Φίλτατοι, καλή σας ημέρα
Την επόμενη φορά που θα πρέπει να πληρώσετε για ένα προϊόν ή μία υπηρεσία και σας τεθεί το γνωστό ερώτημα «με απόδειξη ή χωρίς;», θα ήταν ίσως χρήσιμο να θυμηθείτε ότι σε αυτήν τη χώρα, εδώ και χρόνια, «δουλευόμαστε» μεταξύ μας. Είναι ένα «δούλεμα» δε το οποίο αφορά άπαντες, σε όποια πλευρά της «ζυγαριάς» κι αν βρίσκονται.
Πέραν του τεραστίου «δουλέματος» που ακούει στην έννοια «ανταποδοτικότητα» και αφορά στο κράτος και στις «δωρεάν» υπηρεσίες (παιδεία, υγεία, ασφάλεια κ.α.) που υποτίθεται ότι παρέχει (διάβαζε παρέχει ελλιπώς) έναντι των χρημάτων (φόρων) που ζητά ετησίως από τους συνεπείς φορολογουμένους, υπάρχει ακόμη ένα, ενδεχομένως χειρότερο, που αφορά το «δούλεμα» του ενός πολίτη προς τον άλλον.
Σύμφωνα με τα στοιχεία έτους 2024 που είδαν έως τώρα το φως της δημοσιότητας, εκ των 6.720.037 φορολογικών δηλώσεων που έχει επεξεργαστεί η ΑΑΔΕ, περίπου οι μισοί φορολογούμενοι (3.135.598 ή 46,6%) δήλωσαν ετήσιο εισόδημα έως 10.000 ευρώ.
Να θυμίσουμε εδώ ότι ο φορολογικός συντελεστής για τα πρώτα 10 χιλιάρικα εισοδήματος στέκει στο 9%. Δηλαδή κατ’ ανώτατο ο φόρος εισοδήματος ανέρχεται στα 900 ευρώ. Με άλλα λόγια, περίπου τα μισά νοικοκυριά αυτής της χώρας δήλωσαν ότι επιβιώνουν με 833 ευρώ ή και λιγότερα, τον μήνα. Για την ακρίβεια, συνολικά 831.053 υπόχρεοι άμεσης φορολογίας δήλωσαν απολύτως μηδενικό εισόδημα, έναντι 780.900 το προηγούμενο έτος.
Δίχως αμφιβολία, αυτό το στοιχείο και μόνον, ακόμη κι αν εξαιρέσουμε το σύνολο των νέων που βρίσκονται στις διάφορες βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος αλλά είναι υπόχρεοι υποβολής φορολογικών δηλώσεων, δημιουργεί εύλογες απορίες. Τόσο για την ορθότητά του όσο -εάν όντως είναι ορθό- για τους τρόπους επιβίωσης τόσων χιλιάδων ανθρώπων.
Όπως αντίστοιχα και για ακριβώς τους ίδιους λόγους προκαλούν απορία τα στοιχεία που αφορούν όσους δήλωσαν εισόδημα έως 5.000 ευρώ, οι οποίοι ήσαν 1.117.976 ενώ από 5.001 έως 10.000 ευρώ εισοδήματος δήλωσαν συνολικά 1.186.569 υπόχρεοι. Πλην εκείνων που δήλωσαν μηδενικό εισόδημα και φυσικά δεν φορολογήθηκαν, όλοι οι άλλοι, βάσει των δηλωθέντων εισοδημάτων τους, φορολογήθηκαν με συντελεστή 9%, που είναι ο εισαγωγικός.
Με άλλα λόγια, βάσει των παραπάνω στοιχείων, για να μην αναφερθούμε στα λοιπά επίπεδα εισοδημάτων και τους αντίστοιχους φορολογικούς συντελεστές, είτε ζούμε σε μία χώρα στην οποία το ένα στα δύο νοικοκυριά διαβιεί στα όρια της φτώχειας ή και κάτω από αυτά, είτε ζούμε σε μία χώρα στην οποία το εθνικό σπορ είναι όντως η φοροδιαφυγή.
Θα πείτε, ίσως, τι το καινούργιο υπάρχει σε όλα αυτά; Ενδεχομένως τίποτε. Υπό το φως όμως αυτών των στοιχείων η χώρα θα όφειλε να μη βαυκαλίζεται ότι αποτελεί κράτος πρόνοιας, στην πρώτη περίπτωση, ή κράτος στο οποίο η πάταξη της φοροδιαφυγής κερδίζει πράγματι έδαφος, στη δεύτερη.
Διότι μπορεί η σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων 2024 να σημειώθηκε όντως χάρη στη διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με την ΑΑΔΕ, τη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών βάσει τεκμηρίων ή το myDATA, όμως τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι ακόμη κάτι δεν πάει καλά.
Πάει ακόμη χειρότερα, δε, όταν προσμετρήσουμε και την ολοένα αυξανόμενη υπόθεση των διαφόρων επιδομάτων και “pass” κάθε λογής. Επιδομάτων που χορηγούνται προς εκατοντάδες χιλιάδες «δικαιούχους» βάσει «εισοδηματικών κριτηρίων», ενώ προς τους συνεπείς φορολογουμένους -κατά τεκμήριο τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους- οι οποίοι πληρώνουν αδρά για αυτά ουδεμία ενίσχυση παρέχεται, κάνοντας το όλο «δούλεμα» ακόμη σοβαρότερο.
Ας μας πει λοιπόν κάποιος: ζούμε σε κράτος φτωχών ή φοροφυγάδων;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.