Hi-tech συνταγή για διεθνή ανταγωνιστικότητα

O Αντώνης Κοτζαμανίδης, Διευθύνων Σύμβουλος της Entersoft, μιλά για τα διψήφια ποσοστά ανάπτυξης που σταθερά επιτυγχάνει η εταιρεία πληροφορικής, για την τεχνολογική αφύπνιση των ελληνικών επιχειρήσεων και τα αντίδοτα στο brain drain.

Hi-tech συνταγή για διεθνή ανταγωνιστικότητα
  • Συνέντευξη του Αντώνη Κοτζαμανίδη

Η εταιρεία σας, παρότι σχετικά νέα στον χώρο, κατάφερε να σημειώνει συστηματικά διψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης, αποκτώντας σημαντικό μέγεθος. Μπορείτε να συνεχίσετε με αυτούς τους ρυθμούς και στο μέλλον; Και με ποιον τρόπο;

Είναι αλήθεια ότι η Entersoft αναπτύχθηκε πολύ δυναμικά τα πρώτα της εμπορικά χρόνια (2004-2009). Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της κρίσης, υλοποιήσαμε ένα φιλόδοξο επενδυτικό πρόγραμμα για να είμαστε έτοιμοι για την επόμενη μέρα. Αναπτύξαμε νέα προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής τεχνολογίας, ανοιχτήκαμε σε χώρες εκτός Ελλάδος και κάναμε στοχευμένες εξαγορές, με σκοπό την αύξηση του πελατολογίου μας.

Όλα αυτά, για να πετύχουμε διατηρήσιμους διψήφιους ρυθμούς ανάπτυξης. Τα τελευταία τρία χρόνια, οι ρυθμοί αυτοί όχι μόνο επιτυγχάνονται αλλά ενισχύονται κιόλας, ενώ η κερδοφορία τρέχει με ακόμα πιο γρήγορους ρυθμούς. Η επιτυχία που έχουν στην αγορά όλα μας τα νέα προϊόντα και οι υπηρεσίες μάς έχουν κάνει πιο ανταγωνιστικούς και κερδίζουμε διαρκώς μερίδια αγοράς. Αν προστεθεί σε αυτό και η έστω αργή ανάκαμψη της αγοράς, γίνεται αντιληπτό ότι υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να συνεχιστεί με αμείωτο ρυθμό αυτή η ανάπτυξη.

Σε ποιο βαθμό συνέχισαν οι ελληνικές επιχειρήσεις να επενδύουν στην τεχνολογία κατά τη διάρκεια της κρίσης; Πώς θα τις συγκρίνατε σήμερα απέναντι στον διεθνή ανταγωνισμό;

Οι επενδύσεις σε τεχνολογία κατά τη διάρκεια της κρίσης κινήθηκαν με τον ίδιο τρόπο που κινήθηκαν σχεδόν όλες οι επενδύσεις, δηλαδή αρνητικά. Εκτός από λίγες εξαιρέσεις, οι περισσότερες επιχειρήσεις περιχαρακώθηκαν στα συστήματα που ήδη είχαν, συντηρώντας τα με το ελάχιστο δυνατό κόστος. Αυτό έχει δημιουργήσει εύλογα ένα τεχνολογικό κενό σε πάρα πολλές ελληνικές επιχειρήσεις, ιδίως τις μεσαίες και τις μικρότερες.

Τώρα, όμως, το τοπίο σε κάθε κλάδο ξεκαθαρίζει και γίνεται φανερό ποιοι θα πρωταγωνιστήσουν μελλοντικά. Αυτοί σπεύδουν να κλείσουν το τεχνολογικό κενό και να επενδύσουν στον ψηφιακό μετασχηματισμό τους, επενδύοντας σε σύγχρονα ERP, CRM, Enterprise Mobility συστήματα, αλλά και σε συστήματα οργάνωσης αποθηκών και αλυσίδας διανομής (Supply Chain, WMS, eInvoicing). Είναι μάλιστα ιδιαίτερα ευχάριστο να βλέπουμε ότι, σε αυτή την «τεχνολογική αφύπνιση», ρόλο παίζουν πολλές εταιρείες από τη βιομηχανία και τη μεταποίηση.

Η Entersoft δραστηριοποιείται εδώ και χρόνια στις αγορές του εξωτερικού. Ποια είναι η συνταγή για να διεισδύσει αποτελεσματικά σε ξένες αγορές μια ελληνική εταιρεία πληροφορικής;

Νομίζω ότι τρεις είναι οι βασικές προϋποθέσεις. Εν αρχή είναι το προϊόν! Χωρίς καινοτομικό, ανταγωνιστικό προϊόν που να ενσωματώνει διαρκώς σύγχρονες τεχνολογίες, δεν έχεις καμία τύχη σε άλλες αγορές. Μπορεί να ακούγεται κοινότοπο, αλλά ισχύει. Και είναι ελάχιστες οι ελληνικές εταιρείες πληροφορικής με προϊόντα που μπορούν να σταθούν σε ξένες αγορές, ακόμα και στις λιγότερο ώριμες. Εμείς, για να βελτιώσουμε τη θέση μας εκτός Ελλάδος, τολμήσαμε να περάσουμε μέσα από διεθνή πιστοποίηση τα προϊόντα μας (TEC Evaluation Center), αντιπαραβάλλοντάς τα με πολύ γνωστά προϊόντα ισχυρών πολυεθνικών. Τα αποτελέσματα ήταν εξόχως αποκαλυπτικά και πολύ θετικά για εμάς. Καμία άλλη ελληνική εταιρεία δεν έχει τολμήσει κάτι αντίστοιχο.

Η δεύτερη προϋπόθεση είναι να θεωρηθεί από το management σημαντικός στόχος η εξωστρέφεια και όχι ένα πάρεργο ή nice-to-have. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δεσμευθούν σημαντικοί άνθρωποι και πόροι της εταιρείας σε αυτό τον στόχο και βέβαια όλοι να έχουν γερό στομάχι, καθότι πρόκειται για μαραθώνιο και όχι για αγώνα ταχύτητας.

Η τρίτη προϋπόθεση είναι να κινηθείς έξυπνα με βάση τους πόρους που έχεις. Η αγορά μας είναι κατακερματισμένη σχεδόν σε όλες τις χώρες. Αυτό αφήνει πάντα χώρο για niche προσεγγίσεις, χωρίς κατ’ ανάγκη να αποκτήσεις ηγετικά μερίδια.

Big Data Analytics, AΙ, Cloud. Διαθέτουν οι ελληνικές εταιρείες πληροφορικής τους απαιτούμενους πόρους για να ακολουθήσουν αποτελεσματικά, ή και να πρωτοπορήσουν, σε τέτοιους τομείς αιχμής, ώστε να προσφέρουν διεθνώς ανταγωνιστικές λύσεις;

Είναι αρκετές οι εταιρείες, πολλές από αυτές νέες, που διαθέτουν το απαραίτητο δυναμικό, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ιδίως σε θέματα Analytics και Cloud. Μάλιστα, πολλές από αυτές δουλεύουν ήδη με σημαντικούς πελάτες εντός κι εκτός Ελλάδος.

Η τεχνητή νοημοσύνη (AI) και οι εφαρμογές της είναι σχετικά πιο πρόσφατη εμπορική τεχνολογία και αρκετές εταιρείες προσπαθούν να την αφομοιώσουν στα προϊόντα και στις υπηρεσίες τους. H Entersoft ανακοίνωσε ήδη την ενσωμάτωση μέχρι το 2020 τεχνολογιών Μηχανικής Μάθησης (AI) σε όλα σχεδόν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες. Βασικός μας στόχος να κάνουμε τις τεχνολογικές αυτές εφαρμογές «τυποποιημένες», εύκολες στη χρήση και προσιτές οικονομικά από την τυπική ελληνική, μεσαία και μεγάλη, επιχείρηση.

Τα τελευταία χρόνια γίνεται πολύς λόγος για τις startups και την καινοτομία. Από την άλλη, όμως, έχουμε σημαντικό brain drain. Με ποιες προϋποθέσεις θεωρείτε ότι θα μπορούσε να αναστραφεί αυτή η τάση και να ανθήσει πραγματικά η καινοτομία στην Ελλάδα;

Είμαι και ο ίδιος ένας άνθρωπος που κάποτε έφυγε για μεταπτυχιακό κι εργάστηκε σε άλλη χώρα για κάποια χρόνια. Δεν θεωρώ, λοιπόν, εξ ορισμού κακό το γεγονός ότι νέοι άνθρωποι αναζητούν την τύχη τους σε άλλες χώρες. Αποκτούν σημαντικές εμπειρίες και κάποιοι από αυτούς θα επιστρέψουν, να κάνουν τις επιχειρήσεις τους ή να εργαστούν στη χώρα μας, δίνοντας πνοή στην επιχειρηματικότητα.

Το ίδιο θετικός είμαι και για το φαινόμενο των startups. Αν και για πολλές από αυτές είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν αυτό που κάνουν έχει πιθανότητες εμπορικής αξιοποίησης, ανανεώνουν την πίστη αυτής της χώρας στην επιχειρηματικότητα -και αυτό δεν είναι αμελητέο. Ζήσαμε δυστυχώς για πολλά χρόνια όπου το όνειρο πολλών πτυχιούχων ήταν η πρόσληψη στο Δημόσιο και η γρήγορη συνταξιοδότηση! Τώρα η πλειονότητα θέλει να κάνει τη δική της εταιρεία κι αυτό είναι από μόνο του θετικό.

Για την αναστροφή του brain drain, ρόλο πρέπει να παίξουν τόσο οι εδραιωμένες επιχειρήσεις όσο και οι startups, αλλά και οι πολιτικές του κράτους. Η πρόσφατη μελέτη της EY για τον ΣΕΒ έδειξε ότι υπολειπόμαστε πάρα πολύ του μέσου κοινοτικού όρου στον συνολικό αριθμό των μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων. Αν δεν υπάρξουν πολιτικές που να ευνοήσουν την αύξηση αυτών των επιχειρήσεων, πού ακριβώς περιμένουμε να απορροφηθεί όλο αυτό το επιστημονικό δυναμικό;

Όσον αφορά τις εδραιωμένες επιχειρήσεις, αυξάνοντας τις επενδύσεις τους σε δράσεις τεχνολογίας, καινοτομίας και εξωστρέφειας για τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξή τους, θα δημιουργούν και περισσότερες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης.

Από την άλλη, οι startups πρέπει να ξεφύγουν από τις διαρκείς ανακοινώσεις για το «πόσα λεφτά σήκωσαν» και να μιλήσουν για έσοδα, αύξηση πελατών, νέες διατηρήσιμες θέσεις εργασίας, κερδοφορία και αναπτυξιακά σχέδια. Όλα αυτά μαζί μπορούν να συμβάλουν τόσο στην ανάσχεση του brain drain όσο και σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο για τη χώρα.

 

v