Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τρόφιμα: Οι ”καυτοί” κλάδοι της ελληνικής αγοράς

H Ελλάδα οφείλει στον κλάδο των τροφίμων και ποτών το πρώτο της οργανωμένο σκίρτημα παραγωγικής διαδικασίας. Σήμερα η βιομηχανία τροφίμων - ποτών κατέχει κυρίαρχη θέση στην ελληνική παραγωγή αφού αποτελεί τον κλάδο με την υψηλότερη συμβολή σε όλα τα βασικά μεγέθη της μεταποίησης, όπως πωλήσεις, προστιθέμενη αξία, αριθμός επιχειρήσεων και απασχόληση.

Τρόφιμα: Οι ”καυτοί” κλάδοι της ελληνικής αγοράς
επιμέλεια: Στ. Κοτζαμάνης, Δ. Γλύστρας, Α. Καλαϊτζόγλου

H Ελλάδα, μέσω της ανάγκης της να αυτοσυντηρηθεί και να εμφανίσει οικονομικά ωφέλιμη αυτάρκεια, οφείλει στον κλάδο των τροφίμων και ποτών το πρώτο της οργανωμένο σκίρτημα παραγωγικής διαδικασίας.

Από τις αρχές του 20ού αιώνα και τις πρώτες προσπάθειες για αύξηση της αγροτικής παραγωγής και την εξασφάλιση σιτηρών, ο κλάδος έχει πλέον αναγορευτεί σε έναν από τους πιο επιτυχημένους της ελληνικής μεταποίησης.

Σήμερα η βιομηχανία τροφίμων - ποτών κατέχει κυρίαρχη θέση στην ελληνική παραγωγή αφού αποτελεί τον κλάδο με την υψηλότερη συμβολή σε όλα τα βασικά μεγέθη της μεταποίησης, όπως πωλήσεις, προστιθέμενη αξία, αριθμός επιχειρήσεων και απασχόληση.

Σύμφωνα με έρευνα του ΙΟΒΕ, καλύπτει το 25% του κύκλου εργασιών, κατέχει το 25% των συνολικών κεφαλαίων, παράγει το 24% της συνολικής προστιθέμενης αξίας και απασχολεί περισσότερο από το 22% των απασχολουμένων στο σύνολο του μεταποιητικού τομέα. Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται υπερβαίνουν σε ποσοστό το 20% του συνόλου των βιομηχανικών επιχειρήσεων.

Η παραγωγή του εγχώριου κλάδου τροφίμων και ποτών δεν παρουσιάζει σημαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, με αποτέλεσμα η πορεία της παραγωγικής δραστηριότητας το 2005 να είναι πτωτική, ενώ το 2006, χρονιά στην οποία αφορά η μελέτη του ΙΟΒΕ, αγγίζει το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών.

Οι επενδύσεις

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας επενδύσεων Οκτωβρίου - Νοεμβρίου 2006 του ΙΟΒΕ, οι επιχειρήσεις του κλάδου τροφίμων - ποτών εκτιμούν ότι η επενδυτική τους δαπάνη το 2006 αυξήθηκε κατά 3,4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος (η αντίστοιχη εκτίμηση για το 2005 αναφερόταν σε μείωση επενδύσεων της τάξης του 6,8%).

Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι για το 2007 οι επιχειρήσεις τροφίμων προέβλεπαν πως οι επενδύσεις τους θα μειωθούν κατά 4,5% σε σχέση με το 2006.

Από τις έρευνες αυτές προκύπτει ότι η πορεία αναδιάρθρωσης της ελληνικής βιομηχανίας τροφίμων - ποτών, με σκοπό τον εκσυγχρονισμό των μονάδων και την εισαγωγή νέων προϊόντων στην αγορά, συνεχίζεται, συμπεραίνει η έρευνα του ΙΟΒΕ.

Επιπλέον, ανοδικά κινείται το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων για την παραγωγή νέων προϊόντων, ενώ και το μερίδιο των επενδύσεων που αφορά στη διεύρυνση της παραγωγικής δυναμικότητας αυξάνεται.

Οι τιμές

Την περίοδο 1995 - 2006 οι τιμές παραγωγού του κλάδου αυξήθηκαν σωρευτικά κατά 54% και κατά μέσο όρο περίπου όσο και αυτές του συνόλου της μεταποίησης (περί το 4%). Το 2005 παρατηρήθηκε επιβράδυνση των τιμών των τροφίμων και ποτών, ενώ αντίθετα οι τιμές στη μεταποίηση αυξάνονται με επιταχυνόμενο ρυθμό.

Τον επόμενο χρόνο επανήλθε η μακροχρόνια τάση και οι τιμές τροφίμων - ποτών αυξάνονται όσο και οι τιμές του συνόλου της βιομηχανίας.

Ο σημαντικότερος ίσως παράγοντας που επηρεάζει τις τιμές των τροφίμων - ποτών είναι το κόστος των πρώτων υλών και ειδικότερα των γεωργικών προϊόντων.

Από τη σύγκριση της εξέλιξης στις τιμές παραγωγού του κλάδου τροφίμων - ποτών με τις τιμές εκροών του πρωτογενούς τομέα προκύπτει ότι την περίοδο 1996 - 2003 η αύξηση σε αυτές της πρωτογενούς παραγωγής ήταν γενικά ταχύτερη από εκείνη στις τιμές παραγωγού του κλάδου τροφίμων - ποτών.

Το γεγονός αυτό αποτελεί ένδειξη ότι μέρος της μεταβολής των τιμών στα γεωργικά προϊόντα απορροφάται τελικά από τη βιομηχανία και δεν μεταπηδά στους καταναλωτές. Η σχέση αυτή αντιστρέφεται το 2004 κυρίως λόγω της τεχνικής αλλαγής του δείκτη και της σημαντικής ανόδου της τιμής του παρθένου ελαιολάδου.

Το 2005, όμως, με την πτώση των τιμών παραγωγού ”παρασκευασμένων και διατηρημένων φρούτων και λαχανικών” επανέρχεται η μακροχρόνια τάση και οι τιμές τροφίμων - ποτών αυξάνονται βραδύτερα από αυτές στα γεωργικά προϊόντα.

Τέλος, το 2006 η άνοδος των τιμών των τροφίμων - ποτών ήταν της τάξης του 6,4%, ενώ αυτές των γεωργικών προϊόντων αυξήθηκαν κατά 5,8%.

Όσον αφορά στη σχέση των τιμών παραγωγού τροφίμων - ποτών και των αντίστοιχων λιανικών τιμών στην εγχώρια αγορά, την τριετία 2004 - 2006 διαφαίνεται αντιστροφή της τάσης των προηγούμενων ετών και σημαντική υποχώρηση της μετακύλισης των αυξήσεων των τιμών χονδρικής προς τους τελικούς καταναλωτές.

Απασχόληση

Με βάση τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού της ΕΣΥΕ για τη βιομηχανία τροφίμων - ποτών, η απασχόληση στον κλάδο μειώθηκε τα έτη 2003 και 2004. Η εικόνα αλλάζει το 2005 και η απασχόληση σημειώνει άνοδο της τάξης του 5,7%, ενώ ανοδική είναι η τάση και το 2006, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία.

Η ελληνική αγορά

Αν και στην ελληνική αγορά προβλήματα όπως αυτό του υπερπληθυσμού ή της εκτόξευσης της αγοράς των βιοκαυσίμων δεν έχουμε, δεν θα μπορούσε να πει κάποιος ότι οι εγχώριες τιμές έμειναν ανεπηρέαστες από τη διεθνή αύξηση της ζήτησης.

Χαρακτηριστικό είναι ότι οι τιμές στο γαλλικό μαλακό σιτάρι αυξήθηκαν τον τελευταίο χρόνο κατά 112%, με αποτέλεσμα η αξία του να διαμορφωθεί τον Οκτώβριο στα 322 ευρώ ανά τόνο, στο ελληνικό σκληρό σιτάρι, που σήμερα εκτιμάται στα 390 ευρώ, η αύξηση ήταν 105%, στο μαλακό αλεύρι για την αρτοποιία 87% (η τιμή του διαμορφώνεται στα 560 ευρώ ανά τόνο), ενώ το σκληρό αλεύρι αρτοποιίας σήμερα κοστίζει περίπου 595 ευρώ.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v