Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ο καπιταλισμός, οι κρίσεις και τα παράδοξα

Πού οφείλεται η στασιμότητα στις οικονομίες της Δύσης. Γιατί είναι λάθος να κατηγορείται το σύστημα της μεικτής οικονομίας που παραπλανητικά αποκαλείται «καπιταλισμός». Γράφει ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος

Ο καπιταλισμός, οι κρίσεις και τα παράδοξα

Διαβάζοντας, βλέποντας και ακούγοντας τους πιο σημαντικούς οικονομολόγους της εποχής μας, το γενικό συμπέρασμα που βγάζει ο οικονομικά αναλφάβητος είναι ότι για τις κρίσεις της οικονομίας, τα αίτια θα πρέπει να αναζητηθούν στη νεοκλασική οικονομία, δηλαδή στους μηχανισμούς ισορροπίας των αγορών και όχι στα αίτια που προκαλούν τις στρεβλώσεις τους. Δηλαδή για το αυτοκίνητο που έπεσε στον τοίχο δεν ευθύνεται ο οδηγός που το οδήγησε σ' αυτόν, αλλά αυτό το ίδιο το αυτοκίνητο.

Κατά κανόνα, δε, στο πλαίσιο παρόμοιων θεωρήσεων, παρακάμπτεται πλήρως και μια από τις βασικές αιτίες που προκαλούν κρίσεις στην εποχή μας και που είναι, ιδιαίτερα στη Δύση, οι πτώσεις της παραγωγικότητας.

Λίγοι οικονομολόγοι, όπως ο νομπελίστας Εντμουντ Φελπς, ο Πίτερ Ντράκερ, ο Πασκάλ Σαλέν και ο Τζορτζ Γκίλντερ, τόνισαν και τονίζουν προς κάθε κατεύθυνση ότι οι κρίσεις του συστήματος της μεικτής οικονομίας, που εντελώς παραπλανητικά αποκαλείται «καπιταλισμός», οφείλονται σε δραματικές πτώσεις της παραγωγικότητας, οι οποίες οδήγησαν σε διαρθρωτικές διαστροφές.

Διαβάζοντας κανείς πίσω από τις γραμμές ορισμένες εκθέσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, οδηγείται σε εκπληκτικά συμπεράσματα, τα οποία για μια μακρά περίοδο παραμένουν νεκρό γράμμα. Για παράδειγμα, την περίοδο 1966-1972, στον ανεπτυγμένο κόσμο, το 40% των επενδύσεων που πραγματοποιούσαν οι σοβαρές επιχειρήσεις αφορούσε τη βελτίωση των παροχών υπηρεσιών από μέρους τους, μέσω της τεχνολογίας. Όμως την ίδια περίοδο, οι πολιτικές εξουσίες δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να αυξάνουν το γραφειοκρατικό προσωπικό και να του αναθέτουν αντιπαραγωγικά καθήκοντα.

Αυτή είναι και η βασική αιτία της στασιμότητας των δυτικών οικονομικών, τονίζει ο Εντμουντ Φελπς. Προσθέτει δε ότι «ενώ οι εξελίξεις στην πληροφορική, στις επικοινωνίες και στο Διαδίκτυο, που κυρίως συνέβησαν στην Αμερική, έδωσαν σε πολλούς την εντύπωση ότι είναι ενδημικές, η παραγωγικότητα της εργασίας στην οικονομία συνολικά επιβραδύνθηκε από το 1972 μέχρι την εμφάνιση του Διαδικτύου το 1996 και επιβραδύνθηκε πάλι όταν αυτό καθιερώθηκε το 2004.

Το αποτέλεσμα ήταν μεγάλη ζημία. Οι μισθοί των απασχολουμένων δεν αυξήθηκαν. Το ποσοστό απασχόλησης των λευκών ανδρών στις ΗΠΑ έπεσε από το 80% του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας το 1965 στο 72% το 1995 και στο 70,5% στα τέλη του 2007 -των δε μαύρων έπεσε ακόμα περισσότερο. Η συνολική εκροή επομένως επιβραδύνθηκε και στα δύο μεγέθη, ήτοι παραγωγικότητα της εργασίας και εισροή εργασίας. Η εκροή επενδυτικών αγαθών για τις επιχειρήσεις, ιδιωτικές και δημόσιες, δέχτηκε σοβαρό πλήγμα -μειώθηκε σε σχέση με το σύνολο από 16% τη δεκαετία του 1960 στο 14,7% τη δεκαετία του 1990 και στο 14,3% τη δεκαετία του 2000. Η εκροή για τους καταναλωτές τα πήγε καλύτερα, αλλά οι θέσεις εργασίας εξαρτώνται περισσότερο από το πρώτο παρά από το δεύτερο».

Η κατάσταση που περιγράφει ο Αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος και καθηγητής δεν διαφέρει από την αντίστοιχη στην Ευρώπη, όπου εκεί η δημιουργία της ευρωζώνης έφερε στο προσκήνιο και σοβαρά νομισματικά θέματα.

Ακόμα χειρότερα, στην ευρωζώνη, η απουσία οικονομικής πολιτικής επηρέασε και τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς, που είναι κλειδί για την εξωστρεφή επιχειρηματική δραστηριότητα. Στο πλαίσιο αυτό δικαιολογούνται απολύτως οι δημοσιονομικές και χρηματοοικονομικές κρίσεις, οι οποίες με αφετηρία την πανδημία, όλα δείχνουν ότι θα επανέλθουν στο προσκήνιο.

Οι δημοσιονομικές κρίσεις προκύπτουν επειδή η οικονομική ανάπτυξη, αφού επιτάχυνε τον ρυθμό σε κάποιο βαθμό για μερικά χρόνια, επιβραδύνθηκε και πάλι την τελευταία δεκαετία -επιστρέφοντας στον ρυθμό των δεκαετιών του 1970 και 1980. Αυτό μείωσε τις προοπτικές για ικανοποιητική αύξηση των φορολογικών εσόδων, στα οποία οι κυβερνήσεις υπολόγιζαν για να διαβαθμίσουν εύλογες και συντεχνιακές κοινωνικές διεκδικήσεις από τον μεγάλο αριθμό των baby boomers. Έσπευσαν κατά κανόνα να καλύψουν το ρήγμα με την αύξηση των φόρων ή την περικοπή των δαπανών;

Στην ουσία, χωρίς βελτίωση της παραγωγικότητας, έριχναν λάδι στη φωτιά. Οι περισσότερες κυβερνήσεις, ανεξαρτήτως πολιτικού χρώματος, αδυνατούν να καταλάβουν, ή δεν θέλουν, ότι άνοδος της αμοιβής της εργασίας δεν νοείται χωρίς βελτίωση και άρα αύξηση της παραγωγικότητας.

Αναφορικά δε με τις χρηματοοικονομικές κρίσεις, στην εποχή μας, προέκυψαν από την ισχνή ανάπτυξη, την παρεπόμενη ανεργία και τα επακόλουθα δημοσιονομικά ελλείμματα. Μετά την επιβράδυνση, οι διάφορες κυβερνήσεις στην Ευρώπη, αντί να συγκρατήσουν τα ελλείμματά τους, ενέπλεξαν στη διαχείρησή τους τις ευρωπαϊκές τράπεζες που τα αγόραζαν με χαμηλά επιτόκια. Οι δε τράπεζες ήταν πρόθυμες να τα αγοράσουν, εφόσον το δημόσιο χρέος είχε αξιολόγηση ΑΑΑ από οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας που απαιτούσαν μικρό κεφάλαιο από τις τράπεζες σε σχέση με τέτοιο χρέος.

Η αμερικανική κυβέρνηση, ενώ εξακολουθούσε να δανείζεται, ενθάρρυνε και άλλους να δανείζονται. Έπεισε κρατικά επιχορηγούμενες επιχειρήσεις στην αγορά των στεγαστικών δανείων και εμπορικές τράπεζες να καθιερώσουν μειωμένα επιτόκια σε στεγαστικά δάνεια υψηλού κινδύνου. Επίσης ενθάρρυνε μεγάλο αριθμό φοιτητικών δανείων.

Οι κρατικά επιχορηγούμενες επιχειρήσεις, οι τράπεζες και άλλοι δανειστές συνέχισαν να χρηματοδοτούν την επακόλουθη έκρηξη της ζήτησης για δάνεια από κερδοσκόπους και νέους αγοραστές, ενόσω οι τιμές των κατοικιών συνέχισαν να αυξάνονται -ενώ δεν κατάφεραν να εκτιμήσουν τον κίνδυνο.

Δημιουργήθηκε έτσι διεθνώς ένα ασφυκτικό περιβάλλον, το οποίο για να εκραγεί, ήταν αρκετή η κρίση των επισφαλών ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ του 2007.

Σήμερα, η κρίση της πανδημίας, στο μέτρο που η παραγωγικότητα δεν θα προσαρμόζεται ανοδικά στην ψηφιακή εποχή, είναι πολύ πιθανόν να αποτελέσει την αφετηρία μιας νέας χρηματοοικονομικής αναταραχής, που θα έχει όμως και πολύ επικίνδυνες γεωπολιτικές διαστάσεις.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v