Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γερμανία: Ο Σολτς ή η Μπέρμποκ κυβερνά αυτόν τον τόπο;

Ποιος κάνει κουμάντο στην εξωτερική πολιτική του Βερολίνου; Τριβές ανάμεσα στον καγκελάριο των χαμηλών τόνων και την υπουργό Εξωτερικών με την ξεκάθαρη γλώσσα. Η ρωσική εισβολή αναδεικνύει τις ουσιαστικές διαφορές τους.

Γερμανία: Ο Σολτς ή η Μπέρμποκ κυβερνά αυτόν τον τόπο;

Όταν ανέλαβε τα ηνία του υπουργείου Εξωτερικών, η Αναλένα Μπέρμποκ (φωτ.) από το κόμμα των Πρασίνων ήταν υπό διαρκή «παρακολούθηση». Θα τα κατάφερνε άραγε, μια νεαρή πολιτικός χωρίς προϋπηρεσία, σε κυβερνητικό πόστο; Όμως από την πρώτη κιόλας επίσκεψη στο Παρίσι έδειξε δείγματα άνεσης και αυτοπεποίθησης στα νέα της καθήκοντα. Και όταν ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία υιοθέτησε ξεκάθαρη γλώσσα, καταφέρνοντας να βρίσκεται στην πρώτη θέση της δημοτικότητας ανάμεσα σε όλους τους Γερμανούς πολιτικούς. Βέβαια, αυτό το στιλ δεν φαίνεται να αρέσει σε όλους στην τρικομματική κυβέρνηση συνασπισμού. Κυρίως στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα υπάρχουν πολιτικοί που πίσω από κλειστές πόρτες δεν είναι φειδωλοί στην κριτική τους απέναντί της.

Το παρασκήνιο των Leopard

Η κατηγορία που προσάπτουν στην Μπέρμποκ είναι ότι η διπλωματία της δεν είναι μακρόπνοη και ότι δεν καταβάλλει προσπάθειες ακόμη και προς την κατεύθυνση της Μόσχας για να τερματιστεί αυτός ο επιθετικός πόλεμος. Φαίνεται, όπως τουλάχιστον αναφέρουν δύο έμπειροι δημοσιογράφοι του γερμανικού ειδησεογραφικού πρακτορείου dpa, ότι ορισμένες από τις δηλώσεις της Μπέρμποκ δεν «ακούγονται» και τόσο καλά στα αυτιά του Όλαφ Σολτς. Για παράδειγμα, η όλη συζήτηση για την παράδοση των γερμανικών Leopard 2 στην Ουκρανία. Σ' αυτό ακριβώς το θέμα φάνηκε το πού βρίσκονται οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στο SPD, τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους (FDP). Ενώ από το κόμμα της Μπέρμποκ, εκπροσώπους του FDP αλλά και την αντιπολίτευση εκφράστηκε έντονη επιθυμία για άμεση απόφαση, στην καγκελαρία ο Όλαφ Σολτς εμφανίζονταν διστακτικός. Μέχρις ότου την περασμένη εβδομάδα, σε απόλυτο συντονισμό με τον πρόεδρο Μπάιντεν, έδωσε το πολυαναμενόμενο πράσινο φως.

Αυτά, βέβαια, είναι μηνύματα που δεν μένουν απαρατήρητα. Κυρίως από την καγκελαρία, οι όχι και τόσο κρυφές πιέσεις δεν αντιμετωπίζονται με καλό μάτι. Το ότι η Πράσινη πολιτικός προωθούσε εμφατικά αυτό το βήμα ήταν κάτι σαν ανοιχτό μυστικό. Μάλιστα λίγο πριν τη λήψη της απόφασης ανέφερε από τις Βρυξέλλες, στο περιθώριο του άτυπου συμβουλίου υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, και ίσως όχι σε συνεννόηση με την καγκελαρία, ότι δεν θα πρέπει να μπουν εμπόδια σε ενδεχόμενη αίτηση της Πολωνίας για άδεια εξαγωγής τέτοιων αρμάτων μάχης γερμανικής κατασκευής προς την Ουκρανία. Το Spiegel έχει πληροφορίες ότι ο Σολτς επέπληξε εσωτερικά τους «πολεμαχαρείς» και τους «θιασώτες του πολέμου», αν και δεν έγινε σαφές ποιους ακριβώς εννοούσε. Στο κυβερνητικό μπρίφινγκ της περασμένης Δευτέρας η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Κριστιάνε Χόφμαν απέφυγε σαφή απάντηση στο ερώτημα, εάν έκανε όντως ο Σολτς τέτοιες δηλώσεις, επικαλούμενη το απόρρητο. «Εγώ η ίδια δεν άκουσα τέτοιες λέξεις από το στόμα του», αρκέστηκε να πει.

Με ποιον πολεμά η Ρωσία;

Φαίνεται ωστόσο ότι δεν υπάρχει και τόσο καλή χημεία ανάμεσα στους δύο πολιτικούς. Και μάλιστα ευθύς εξαρχής. Εκείνη λανσάρεται ως πολιτικός της ξεκάθαρης γλώσσας, εκείνος ως κάποιος που αρέσκεται να συζητά θέματα εξωτερικής πολιτικής πίσω από κλειστές πόρτες παρά ανοιχτά σε παλκοσένικα. Στην κυβέρνηση γίνεται αισθητή αυτή η διαφορά, γίνεται λόγος μάλιστα για έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο στρατηγικής επικοινωνίας των δύο πολιτικών. Κοινές εμφανίσεις Σολτς με Μπέρμποκ δεν έχουν γίνει μέχρι τώρα. Το μυαλό πάει ακόμη και στη σκέψη μήπως οι δύο τους είναι τελικά ανταγωνιστές στην εξωτερική πολιτική της Γερμανίας. Κι αυτό παρά το ότι, ιδιαίτερα σε περιόδους πολέμου, όπου ο κόσμος αναδιατάσσει την πολιτική του, είναι σημαντικό να υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στον καγκελάριο, την υπουργό Εξωτερικών και τον υπουργό Άμυνας. Ενδεικτικό της ατμόσφαιρας είναι και ένα άλλο γεγονός στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Πριν από μια εβδομάδα η Μπέρμποκ εκφώνησε ομιλία στην κοινοβουλευτική συνέλευση του διεθνούς οργανισμού και στη συνέχεια δέχθηκε ερωτήσεις, τις οποίες απάντησε αγγλιστί.

Ένα τόλμημα, όπως σχολίασε στη συνέχεια η Süddeutsche Zeitung. Διότι κανείς μέχρι τώρα Γερμανός πολιτικός δεν έχει τολμήσει να χρησιμοποιήσει ξένη γλώσσα για να παρουσιάσει γερμανικές θέσεις. Και εκεί ακριβώς την «πάτησε», κατά μία έννοια. Διότι, απαντώντας σε κάποια ερώτηση, είπε το εξής: «Διεξάγουμε πόλεμο κατά της Ρωσίας και όχι μεταξύ μας». Μια πρόταση που έγινε αντικείμενο ρωσικής εκμετάλλευσης, που δεν ακούστηκε καθόλου καλά στην καγκελαρία και που ακολούθησε τον καγκελάριο μέχρι και την περιοδεία του στη Λατινική Αμερική. Στο Μπουένος Άιρες ρωτήθηκε σχετικά, σε συνέντευξη τύπου με τον πρόεδρο της Αργεντινής Αλμπέρτο Φερναντές. «Πρόκειται για πόλεμο ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία», διευκρίνισε με σαφήνεια. «Η Γερμανία θα κάνει το παν για να εξασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξει κλιμάκωση που θα οδηγούσε σε πόλεμο ανάμεσα στη Ρωσία και τις χώρες του ΝΑΤΟ. Για μας αποκλείεται, θα κάνουμε τα πάντα για να μη συμβεί».

«Όχι, δεν αγαπιούνται, αλλά συνεργάζονται»

Αλλά και σε άλλα θέματα έχουν γίνει σαφείς οι διαφορετικές απόψεις ανάμεσα στους δύο πολιτικούς. Όπως στην περίπτωση της συμμετοχής της Cosco σε τερματικό στο λιμάνι του Αμβούργου. Ο Σολτς κατάφερε τελικά να επιβάλει τη γνώμη του στις διαφωνίες πολλών υπουργών και από τα τρία κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού. Η Μπέρμποκ μάλιστα διαφοροποιήθηκε γραπτώς στα πρακτικά. Ακόμη και πριν από το πολυσυζητημένο ταξίδι του καγκελάριου στην Κίνα, η υπουργός Εξωτερικών τον κάλεσε να τηρήσει την κυβερνητική συμφωνία.

Αλλά και στο θέμα της Εθνικής Στρατηγικής Ασφαλείας, η οποία βρίσκεται υπό διαμόρφωση, παρατηρείται κωλυσιεργία. Η συνάντηση της περασμένης Πέμπτης του Σολτς με την Μπέρμποκ και άλλους υπουργούς δεν έφερε την επιθυμητή συμφωνία. Σύμφωνα με πληροφορίες του dpa, ο επίσημος συντονισμός με όλα τα υπουργεία δεν έχει καν ξεκινήσει, αλλά ούτε υπάρχει ομοφωνία γύρω από την ιδέα ύπαρξης ενός τέτοιου Συμβουλίου. Άρα θεωρείται απίθανο να παρουσιαστεί στη Διάσκεψη Ασφάλειας του Μονάχου σε δύο εβδομάδες, όπως είχε αρχικά προγραμματιστεί.

Τελικά, ποιος έχει το λέγειν και το αποφασίζειν στην εξωτερική πολιτική της Γερμανίας; Η καγκελαρία ή το υπουργείο των Εξωτερικών; ρωτήθηκε ανοιχτά στο μπρίφινγκ η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Χόφμαν. «Ο καγκελάριος συνεργάζεται στενά και σε κλίμα εμπιστοσύνης με όλους τους υπουργούς», απάντησε παραπέμποντας στην συνταγματικά κατοχυρωμένη αρμοδιότητα του εκάστοτε καγκελαρίου να αποφασίζει τελευταίος για την τελική κατεύθυνση της χώρας σε όλα τα θέματα. Αλλά, ως γνωστόν, οι δημοσιογράφοι δεν εγκαταλείπουν την προσπάθεια να βγάλουν ειδήσεις. Και τελικά, με την επιμονή τους, η Κριστιάνε Χόφμαν έβγαλε την είδηση: «Θέλετε τώρα να μιλήσω για αγάπη; Όχι».

ΠΗΓΗ: DEUTSCHE WELLE

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v