Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Όλοι δεν μπορούν να έχουν δίκιο

Κυβέρνηση και αντιπολίτευση ερίζουν για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, όμως την απάντηση στο ερώτημα τι θα γίνει έχουν άλλοι. 

Όλοι δεν μπορούν να έχουν δίκιο

Η κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης δίνουν μάχη για να πείσουν τους ψηφοφόρους ποιο πρέπει να εμπιστευθούν για να πάει η χώρα μπροστά τα επόμενα χρόνια. Είναι λογικό, από τη στιγμή που σε λίγους μήνες θα έχουμε εκλογές.

Η ελληνική οικονομία μπορεί να πάει καλύτερα σε σχέση με τη μεγάλη πλειοψηφία των εταίρων της στην ευρωζώνη, όπως έγινε τη διετία 2021-2022 ή χειρότερα όπως έγινε το 2020. Αρκετοί προβάλλουν το επιχείρημα της μεγάλης εισροής κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ τα επόμενα χρόνια, για να διατυπώσουν την άποψη ότι η ελληνική οικονομία έχει μερικά χρόνια ανάπτυξης μπροστά της.

Όλες οι απόψεις είναι σεβαστές. Όμως, οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αντιστοιχούν στο 14% του ΑΕΠ και προφανώς δεν φθάνουν.

Το διεθνές χρηματοοικονομικό περιβάλλον θα παίξει καθοριστικό ρόλο και οφείλουμε να πούμε ότι το σήμα που στέλνουν οι αγορές εδώ και εβδομάδες είναι αισιόδοξο. Όμως, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Ενδεχόμενη επιβεβαίωση της εκτίμησης της Goldman Sachs ότι η τιμή του αργού θα επιστρέψει στα 100 δολάρια το βαρέλι φέτος, με τη ζήτηση από την Κίνα να αυξάνεται και θα υπάρξει πρόβλημα προσφοράς το 2024, είναι επόμενο να αναζωπυρώσει τις πληθωριστικές πιέσεις. Επιπλέον θα αφαιρέσει  αγοραστική δύναμη από τους Ευρωπαίους καταναλωτές.

Και φυσικά δεν ξεχνάμε ότι άνθρωποι με ανάμειξη στην αγορά φυσικού αερίου  προβλέπουν σημαντική αύξηση της τιμής του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τον Μάρτιο-Απρίλιο. Είναι οι ίδιοι που προέβλεπαν μεγάλη αποκλιμάκωση των τιμών τον περασμένο Σεπτέμβριο-Αύγουστο. Αυτό έχει μεγάλη σημασία για την Ελλάδα και τις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Κι αυτό γιατί η υποχώρηση του ευρώ κάτω από την ισοτιμία έναντι του δολαρίου τον περασμένο Σεπτέμβριο, που τροφοδότησε περαιτέρω τον πληθωρισμό, ήταν απόρροια των ανησυχιών για ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη τον χειμώνα. 

Ο καλός καιρός και η μείωση της χρήσης του φυσικού αερίου από τη βιομηχανία στη Γερμανία κι αλλού αποσόβησε τον κίνδυνο. Ακόμη, επέτρεψε στην κ. Κριστίν Λαγκάρντ  της ΕΚΤ να εμφανίζεται ως η τελευταία ταύρος ανάμεσα στις μεγάλες κεντρικές τράπεζες καθώς οι πιθανότητες ύφεσης στη ζώνη του ευρώ μειώθηκαν. Όμως, τι θα γίνει αν οι τιμές του πετρελαίου, φυσικού αερίου ξαναπάρουν την ανιούσα για τα καλά τους επόμενους μήνες όπως αρκετοί εκτιμούν; Και επιπλέον, η ζήτηση για άλλα εμπορεύματα και πρώτες ύλες από την Κίνα ενισχυθεί, βάζοντας φωτιά στις τιμές τους;

Σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον, μη πετρελαιοπαραγωγικές χώρες όπως η Ελλάδα θα πληγούν περισσότερο. Ιδίως αν η ιδιωτική κατανάλωση μειωθεί. Σ’ αυτή την περίπτωση, το έργο της ΕΚΤ και των άλλων μεγάλων τραπεζών θα γίνει πιο δύσκολο, γιατί μπορεί να βρεθούν αντιμέτωπες με το δίλημμα. Θα αυξήσουν κι άλλο τα επιτόκια παρέμβασης για να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό, ρισκάροντας ύφεση και προβλήματα εξυπηρέτησης του χρέους ή θα μείνουν αδρανείς, ρισκάροντας την εδραίωση των πληθωριστικών προσδοκιών;

Οι αποφάσεις σ’ αυτά τα διλήμματα θα κρίνουν την πορεία των οικονομιών της ευρωζώνης και κατ’ επέκταση της ελληνικής. Δεν είναι  λοιπόν στο χέρι της όποιας ελληνικής κυβέρνησης προκύψει μετά τις εκλογές τι θα γίνει. Γι’ αυτό ό,τι κι αν υποσχεθούν τα κόμματα στην Ελλάδα προεκλογικά θα είναι υπό αίρεση. 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v