Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Stat Bank: Η εγχώρια αγορά πετρελαιοειδών

Μόλις έξι εταιρίες πετρελαιοειδών, από ένα σύνολο είκοσι, ενίσχυσαν τις πωλήσεις τους την περίοδο Ιανουαρίου – Μαίου 2004, συμπεραίνει η Stat Bank σε έρευνά της για την εγχώρια αγορά εμπορίας πετρελαιοειδών (10/04). Ποια στρατηγική ακολούθησαν. Ποιες ήταν οι επιδόσεις των εταιριών το 2003.

Stat Bank: Η εγχώρια αγορά πετρελαιοειδών
Αυξήσεις 14,7% ως 19% καταγράφονται στις λιανικές τιμές διαφορετικών πετρελαιοειδών προϊόντων από την αρχή του έτους ως το τέλος Σεπτεμβρίου 2004. Αυτό προκύπτει από έρευνα της STAT BANK, σύμφωνα με την οποία:

• Η μέση λιανική τιμή πώλησης της βενζίνης σούπερ αυξήθηκε στο 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2004 με έναν ρυθμό 14,7%. Η αντίστοιχη αύξηση στην τιμή πώλησης του προϊόντος από τα διυλιστήρια προς τις εταιρίες ήταν της τάξεως του 19%.

• Το ίδιο διάστημα η μέση λιανική τιμή της αμόλυβδης αυξήθηκε κατά 16,4% όταν η αντίστοιχη μέση αύξηση από τα διυλιστήρια ήταν της τάξεως του 20%.

• Αντιστοίχως, η μέση τιμή του ντίζελ κίνησης αυξήθηκε κατά 19% όταν τα διυλιστήρια πέρασαν στις τιμές τους μια μέση αύξηση 27%.

• Σε ότι αφορά το ντίζελ θέρμανσης το διάστημα Ιανουαρίου – Απριλίου η μέση λιανική τιμή σημείωνε αύξηση 16% ενώ σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις στο προσεχές διάστημα (και σε σύγκριση πάντα με την αρχή του έτους) θα υπερβεί ακόμη και το 30%.

Οι διαφοροποιήσεις των αυξήσεων μεταξύ διυλιστηρίων, εταιριών εμπορίας και πρατηρίων σημαίνει ότι ο ανταγωνισμός των εμπορικών εταιριών κατόρθωσε να συμπιέσει τα περιθώρια κέρδους, με προφανή στόχο τη διατήρηση των λιανικών τιμών σε όσο το δυνατόν πιο υποφερτά επίπεδα για τον καταναλωτή.

Πάντως, οι σοβαρές αυξήσεις στις λιανικές τιμές των καυσίμων επηρεάζουν ήδη τη ζήτηση στην αγορά η οποία ενώ το 2003 κινούνταν με πολύ υψηλό ρυθμό αύξησης, το τρέχον έτος δείχνει στο σύνολό της στασιμότητα.

Οι μεγάλες αυξήσεις στις λιανικές τιμές καυσίμων και η καθίζηση της αγοράς του ντίζελ θέρμανσης ήταν οι βασικοί λόγοι που κράτησαν στάσιμη την αγορά εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαίου 2004 η συνολική αγορά βενζινών και ντίζελ θέρμανσης και κίνησης παρέμεινε σταθερή στο επίπεδο των 4,9 εκατομμυρίων μετρικών τόνων, όσο δηλαδή και το αντίστοιχο διάστημα του 2003.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ το 2003 η εγχώρια αγορά βενζινών και ντίζελ είχε εμφανίσει το 2003 αύξηση 9,6% σε σχέση με το 2002, αντιθέτως το πρώτο πεντάμηνο του 2004 παρέμεινε στάσιμη.

Ειδικότερα, το πρώτο πεντάμηνο τρέχοντος έτους η εγχώρια αγορά βενζινών εμφάνισε αύξηση 5,9% η οποία ωστόσο υπολείπεται της αντίστοιχης αύξησης των νέων επιβατικών αυτοκινήτων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το πρώτο εξάμηνο τρέχοντος έτους οι πωλήσεις νέων επιβατικών αυτοκινήτων εμφάνιζαν αύξηση 18% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2003. Είναι φανερό ότι πολλοί αυτοκινητιστές διήνυσαν λιγότερα χιλιόμετρα, κάνοντας οικονομία στα καύσιμα.

Αν, όμως, η αγορά βενζινών εμφάνιζε μια σχετικά μικρή αύξηση, αντίστροφα η αγορά του ντίζελ θέρμανσης παρουσίαζε σχεδόν ισοδύναμη μείωση.

Η καλοκαιρία έριχνε τις πωλήσεις ντίζελ κατά 4,7% το πρώτο πεντάμηνο τρέχοντος έτους. Αντιθέτως, η αγορά ντίζελ κίνησης κινήθηκε με ρυθμό αύξησης 3,8% το πρώτο πεντάμηνο τρέχοντος έτους. Πάντως, σε ότι αφορά το ντίζελ κίνησης, οι προοπτικές ανόδου της αγοράς είναι μεγάλες εάν λάβει

Σε επίπεδο επιδόσεων των επιμέρους εταιριών αξίζει να σημειωθούν τα παρακάτω:

Από τις 20 εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών, οι 12 μείωσαν τις πωλήσεις τους και μόνον έξι ακολούθησαν ανοδική πορεία. Οι επιχειρήσεις αυτές είναι οι: Aegean Oil, Elin, ΕΤΕΚΑ, El Petrol, Cyclon και Αργώ. Παρά τις αυξήσεις τιμών και την αναιμικότητα της αγοράς, οι εν λόγω εταιρίες αντέστρεψαν προς όφελός τους τις συνέπειες της κρίσης. Η μέθοδος που εφήρμοσαν είναι απλή: συρρίκνωσαν τα περιθώριά τους, με στόχο να προσφέρουν ελκυστικότερες τιμές και άρα να διευρύνουν τα μερίδια αγοράς τους.

* Στην αγορά των βενζινών – ντίζελ την πρώτη θέση κατέχει η εν Ελλάδι θυγατρική της βρετανικής BP, οι πωλήσεις της οποίας το πρώτο πεντάμηνο του 2004 εμφάνισαν ελαφρά μείωση 0,5%.

Η BP Hellas, που διευθύνεται από τον κ. Σωτήρη Χριστογιάννη, κατορθώνει ωστόσο να παραμένει στη δεύτερη καλύτερη θέση από άποψη κερδών μεταξύ όλων των εισαγωγικών και εμπορικών εταιριών της χώρας. Ενδεικτικό της πορείας της BP Hellas είναι το ότι η εταιρία αυτή ως το τέλος Οκτωβρίου προγραμματίζει να καθελκύσει 6 νέα υπερσύγχρονα διπύθμενα δεξαμενόπλοια. Αυτά θα μεταφέρουν καύσιμα από τα διυλιστήρια στις αποθηκευτικές εγκαταστάσεις της BP Hellas.

* Ελαφρώς καθοδικά κινήθηκαν και οι πωλήσεις της ΕΚΟ-Elda η οποία είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρία της αγοράς του ”μαύρου χρυσού”. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι η επιχείρηση αυτή που διευθύνεται από τον κ. Σταύρο Παπαδόπουλο και η οποία παραμένει σταθερά στην 7η καλύτερη θέση μεταξύ των πλέον κερδοφόρων εμπορικών επιχειρήσεων της χώρας συνεχίζει το επενδυτικό πρόγραμμά της. Προσφάτως, ολοκλήρωσε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεών της κοντά στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης.

* Η Shell Hellas εμφάνισε κάμψη των πωλήσεών της κατά 1%. Η εταιρία αυτή που διευθύνεται από τον κ. Αλ. Λάσκαρη ελέγχει κάτι παραπάνω από 15% της συνολικής αγοράς βενζινών και ντίζελ. Το μεγάλο ”όπλο” εμπορικής πολιτικής που χρησιμοποιεί η εταιρία εξακολουθεί να παραμένει η V-Power.

* Η Avin του ομίλου της Μότορ Όϊλ, που διευθύνεται από τον κ. Βασίλη Σεραφειμάκη, κινήθηκε με ρυθμό μείωσης 4,3%, φτάνοντας να ελέγχει το 8,7% της συνολικής αγοράς βενζινών και ντίζελ.

* Η Jetoil των Αφών Κυριάκου και Νίκου Μαμιδάκη εμφανίζει ελαφρά καθοδική πορεία κάτι που δεν την εμποδίζει να ελέγχει το 7,4% της εγχώριας αγοράς βενζινών και ντίζελ. Η εταιρία αυτή παρουσιάζει ωστόσο σταθερά ανοδική πορεία στις πωλήσεις της στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στις γειτονικές βαλκανικές χώρες.

Ενδεικτικό της ισχύος της επιχείρησης, η οποία εστιάζεται τόσο στο σύγχρονο εμπορικό δίκτυό της όσο και την πληρότητα των μεγάλων αποθηκευτικών χώρων της, είναι το γεγονός ότι η διοίκησης της Jetoil δέχτηκε προσφάτως πρόταση εξαγοράς της από τη ρωσική Lukoil.

* Με τους πιο μεγάλους ρυθμούς ανόδου συνεχίζει να αναπτύσσεται η Aegean Oil του ομίλου επιχειρήσεων Δημ. Μελισσανίδη. Η επιχείρηση αυτή ελέγχει το 4,6% της συνολικής αγοράς. Η Aegean Oil, που διευθύνεται από τον κ. Ιάκωβο Μελισσανίδη αύξησε τις πωλήσεις της κατά 12,7% ενώ συνεχίζει να διευρύνει με εκπληκτικούς ρυθμούς το εμπορικό της δίκτυο. Η Aegean Oil ελέγχει 336 πρατήρια ενώ στο επόμενο μήνα ολοκληρώνει την κατασκευή ακόμη 17 πρατηρίων Ειδικότερα στο λεκανοπέδιο Αττικής η Aegean Oil ελέγχει 30 πρατήρια ενώ ο στόχος της είναι να δημιουργήσει ένα πανίσχυρο δίκτυο 100 πρατηρίων.

Ο κ. Ιάκωβος Μελισσανίδης έχει ήδη λάβει μια ακόμη απόφαση που θα βοηθήσει τις προσπάθειες της Aegean Oil να διευρύνει την παρουσία της στα νησιά του Αιγαίου: πολύ σύντομα θα θέσει σε λειτουργία ένα δεξαμενόπλοιο που θα μπορεί να μεταφέρει 2-3 μεγάλα βυτιοφόρα, με στόχο να διαθέτει φθηνά καύσιμα στα νησιά του Αιγαίου.

* Η εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αθηνών, Elin Oil εμφανίζει επίσης ικανοποιητική πορεία τόσο στον τομέα της λιανικής πώλησης καυσίμων – αποφεύγοντας την ζημιογόνο μεσολάβηση των traders – όπως επίσης και στον τομέα των βιομηχανικών καυσίμων που κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ όλων των εταιριών.

Το 2003 η εταιρία, που διευθύνεται από τον κ. Χάρη Κυνηγό, είχε εμφανίσει ρυθμό αύξησης των πωλήσεων βενζινών και ντίζελ της τάξεως του 19% ενώ το πρώτο πεντάμηνο του 2004 αύξησε τις πωλήσεις της κατά 5,8%.

* Επενδυτικά εξάλλου επιμένει η Revoil, που διευθύνεται από τον κ. Ευάγγελο Ρούσσο. Η επιχείρηση ανακτά με σταθερά βήματα, το χαμένο έδαφος στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στη περίπτωση της Revoil είναι το γεγονός ότι η ίδια δέχτηκε έντονες πιέσεις για συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιό της από τη ρωσική Lukoil. Οι Ρώσοι φαίνεται να εκτιμούν ιδιαίτερα ότι η Revoil αποτελεί την ελληνική ιδιωτική εταιρία με τις μεγαλύτερες επενδύσεις σε αποθηκευτικούς χώρους και ένα σύγχρονο εμπορικό δίκτυο. Πάντως, η διοίκηση της Revoil απέρριψε τη ρωσική πίεση.

* Η εταιρία Silk Oil εμφάνισε υποχώρηση στις πωλήσεις της κατά 4%

* Αντιθέτως, η ΕΤΕΚΑ εμφανίζει ανοδική πορεία της τάξεως του 4,8%. Η ΕΤΕΚΑ, που διευθύνεται από τον επιχειρηματία κ. Γιώργο Σπανό υλοποιεί ένα σοβαρό πρόγραμμα εξυγίανσης του εμπορικού της δικτύου. Μετά την απομάκρυνση κάποιων συνεργατών της που δεν είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, αποφάσισε να διευρύνει το δίκτυό της. Είναι χαρακτηριστικό ότι προσφάτως άνοιξε 13 νέα υπερσύγχρονα πρατήρια στην περιφέρεια και άλλα τρία στο λεκανοπέδιο. Ο κ. Γιώργος Σπανός δείχνει αποφασισμένος να μετατρέψει την εταιρία του σε μια από τις μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου. Σύμφωνα δε με ορισμένες πληροφορίες εξετάζει το ενδεχόμενο να καταθέσει αίτηση εισαγωγής στον Σύνδεσμο Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών, θεωρώντας ότι και η ΕΤΕΚΑ έχει μια θέση στο κλαμπ των ισχυρών της εμπορίας ”μαύρου χρυσού”.

* Στην αμέσως επόμενη θέση της κατάταξης βρέθηκε η Dracoil, που διευθύνεται από τον κ. Βασίλη Δρακόπουλο και η οποία ελέγχει το 2,7% της αγοράς. Ίδιο μερίδιο ελέγχει και η El Petrol η οποία το πεντάμηνο τρέχοντος έτους εμφάνισε αύξηση πωλήσεων 21,7% (!).

Οικονομικά Αποτελέσματα 2003

Αυξημένα κατά 37,8% εμφανίζονται τα συνολικά καθαρά κέρδη των 41 μεγαλύτερων εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων το 2003 σε σχέση με το 2002. Αυτό προκύπτει από τα ως 10 Ιουνίου 2004 δημοσιευμένα στοιχεία των επιχειρήσεων του κλάδου, σύμφωνα με τα οποία, τα συνολικά κέρδη αυξήθηκαν από 127,1 εκατομμύρια ευρώ το 2002 σε 175,1 εκατομμύρια ευρώ το 2003.

Σύμφωνα με έρευνα της STAT BANK, ο ρυθμός αύξησης των καθαρών κερδών των εταιριών εμπορίας καυσίμων ήταν 7 φορές υψηλότερος του αντίστοιχου ρυθμού αύξησης των πωλήσεων. Ταυτόχρονα η βελτίωση της κερδοφορίας του κλάδου ήταν υψηλότερη και του μέσου όρου αύξησης των κερδών των 1.000 μεγαλυτέρων εισαγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων της χώρας – ανεξαρτήτως κλάδου.

Οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών εμπορίας καυσίμων αυξήθηκαν το 2003 με ρυθμό 5,8%. Συγκεκριμένα, ο τζίρος των 41 μεγαλύτερων εκπροσώπων του κλάδου από 6,9 δισεκατομμύρια ευρώ το 2002 έφτασε τα 7,3 δισ. ευρώ το 2003.

Βεβαίως, σημαντικό μέρος του τζίρου αυτού αντιπροσωπεύει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης.

Τα παραπάνω στοιχεία αναδεικνύουν για μια ακόμη χρονιά τον τομέα εμπορίας καυσίμων στην πρώτη θέση μεταξύ όλων των τομέων επιχειρηματικής δραστηριότητας του εγχώριου εμπορίου. Σε κανέναν άλλο κλάδο τόσο λίγες εταιρίες δεν διαχειρίζονται τόσο υψηλό τζίρο.

Ενδιαφέροντα – από αυτή την οπτική γωνία – είναι τα συμπεράσματα ευρύτερης έρευνας της STAT BANK σχετικά με την πορεία των 1.000 μεγαλυτέρων εισαγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων (όλων των κλάδων).

Σύμφωνα με αυτά, οι εταιρίες εμπορίας καυσίμων, αυτοκινήτων, οι αλυσίδες σούπερμάρκετ, οι εμπορικές επιχειρήσεις φαρμάκων και καλλυντικών, τροφίμων, μηχανών, ηλεκτρικών συσκευών και κινητών τηλεφώνων κίνησαν τις μηχανές του ελληνικού εμπορίου κατά το 2003. Αυτοί οι τομείς επιχειρηματικής δραστηριότητας διαχειρίστηκαν το 77,7% του συνολικού τζίρου του εγχώριου εμπορίου. Σύμφωνα με τα στοιχεία της SΤΑΤ ΒΑΝΚ, ο συνολικός κύκλος εργασιών των 1.000 επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκε περίπου κατά 8% για να υπερβεί κατά τι τα 35 δισεκατομμύρια ευρώ. Αντιστοίχως, τα συνολικά τους κέρδη αυξήθηκαν περίπου κατά 30% για να φτάσει τα 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ.

Πρωταγωνιστές στη κερδοφορία αποδείχθηκαν οι κλάδοι της εμπορίας πετρελαιοειδών, των αυτοκινήτων και των φαρμάκων-καλλυντικών. Ειδικότερα, οι 41 εταιρίες πετρελαιοειδών (δηλαδή το 4,1% του δείγματος των 1.000) απέσπασαν το 11,67% των συνολικών καθαρών κερδών του ελληνικού εμπορίου.

Αυτό αν μη τι άλλο προσφέρει μια ισχυρή ένδειξη ότι οι εταιρίες καυσίμων εργάστηκαν με πολύ υψηλότερα κέρδη από άλλους τομείς. Οι άλλοι τομείς που έδειξαν ανάλογη – σε κάθε περίπτωση όμως χαμηλότερη – δραστηριότητα ήταν αυτοί της εμπορίας επιβατικών αυτοκινήτων, του λιανεμπορίου (σουπερμάρκετ), των τροφίμων, των φαρμάκων-καλλυντικών και των ηλεκτρικών συσκευών. Παρ όλα αυτά τα προϊόντα πετρελαίου παραμένουν ο αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής των εξελίξεων στο εμπόριο, κάτι που επιβεβαιώνεται και στο πρώτο εξάμηνο του 2004, στη διάρκεια του οποίου οι λιανικές τιμές των καυσίμων ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο ρεκόρ.

Όσο, όμως, μεγάλη συγκέντρωση εμφανίζεται στην διαχείριση του συνολικού τζίρου της αγοράς το ίδιο μεγάλη – ίσως και μεγαλύτερη – παρουσιάζεται η συγκέντρωση στο επίπεδο κατανομής των κερδών. Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό είναι το γεγονός ότι τρεις μόνον εταιρίες (από τις 41 του δείγματος) αποσπούν το 79,5% των συνολικών κερδών του κλάδου (!). Πρόκειται για τις επιχειρήσεις BP, Shell και ΕΚΟ-Εlda οι οποίες το 2003 εμφάνισαν συνολικά κέρδη 139,2 εκατομμυρίων ευρώ Ενδιαφέρον επίσης εμφανίζει το γεγονός ότι από τις 41 επιχειρήσεις μόνον τέσσερις εμφανίζουν ζημίες.

Αντιστοίχως, από τις 37 κερδοφόρες η πλειοψηφία εμφανίζει αύξηση κερδών πάνω από 10%.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v