Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Μιχαλόπουλος: Πώς θα μπει η Ελλάδα στον χάρτη των επενδυτών

Την τεράστια σημασία της συμμετοχής στο QE αναλύει ο επικεφαλής του treasury της Alpha. Γιατί οι επενδυτές δεν «βλέπουν» ακόμη επενδύσεις στην Ελλάδα και πότε θα τη βάλουν στον... χάρτη.

Μιχαλόπουλος: Πώς θα μπει η Ελλάδα στον χάρτη των επενδυτών

«Γιατί η ολοκλήρωση της αξιολόγησης είναι πρώτιστης σημασίας; Πώς ερμηνεύουν οι αγορές την καθυστέρηση στην επίτευξη συμφωνίας; Πόσο σημαντικό είναι να βρεθεί λύση με τους θεσμούς το επόμενο διάστημα και τι σημαίνει το QE σε... « απλά ελληνικά»;

Θέματα και ερωτήματα που απασχολούν το μέσο Ελληνα σήμερα και που αποτελούν την «ημερήσια διάταξη» στην καθημερινότητα των τραπεζών. Δεν υπάρχει σύσκεψη που να μην περιστρέφεται γύρω από αυτά τα μέτωπα, δεν υπάρχει στρατηγική απόφαση που να μην εξαρτάται, εκπορεύεται και κρίνεται, από την έκβαση των εξελίξεων στο πεδίο αυτό.

Τράπεζες και οικονομία, άρρηκτα συνδεδεμένες, ειδικά σε μια χώρα που εκ των πραγμάτων στηρίζει την ανάπτυξή της, στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Κόκκινα δάνεια και καταθέσεις, δύο από τις μεγαλύτερες σήμερα προκλήσεις των τραπεζών, βρίσκονται σε απόλυτη συνάρτηση με την πολυπόθητη επάνοδο της οικονομίας σε αναπτυξιακή τροχιά. Αναγκαία συνθήκη για την επαναφορά των καταθέσεων είναι η καθιέρωση κλίματος εμπιστοσύνης και σταθερότητας, που συγχρόνως θα επιτρέψει την επαναφορά της χώρας στις διεθνείς χρηματαγορές.

Ενα από τα τραπεζικά στελέχη της αγοράς, που παρακολουθεί κάθε ταλάντωση της αγοράς και κάθε αντίκτυπο των εξελίξεων, θετικών ή αρνητικών, όπως αυτές επηρεάζουν τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων και τις διαφορές τους με τα αντίστοιχα διεθνή, είναι ο επικεφαλής του treasury στην Alpha Bank.

Ο Γιώργος Μιχαλόπουλος, Εντεταλμένος Γενικός Διευθυντής στη Διαχείριση Διαθεσίμων της Alpha Bank, ενός από τους μεγαλύτερους συστημικούς ομίλους, εξηγεί σε συνέντευξή του προς το Euro2day.gr το σκηνικό που διαμορφώνεται σήμερα στην αγορά.

Οπως παρατηρεί το τελευταίο χρονικό διάστημα τα ομόλογα του Δημοσίου διαπραγματεύονται με αποδόσεις 7-9%. Ποσοστό υπερπολλαπλάσιο άλλων ευρωπαϊκών χωρών, που αντανακλά το πώς μας βλέπουν στο εξωτερικό και πώς αποτιμούν τον κίνδυνο της χώρας. Αυτές οι δυσθεώρητες αποδόσεις δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι «μη επενδύσιμη»... ενώ την ίδια στιγμή η Πορτογαλία για παράδειγμα προσφέρει αποδόσεις της τάξεως του 3% και είναι δεκτή στις αγορές.

H ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, το QE, είναι σημαντική κυρίως γιατί, όταν αυτό συμβεί, θα είμαστε στο ίδιο «club»με άλλα μέλη της ευρωζώνης και θα απολαμβάνουμε εξίσου όλα τα σχετικά προνόμια εξίσωσής μας με αυτά. Δηλαδή, τα ελληνικά ομόλογα θα είναι επιλέξιμα για αγορά από την ΕΚΤ με αποτέλεσμα να αυξηθεί η ζήτησή τους και να εξορθολογιστούν οι αποδόσεις τους, που είναι συνάρτηση του χαμηλότερου προφίλ κινδύνου που θα φέρει η χώρα. Συνεπώς, θα έχουμε μπει σε ανοδική τροχιά με άμεσο θετικό αντίκτυπο στην οικονομία και τις προοπτικές της χώρας, η οποία θα μπορεί να ανταγωνιστεί επί ίσοις όροις εντός του ενιαίου νομίσματος.

Επιπροσθέτως, σημειώνει, μόλις ενταχθεί η χώρα στο QE, θα τονωθεί η εμπιστοσύνη προς την οικονομία. Οι ξένοι επενδυτές και οι αγορές θα ερμηνεύσουν την έγκριση για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης ως ένα βήμα αποδοχής και στήριξης της χώρας. Η λογική λέει ότι για να εγκρίνουν, μετά από τόση προσπάθεια της Ελλάδας, την ένταξή της στο QE, κάτι... καλό θα έχει συμβεί, οπότε, «ναι», θα ξαναβλέπουν Ελλάδα στις επενδυτικές τους επιλογές.

«Αν θέλουμε να ασφαλιστούμε από Gr-accident θα πρέπει να δεθούμε οριστικά με την Ευρώ-ζώνη» επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Μιχαλόπουλος που διευκρινίζει ότι «η αποδοχή στο QE θα αποτελέσει σημαντικό προμήνυμα προς πολλές κατευθύνσεις. Θα είναι το ξυπνητήρι για τους επενδυτές να ξαναβάλουν την Ελλάδα στον επενδυτικό τους χάρτη, θα είναι το εισιτήριο της Ελλάδας να διεκδικήσει το δανεισμό της από τις αγορές, θα είναι η επιβεβαίωση για τον επιχειρηματία και τον καταθέτη ότι μπορεί να εμπιστευτεί την οικονομία και τις τράπεζες.

Δυστυχώς, έως τώρα διανύουμε ένα μακρύ επενδυτικό χειμώνα. Το QE είναι η αφορμή να ξυπνήσουν από τη χειμερία νάρκη όλοι εκείνοι οι καταλύτες που θα προλειάνουν την επιστροφή σε μια ισχυρή χρηματοοικονομική δραστηριότητα για τη χώρα. Το QE είναι ο «κούκος» και παρότι δεν είναι ικανή συνθήκη για να επέλθει οριστικά η «άνοιξη», εντούτοις είναι αναγκαία. Κι αυτό γιατί ομολογουμένως, ένα σημαντικό βήμα θα έχει γίνει. Μια αβεβαιότητα θα έχει εξαφανιστεί. Ενα ανταγωνιστικό μειονέκτημα της χώρας θα έχει αντιμετωπιστεί».

Ωστόσο, ο δρόμος είναι μακρύς. Δεν αίρονται μονομιάς όλα τα εμπόδια και δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα.

Eρωτηθείς να σχολιάσει για ποιο λόγο απέχουν οι ξένοι από τις επενδύσεις, παρά τις χαμηλές αποτιμήσεις των ελληνικών κινητών αξιών–μετοχών και ομολόγων, ο επικεφαλής της Διαχείρισης Διαθεσίμων της Alpha Bank, εξηγεί ότι ο λόγος δεν είναι ένας. Πέραν της αστάθειας του οικονομικού περιβάλλοντος αμιγώς, τόσο η ρευστότητα των μη οικονομικών δεδομένων (όπως π.χ. πολιτικές εξελίξεις, γεωπολιτικά θέματα, κοινωνικές ισορροπίες) όσο και η έλλειψη αξιόπιστων δεικτών αναφοράς αποθαρρύνουν τους περισσότερους ξένους επενδυτές.

Η αποτίμηση των ποιοτικών μη οικονομικών δεδομένων δεν είναι εύκολη υπόθεση και δεν υπάρχουν πάντα εξειδικευμένοι αναλυτές στα τμήματα αναλύσεων των επενδυτικών σχημάτων. Όταν αδυνατούν να προβλέψουν τις πιθανές εκδοχές και την επίπτωση καθεμίας εξ’ αυτών, είναι υποχρεωμένοι εκ των κανονισμών τους σε αποχή. Υιοθετούν στάση «on-off» με βάση τις εξελίξεις. Μόνο όταν εξαλειφθούν οι ασύμμετροι κίνδυνοι, επιστρέφουν σε διαρκή λειτουργία και μελετούν τα δεδομένα ετοιμάζοντας τις κινήσεις τους.

Ταυτόχρονα, ένα πολύ σημαντικό κριτήριο για αυτούς είναι ο δείκτης πιστοληπτικής αξιολόγησης (rating) που παρέχεται από τους διεθνείς οίκους ως συγκριτική ένδειξη για τη συνολική αξιολόγηση μιας οικονομίας. Το σημερινό rating της χώρας είναι απαγορευτικό για τον μέσο και αποτρεπτικό για τον καινούργιο επενδυτή.

Με την αρωγή του QE, ο άμεσος στόχος είναι να μειωθεί σημαντικά το εξαιρετικά υψηλό ασφάλιστρο κινδύνου της χώρας και να δικαιολογήσει μια βελτίωση της αξιολόγησης. Μόνο με αυτό τον τρόπο, η Ελλάδα θα επιστρέψει στο χάρτη των χωρών προς επιλογή για επενδύσεις, καθώς και στο γράφημα των αποδόσεων αυτών των χωρών αναφορικά με κινητές αξίες. Αυτό θα το πετύχουμε όταν τα επιτόκια υποχωρήσουν από το 7% σήμερα, στο επίπεδο του 4-5% που εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν μετά το QE. Υπενθυμίζεται ότι την τελευταία φορά που είχε βγει η χώρα στις αγορές, οι αποδόσεις κυμαίνονταν περί το 4%.

Βέβαια, η προσπάθεια να αποτιμήσει κανείς τα άμεσα οικονομικά οφέλη του QE, αυστηρά και μόνο σε ποσοτικό άξονα και μόνο για το εγγύς μέλλον, αποτυγχάνει να δει το σημειολογικό του χαρακτήρα. Αν η Ελλάδα κατορθώσει να βγει στις αγορές και πείσει για τη δυνατότητά της να έχει βιώσιμη εξυπηρέτηση του χρέους της, θα αποκτήσει σημαντική ελευθερία κινήσεων και θα μπορεί όχι μόνο να αξιολογήσει τις προοπτικές της αλλά και να τις διαμορφώσει προς όφελός της, μέσα από ένα πλέγμα επιλογών με λελογισμένο κόστος.

Ωστόσο ας μην ξεχνάμε ένα πράγμα, σημειώνει. Ο παράγοντας χρόνος είναι εξίσου σημαντικός. Ο κόσμος προχωράει χωρίς να περιμένει την Ελλάδα. Το project του QE στην Ευρώπη φαίνεται ότι έχει διανύσει ένα σημαντικό τμήμα της ωφέλιμης ζωής του ως προϊόν, κοινώς έχει κάνει τον κύκλο του, με αποτέλεσμα η ΕΚΤ να μελετά ήδη τον τρόπο και το χρονικό σημείο τερματισμού του. Αποτελεί πλέον κατά πολλούς ένα παρωχημένο «δεκανίκι», ένα αμφιλεγόμενο «φάρμακο», που κατευθύνει -ενίοτε χειραγωγεί- τις αγορές και καθυστερεί επικίνδυνα τη συνολική θεραπεία των προβλημάτων στη ζώνη του ευρώ. Το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε η ΕΚΤ είναι να δοθεί εφήμερα αυτό το προϊόν στην Ελλάδα χωρίς να έχουν μπει τα θεμέλια για τη συνολική ανάρρωση της οικονομίας και την οριστική στροφή της χώρας προς το μέλλον. Δώρο-άδωρο για όλους.

Κάπως έτσι, ως πρώτο βήμα για την οριστική στροφή της χώρας σε θετικό πρόσημο είναι η αξιολόγηση. Η ολοκλήρωσή της εκτιμάται εντός του διμήνου Μαρτίου-Απριλίου με βάση τη στάση που βλέπουμε να κρατά επί του παρόντος η αγορά, τονίζει ο Γ. Μιχαλόπουλος. Σε διαφορετική περίπτωση θα μπούμε σε οδυνηρές περιπέτειες και το κόστος για την οικονομία θα είναι μη αναστρέψιμο. Χωρίς αξιολόγηση, QE δεν υφίσταται και ο δρόμος για την επάνοδό μας στις αγορές θα μακρύνει εκ νέου. Χωρίς τις αγορές, είμαστε απομονωμένοι και δεν εμπνέουμε εμπιστοσύνη. Χωρίς εμπιστοσύνη, δεν έχουμε δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε κόκκινα δάνεια, να φέρουμε καταθέσεις στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, να απαλλαγούμε από capital controls, να οδεύσουμε σταθερά σε πρόοδο και οικονομική ανάταση.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v