκειται για μια στενή αλληλεξάρτηση από την οποία επηρεάζονται οικονομικά οι χώρες της Ενωσης, ιδίως σε καιρό πολέμου. Η Le Monde κάνει μια επισκόπηση των εμπορικών δεσμών Ρωσίας-ΕΕ, για να κατανοήσουμε καλύτερα τις οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου.

Σε τι βασίζεται η ρωσική οικονομία;

Το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού ΑΕΠ βασίζεται σε υπηρεσίες, όπως ο τραπεζικός και χρηματοπιστωτικός τομέας, οι ασφαλιστικές και οι επιχειρηματικές υπηρεσίες, εξηγεί ο Julien Vercueil, καθηγητής Οικονομικών στο Γαλλικό Ινστιτούτο για τους Πολιτισμούς της Ανατολής (Inalco). «Ο κλάδος πετρελαίου και φυσικού αερίου αντιπροσωπεύει μόνο το 20% του ΑΕΠ», διευκρινίζει. Η βιομηχανία, γενικά, αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο της οικονομίας της χώρας, ενώ μεγάλο μέρος των βιομηχανικών προϊόντων εισάγεται από την Ευρώπη και την Κίνα.

Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο έχουν ζωτική σημασία για τη χώρα «απλώς» επειδή προσφέρουν τα περισσότερα έσοδα από εξαγωγές, τροφοδοτώντας τα αποθέματα ξένου νομίσματος (αυτά που δίνουν πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές). Χάρη στα φορολογικά έσοδα που κομίζει, αποτελεί και δημοσιονομικό πυλώνα. «Το ήμισυ του ρωσικού κρατικού προϋπολογισμού, άρα και των δαπανών του, εξαρτάται από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο», τονίζει ο Vercueil.

Η Ρωσία, εξάλλου, είναι πολύ πλούσια σε φυσικούς πόρους, τους οποίους και εξάγει. Συγκαταλέγεται στις τρεις κορυφαίες χώρες παραγωγής και εξαγωγής πετρελαίου, διαθέτει σημαντικά αποθέματα άνθρακα και το 20% των παγκόσμιων αποθεμάτων φυσικού αερίου, ως κορυφαίος παραγωγός και εξαγωγέας διεθνώς. Ακόμη, είναι από τους κορυφαίους παραγωγούς βιομηχανικών μετάλλων όπως το παλλάδιο, το νικέλιο και το αλουμίνιο, ενώ διαθέτει το 8% των παγκόσμιων αποθεμάτων ουρανίου.

ΕΕ: Ο πρώτος προμηθευτής και ο καλύτερος πελάτης της Ρωσίας

«Με οικονομικούς όρους, η Ευρώπη είναι πολύ πιο ισχυρή αγορά από τη Ρωσία: αντιπροσωπεύει το 39% του παγκόσμιου εμπορίου σε αγαθά και υπηρεσίες, έναντι μόλις 2% της δεύτερης», υπογραμμίζει ο Deniz Unal, αρχισυντάκτης του CEPII Panorama, υποστηρίζοντας ότι η ρωσική οικονομία βρίσκεται σε πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο.

Η Ρωσία είναι εμπορικός εταίρος της ΕΕ, αλλά δεν καταφέρνει να πλασαριστεί στις πρώτες θέσεις της λίστας. Πάνω από το 60% του εξωτερικού εμπορίου των ευρωπαϊκών χωρών γίνεται με χώρες της ΕΕ. 

Αντίθετα, η ΕΕ κατέχει εξέχουσα θέση στο εξωτερικό εμπόριο της Ρωσίας. Αποτελεί την κορυφαία διέξοδο των ρωσικών προϊόντων, σε ποσοστό που το 2020 ξεπέρασε το 40% – σχεδόν το ήμισυ του 2019. Η Ρωσία εξάγει περίπου το 11% του ΑΕΠ της στην ΕΕ. Συγκριτικά, η Κίνα αντιπροσωπεύει το 14,6% των ρωσικών εξαγωγών.

Επίσης, η Ρωσία αγοράζει περισσότερο από το ένα τρίτο των εισαγωγών της από την Ευρώπη, ιδίως βιομηχανικά, χημικά, φαρμακευτικά προϊόντα και μεταφορικό και βιομηχανικό εξοπλισμό. Η Κίνα αντιπροσωπεύει σχεδόν το ένα τέταρτο των ρωσικών εισαγωγών.

Αέριο και πετρέλαιο: Η «εξαρτημένη» Ευρώπη

Τα παραπάνω στοιχεία εν μέρει συσκοτίζουν την ισχυρή αλληλεξάρτηση ΕΕ-Ρωσίας. Και αυτό φυσικά ισχύει κατά κόρον για την ενέργεια που καταναλώνεται στην Ευρώπη. Η Ρωσία είναι μακράν ο κορυφαίος προμηθευτής της: σχεδόν τα μισά από τα στερεά καύσιμα (άνθρακας, ξύλο κ.λπ.), το 41% του φυσικού αερίου και το 27% του πετρελαίου που αγοράζει η Ενωση προέρχονται από τη Ρωσία. Γενικότερα, τα 3/5 της ενέργειας που καταναλώνεται στην ΕΕ εισάγονται, κάτι που καθιστά τα κράτη μέλη ευάλωτα στην απότομη αύξηση των τιμών, που πήρε επιπλέον φόρα μετά την εισβολή.

Oμως, κι η Ρωσία είναι εξίσου εξαρτημένη από την ΕΕ. Μόνο οι υδρογονάνθρακες και τα προϊόντα διύλισης πετρελαίου αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 60% των ρωσικών εξαγωγών το 2019, σχεδόν το ήμισυ των οποίων κατευθύνθηκε στην ΕΕ, τον κύριο πελάτη της Μόσχας για φυσικό αέριο. «Η Ρωσία έχει διαφοροποιήσει μεν την αγορά, υπογράφοντας σύμβαση προμήθειας φυσικού αερίου με την Κίνα», εξηγεί ο Julien Vercueil, όμως οι ποσότητες που παραδίδονται είναι δυσανάλογες με αυτές που πωλούνται στην Ευρώπη, όπου βρίσκεται το μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού δικτύου αγωγών. Θα χρειαστεί πολύς χρόνος για να μπορέσει η Κίνα να υποκαταστήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση».

Η αυτοκινητοβιομηχανία χρειάζεται ρωσικά μέταλλα

Ορισμένοι βιομηχανικοί τομείς της Ευρώπης εξαρτώνται επίσης σε μεγάλο βαθμό από τη Ρωσία –ή την Ουκρανία– για την προμήθεια πρώτων υλών. Για την αεροναυπηγική, κύριος προμηθευτής τιτανίου είναι η Ρωσία. Ο ρωσικός όμιλος VSMPO-Avisma προμηθεύει τη γαλλική Safran και την Airbus με το μισό τιτάνιό τους, σύμφωνα με τη La Tribune.

Η αυτοκινητοβιομηχανία χρειάζεται παλλάδιο για την κατασκευή καταλυτών, τη στιγμή που Ρωσία ελέγχει το ήμισυ της παγκόσμιας αγοράς αυτού του μετάλλου. Το ίδιο μέταλλο χρειάζεται και η βιομηχανία ηλεκτρονικών ειδών.

Για άλλα μέταλλα, όπως το νικέλιο ή το αλουμίνιο, η εξάρτηση της ΕΕ από τη Ρωσία είναι λιγότερο σημαντική. Ωστόσο, καθώς η χώρα είναι από τους κύριους παραγωγούς στον κόσμο, οι τιμές και αυτών των μετάλλων έχουν αυξηθεί σημαντικά και επηρεάζουν αρνητικά την ευρωπαϊκή βιομηχανία.

Φόβος για λιπάσματα και ζωοτροφές

Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός σιταριού στον κόσμο από το 2018. Η Ουκρανία είναι ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας αραβοσίτου και καθ' οδόν να γίνει ο τρίτος εξαγωγέας σιταριού. Από την αρχή της ρωσικής επίθεσης, οι τιμές αυτών των δημητριακών έχουν εκτοξευθεί.

Ωστόσο, εδώ η ανησυχία στην Ευρώπη είναι περιορισμένη. Η Ρωσία αγόρασε περίπου το 4% των αγροτικών εξαγωγών της ΕΕ το 2021, ενώ εισάγει πολύ λιγότερα ευρωπαϊκά προϊόντα διατροφής μετά το εμπάργκο του 2014. Από την πλευρά της, η Ενωση εισάγει λίγο πάνω από το 7% των δημητριακών που καταναλώνει. Από την άλλη, αγοράζει σχεδόν το 18% των αποθεμάτων αραβοσίτου της από τρίτες χώρες, εκ των οποίων το ήμισυ προέρχεται από την Ουκρανία, όπου οι εξαγωγές είναι μπλοκαρισμένες. Αλλά, ακόμη κι αν οι Ευρωπαίοι αγοραστές δεν εξαρτώνται άμεσα από το Κίεβο και τη Μόσχα, ωστόσο υποφέρουν από τη παγκόσμια αύξηση των τιμών.

Η ευρωπαϊκή προσοχή εστιάζεται κυρίως στα αζωτούχα λιπάσματα, που κατά 30% εισάγονται από τη Ρωσία. Η σύγκρουση προκαλεί αύξηση τιμών και ελλείψεις που επηρεάζουν άμεσα τους ευρωπαίους αγρότες.

Τέλος, η Ουκρανία και η Ρωσία είναι πρωταθλήτριες στην παραγωγή ηλιάνθου, ηλιελαίου και ζωοτροφών, αγαθών που εισάγει η ΕΕ σε ποσοστό που κατά περίπτωση αγγίζει το 40%. Και όλα αυτά βέβαια, νομοτελειακά έχουν αντίκτυπο στον ίδιο τον καταναλωτή.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v