Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η μαύρη τρύπα της ελληνικής οικονομίας

Κάθε φορά που ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας είναι υψηλός, η τρύπα επανεμφανίζεται. Πολλοί εμφανίζονται καθησυχαστικοί. Όμως, ο καθησυχασμός δεν είναι λύση αλλά μέρος του προβλήματος. Τα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων.

Η μαύρη τρύπα της ελληνικής οικονομίας

Θα πρέπει να χτυπήσει καμπανάκι ή όχι; Τα δίδυμα ελλείμματα σημάδεψαν την είσοδο της Ελλάδας στη μεγάλη οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας. Το έλλειμμα του προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης ξεπέρασε το 15% του ΑΕΠ το 2009 από 10% το 2008, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ξεπέρασε το 12% και 15% του ΑΕΠ τις ίδιες χρονιές αντίστοιχα. Όλα συνέβησαν με την ελληνική οικονομία σε ύφεση, στον απόηχο της μεγάλης διεθνούς κρίσης της περιόδου 2008-2009. Είχε προηγηθεί η πρόσβαση στον φθηνό δανεισμό μετά την εισαγωγή του ευρώ, που σε συνδυασμό με τις θετικές προσδοκίες τροφοδότησαν την αύξηση της κατανάλωσης και των επενδύσεων και τη σταδιακή απώλεια ανταγωνιστικότητας. 

Οι οικονομικές συνθήκες ήταν διαφορετικές την περίοδο 2021-2022 καθώς η Ελλάδα αναπτύχθηκε με υψηλούς ρυθμούς. Το κρατικό έλλειμμα μειώθηκε δραστικά όπως θα ανέμενε κάποιος. Όμως, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αυξήθηκε σημαντικά  και διαμορφώθηκε σε 20,1 δισ. ευρώ ή 9,6% του ΑΕΠ πέρυσι. Η μεγαλύτερη αύξηση των εισαγωγών από εκείνη των εξαγωγών το εξηγεί σε μεγάλο βαθμό. 

Αρκετοί εμφανίζονται καθησυχαστικοί, παραπέμποντας αφενός στη διεύρυνση του εξωτερικού ελλείμματος από τις υψηλότερες τιμές της εισαγόμενης ενέργειας και αφετέρου στην αύξηση των εξαγωγών κατά 23% χωρίς καύσιμα σε τρέχουσες τιμές. Τα ανωτέρω επιχειρήματα έχουν βάση. Όμως, η ουσία δεν αλλάζει. Οι εισαγωγές αγαθών, κυρίως, αυξάνονται σημαντικά κάθε φορά που ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας είναι ισχυρός και υψηλότερος των ανταγωνιστών της.

Αν όμως κοιτάξει κάποιος προσεκτικά, ασχέτως χρονικής περιόδου, θα διαπιστώσει ότι τα εξωτερικά ελλείμματα έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Η συνολική δαπάνη της ελληνικής οικονομίας από την κυβέρνηση, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις είναι μεγαλύτερη από την παραγωγή και το κενό υπό τη μορφή εισαγωγών-εξαγωγών χρηματοδοτείται από κεφάλαια της αλλοδαπής. Εναλλακτικά, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι η διαφορά μεταξύ εθνικών επενδύσεων και εθνικής αποταμίευσης. Αυτή η διαφορά μπορεί να εκφρασθεί επίσης ως το άθροισμα της διαφοράς επενδύσεων-αποταμιεύσεων του ιδιωτικού τομέα και του ελλείμματος της Γενικής Κυβέρνησης. 

Το 2008, η ακαθάριστη επένδυση αντιστοιχούσε στο 25% του ΑΕΠ περίπου και η ακαθάριστη αποταμίευση κάτω από το 9%, με αποτέλεσμα το έλλειμμα στο εξωτερικό ισοζύγιο να ξεπεράσει το 15% του ΑΕΠ. Αντίθετα, το 2019, οι επενδύσεις και η αποταμίευση ήταν περίπου ίδιες ως προς το ΑΕΠ, με αποτέλεσμα το έλλειμμα να διαμορφωθεί στο 0,3% του ΑΕΠ. Οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις θέλουν τις επενδύσεις να αυξάνονται κατακόρυφα τα επόμενα χρόνια, λόγω κυρίως του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ. Επίσης, το κρατικό έλλειμμα να μειωθεί περαιτέρω, μειώνοντας την αρνητική αποταμίευση της Γενικής Κυβέρνησης.

Αν λοιπόν θέλουμε να δούμε βιώσιμη ανάπτυξη με μείωση του εξωτερικού ελλείμματος και αποκατάσταση της ισορροπίας, θα πρέπει να αυξηθούν οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων με την παροχή κινήτρων. Η άνοδος των επιτοκίων καταθέσεων και τα φορολογικά κίνητρα για μακροχρόνια αποταμίευση είναι δύο από τα διαθέσιμα εργαλεία διεθνώς και δυστυχώς, δεν τα βλέπουμε. 

Αν αυτό δεν συμβεί, οι πιθανότητες να βρεθούμε εκ νέου με υψηλά δίδυμα ελλείμματα είναι μεγάλες, υπονομεύοντας τη φερεγγυότητα του δημόσιου χρέους και του μέλλοντος της ελληνικής οικονομίας.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v