Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ιράκ: Επιστρέφουν οι πετρελαϊκές πολυεθνικές

Για πρώτη φορά από το 1972 οι ισχυροί δυτικοί όμιλοι διεκδικού έξι κοιτάσματα. Το Ιράκ παράγει 2,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως και έχει αποθέματα 115 δισ. βαρελιών. Όμως μόλις τα 20 από τα 80 κοιτάσματα είναι ανεπτυγμένα.

Ιράκ: Επιστρέφουν οι πετρελαϊκές πολυεθνικές
Tα πρώτα συμβόλαια πετρελαίου με ξένες εταιρίες είναι έτοιμα από την κυβέρνηση του Ιράκ. Ήδη η βρετανική ΒP και η κινεζική CNBC κέρδισαν από την ανταγωνίστριά τους Mobil τον διαγωνισμό για τα κοιτάσματα της Ρουμάιλα στο νότιο Ιράκ.

Οι ισχυροί πετρελαϊκοί όμιλοι της Δύσης περίμεναν τη συγκεκριμένη στιγμή περισσότερα από 30 χρόνια και αυτή ήρθε λίγες ημέρες μετά την αποχώρηση, στις 30 Ιουνίου, των μάχιμων αμερικανικών μονάδων από τις ιρακινές πόλεις.
 
Έτσι, παρά τις ενστάσεις για τους σκληρούς όρους των διαγωνισμών, αναμενόμενο είναι το μεγάλο... πάρτι που κάνουν, με συνδιοργανωτές και τους κυβερνητικούς παράγοντες της νέας τάξης πραγμάτων στη Βαγδάτη. Το Ιράκ διαθέτει την τρίτη μεγαλύτερη αποδεδειγμένη ποσότητα αποθεμάτων πετρελαίου στον κόσμο -υπολογίζονται σε 115 δισ. βαρέλια- και η κυβέρνησή του ελπίζει μέσω επενδύσεων να αυξήσει την παραγωγή "μαύρου χρυσού" από τα 2,4 εκατ. βαρέλια σήμερα στα 4 εκατ. βαρέλια ημερησίως μέχρι το 2013.

Ειδικότερα, οι ξένες πετρελαϊκές είχαν εκδιωχθεί από το Ιράκ το 1972 στο πλαίσιο των εθνικοποιήσεων των πετρελαίων στη Μέση Ανατολή. Το Ιράκ έφτασε την παραγωγή του στα 3 εκατ. βαρέλια ημερησίως πριν από την εισβολή του Σαντάμ Χουσεΐν στο Κουβέιτ το 1990.

Στη συνέχεια, λόγω των οικονομικών κυρώσεων και του εμπάργκο η παραγωγή μειώθηκε σημαντικά, αλλά επανέκαμψε στα 2,5 εκατ. βαρέλια πριν από την αμερικανική εισβολή στη χώρα το 2003. Το πρόβλημα με το Ιράκ ήταν φυσικά η πολιτική κατάσταση και οι εσωτερικές κόντρες οι οποίες πρώτα θύματα έχουν τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2003 οι αγωγοί και οι πετρελαϊκές εγκαταστάσεις γίνονται συνεχώς στόχος των ανταρτών. Αποτέλεσμα η χώρα να μην μπορεί να είναι συνεπής στα συμβόλαιά της ούτε και να φτάσει στα επιθυμητά επίπεδα παραγωγής. Όμως, η αλλαγή στην πολιτική σκηνή από πέρυσι, με την επικράτηση φιλοδυτικής κυβέρνησης, διευκόλυνε την ανάκαμψη της ιρακινής πετρελαϊκής βιομηχανίας, οπότε από το 2007 η παραγωγή καταγράφει ρυθμό ετήσιας αύξησης περίπου 25%.

Συνωστισμός διεκδικητών

Το 2008 οι δυτικές πετρελαϊκές εταιρίες έσπευσαν να ανταποκριθούν στην πρόσκληση της ιρακινής κυβέρνησης για την εκμετάλλευση 6 ιρακινών κοιτασμάτων, τα οποία παρέμειναν ανεκμετάλλευτα λόγω του πολέμου. Τα κοιτάσματα αυτά εκτιμάται ότι έχουν αποθέματα πάνω από 43 εκατ. βαρελιών.

Στη δημοπρασία του ιρακινού υπουργείου Πετρελαίου εκδήλωσαν ενδιαφέρον συνολικά 120 επιχειρήσεις. Τελικά, κρίθηκε ότι τους όρους του διαγωνισμού πληρούν 35 εταιρίες, μεταξύ των οποίων είναι όλα τα μεγάλα ονόματα του κλάδου όπως οι δυτικές πολυεθνικές Exxon Mobil και Royal Dutch Shell, η ρωσική Lukoil, η κινεζική Sinopec και η ιταλική Eni.

Συνολικά, στον διαγωνισμό προκρίθηκαν επτά αμερικανικές εταιρίες, τέσσερις ιαπωνικές, τέσσερις κινεζικές, τρεις βρετανικές, δύο ρωσικές, δύο ιταλικές, δύο επιχειρήσεις από την Αυστραλία, ενώ από μία εταιρία έχουν η Γερμανία, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Ισπανία, η Δανία, ο Καναδάς, η Νότια Κορέα, η Ινδία, η Μαλαισία αλλά και η Ινδονησία.

Το ενδιαφέρον τους κρίνεται απολύτως εύλογο αφού η επιτυχία στον διαγωνισμό δεν αφορά μόνο στην αξιοποίηση ενός κοιτάσματος αλλά επιπλέον είναι και γέφυρα για τις πετρελαϊκές εταιρίες να εγκατασταθούν στο Ιράκ. Άλλωστε, θεωρείται ότι με τα 6 δημοπρατηθέντα κοιτάσματα οι ξένοι δεν αποκτούν ιδιοκτησία στα αποθέματα, δηλαδή στο πιο επικερδές σκέλος μιας ανάλογης συμφωνίας, αλλά θα λάβουν κονδύλια για την αύξηση της παραγωγής. Αντίθετα, τα αποθέματα του Ιράκ είναι ο πολύ μεγαλύτερος στόχος.

Συνολικά, μόνο 20 από τα περίπου 80 κοιτάσματα πετρελαίου της χώρας είναι μερικώς ή πλήρως ανεπτυγμένα. Πόσο μάλλον που η πρόσβαση στην Κασπία Θάλασσα προσφέρει στη χώρα πολύ μεγάλες δυνατότητες μετά την ανακάλυψη του κοιτάσματος του Κασαγκάν.

Το πλεονέκτημα

Το Ιράκ, πάντως, έχει το πλεονέκτημα του χαμηλού κόστους, αφού η έρευνα και η ανάπτυξη της εκμετάλλευσης πετρελαίου στη χώρα στοιχίζει 1,5 - 2,25 δολάρια ανά βαρέλι, όταν στη Μαλαισία το κόστος φτάνει τα 5 δολάρια και στις άλλες χώρες είναι πολλαπλάσιο.
Από την άλλη, δεν λείπουν οι αντιδράσεις για τη δημοπρασία.

Βουλευτές ζητούν την αναβολή των σχεδίων αμφισβητώντας τον διαγωνισμό, ενώ βάλλουν και κατά του υπουργού Πετρελαίου κ. Χουσεΐν αλ Σαχριστανί, κατηγορώντας τον για ευνοϊκούς όρους προς τις ξένες επιχειρήσεις. Ισχυρές είναι οι αντιδράσεις και των ιρακινών πετρελαϊκών ομίλων, αφού ορισμένα κοιτάσματα από αυτά που δημοπρατούνται είναι υπό τον έλεγχο των ιρακινών επιχειρήσεων της South Oil και της North Oil, οι οποίες θα πρέπει να μεταβιβάσουν τον έλεγχο στις ξένες εταιρίες...

Τα οικονομικά προβλήματα "γονατίζουν" το Ιράν

Μπορεί το αίτημα για μεγαλύτερη ελευθερία να αποτελεί το κεντρικό σύνθημα των ανθρώπων που διαδήλωναν στους δρόμους της Τεχεράνης μετά τις πρόσφατες εκλογές, όμως οι πολιτικοί αναλυτές εστιάζουν τις αναφορές τους στις εξελίξεις στην οικονομία του Ιράν, χώρας που θεωρείται από τις πλούσιες του κόσμου λόγω των κοιτασμάτων "μαύρου χρυσού" που διαθέτει, όμως το βιοτικό επίπεδο του μέσου πολίτη απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί ικανοποιητικό.

Το Ιράν μαστίζεται από υψηλότατο πληθωρισμό, την ίδια στιγμή που λείπουν οι επενδύσεις για τεχνογνωσία, ώστε να αναπτύξει τα πλούσια κοιτάσματά του σε ό,τι αφορά το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο.

Ακόμη και τα ιρανικά οικονομικά δεδομένα δείχνουν το πρόβλημα. Σύμφωνα με στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας του Ιράν, το 2007 ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης ήταν 6,9% έναντι 7,8% του κυβερνητικού στόχου. Το 2008 έπεσε στο 4,5% και για φέτος το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ανάπτυξη στο 3,2%, καθώς τους τελευταίους μήνες η οικονομία υπέστη ισχυρό πλήγμα λόγω της πτώσης στην τιμή του πετρελαίου, οι πωλήσεις του οποίου αναλογούν στο 70% των κρατικών εσόδων και στο 27% του ΑΕΠ.

Το πρόβλημα βέβαια είναι ο υψηλός πληθωρισμός. Η κυβέρνηση τον τοποθετεί στο 14%, η κεντρική τράπεζα τον ανεβάζει στο 23,6%, ενώ κατά ορισμένους αναλυτές κινείται στα επίπεδα του 30%. Ο πληθωρισμός πυροδοτείται από την κυβερνητική πολιτική των παροχών (επιχορηγούνται κατηγορίες βασικών αγαθών όπως η βενζίνη και τα βασικά είδη διατροφής) και από τον φθηνό δανεισμό των πολιτών από τις τράπεζες (με μέσο επιτόκιο 11%), οι οποίες αποκαθιστούν τις απώλειές τους από τα αποθεματικά του Ταμείου Σταθεροποίησης.
 
Όμως, τα αποθεματικά έχουν σκοπό την υλοποίηση αναπτυξιακών προγραμμάτων. Ακριβώς αυτό είναι ένα σημείο σφοδρότατης κριτικής από τους αντιπάλους του Προέδρου κ. Αχμαντινετζάντ, αφού τα αποθέματα εξαντλούνται, ενώ η χώρα χρειάζεται επενδύσεις αλλά και συνεργασία με δυτικές επιχειρήσεις που διαθέτουν την τεχνογνωσία. Όμως, όσο η χώρα θα παραμένει απομονωμένη τόσο θα οξύνονται τα προβλήματά της.

* Αναδημοσίευση από το 589ο φύλλο της εβδομαδιαίας εφημερίδας "ΜΕΤΟΧΟΣ& ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ", 3 - 7 Ιουλίου 2009.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο