Ο επιχειρηματικός κόσμος σε σημείο «ηθικής» καμπής

Επιχειρήσεις και στελέχη συμφωνούν πως οι εταιρείες δεν μπορούν πλέον να λειτουργούν χωρίς να λαμβάνουν υπόψη την επίδρασή τους στην ευρύτερη κοινωνία.

Ο επιχειρηματικός κόσμος σε σημείο «ηθικής» καμπής
  • του Andrew Ross Sorkin*

του Andrew Ross Sorkin*

«Νομίζω πως οι ηγέτες των επιχειρήσεων πρέπει να σκεφτούμε την επίδραση που έχει στην κοινωνία μας αυτό που συμβαίνει στον πολιτικό διάλογο στη χώρα μας». Αυτό δήλωσε ο Kenneth C. Frazier, διευθύνων σύμβουλος της φαρμακευτικής πολυεθνικής Merck & Co, στα τέλη Οκτωβρίου του 2018, λίγες ημέρες πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ. Επί της ουσίας, αποκρυστάλλωσε έναν τρόπο σκέψης που τα τελευταία χρόνια κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στους κύκλους των ανώτατων στελεχών των επιχειρήσεων, οι οποίοι κατά το μεγαλύτερο μέρος του τελευταίου μισού αιώνα προσπαθούσαν να εμπλακούν στα πολιτικά και εξέταζαν τον ρόλο τους στην κοινωνία με απλούς όρους: να φέρνουν κέρδη στους μετόχους, συχνά σε βάρος άλλων ομάδων.

Όμως, καθώς η αμερικανική κοινωνία φαίνεται πιο πολωμένη και διχασμένη από ποτέ και καθώς η κυβέρνηση Trump φαίνεται να μη βιάζεται να γιατρέψει αυτήν τη διχασμένη χώρα, τα επιχειρηματικά στελέχη βρίσκονται στην ανεπιθύμητη θέση να προσπαθούν να παίξουν τον ρόλο του ειρηνοποιού -ή, σε κάποιες περιπτώσεις, υποχρεώνονται να διαλέξουν πλευρά.

«Δεν είμαστε εδώ για να διατυπώνουμε πολιτικές θέσεις», μου είπε ο κ. Frazier. «Οι υπάλληλοί μου δεν χρειάζεται να ξέρουν τι πιστεύω για την πολιτική. Όμως, νομίζω ειλικρινά πως, αν δεις τις συμβαίνει στην κοινωνία μας, υπάρχει περισσότερος διχασμός από ποτέ, τουλάχιστον απ’ όσο μπορώ να θυμηθώ».

«Ο πολιτικός διάλογος είναι τέτοιος που νομίζουμε πως ο κόσμος που διαφωνεί μαζί μας είναι τώρα ο εχθρός μας», συνέχισε. «Και αν κοιτάξεις την κοινωνία μας, στα δημόσια σχολεία μας υπάρχουν μεγαλύτερες διακρίσεις απ’ ό,τι πριν από πολλές γενιές. Ζούμε σε κοινωνίες που ουσιαστικά είναι θύλακες ανθρώπων που μοιάζουν με εμάς».

«Όπως είναι τα σύγχρονα media τώρα, λόγω της καλωδιακής τηλεόρασης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μπορείς να επιλέξεις να πας και να μιλήσεις μόνο με ανθρώπους που συμφωνούν μαζί σου. Πραγματικά νομίζω πως ο χώρος εργασίας είναι το τελευταίο μέρος στην κοινωνία μας όπου οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιλέξουν με ποιον θα συνεργαστούν».

Ο κ. Frazier, ο πιο επιφανής Αφροαμερικανός Διευθύνων Σύμβουλος εταιρείας στις ΗΠΑ, διατύπωσε την πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις εν μέσω της τρέχουσας πολιτικής καταιγίδας, αλλά και την ευκαιρία: «Οι ηγέτες των επιχειρήσεων έχουν μια ευκαιρία να βοηθήσουν ώστε να γεφυρωθούν κάποια από αυτά τα χάσματα στην κατανόηση της κοινωνίας μας».

Τα στελέχη, φυσικά, από καιρό μιλούν για ηγεσία και κάνουν υπερήφανες διακηρύξεις για τον ρόλο τους στην κοινωνία, συχνά όμως οι υποσχέσεις τους ήταν κενές περιεχομένου.

Αυτή τη φορά, όμως, τα πράγματα μπορεί πράγματι να είναι διαφορετικά.

Κατά τη διάρκεια μιας ημέρας συζητήσεων με ορισμένα από τα κορυφαία στελέχη των ΗΠΑ, στο πλαίσιο του συνεδρίου «Dealbook: Playing for the Long Term», ακουγόταν μια κοινή επωδός που απηχούσε τα αισθήματα του Larry Fink, του Διευθύνοντος Συμβούλου της BlackRock, του μεγαλύτερου επενδυτικού οργανισμού στον κόσμο, με περισσότερα από 6 τρισ. δολάρια υπό διαχείριση. Με επιστολή του, το 2018, είχε ικετεύσει τους άλλους διευθύνοντες συμβούλους να σκεφτούν περισσότερο τον ρόλο τους στην κοινωνία.

«Αυτό που οδηγεί μεγάλο μέρος των αλλαγών τώρα είναι οι millennials», σημείωσε ο κ. Fink, αναπτύσσοντας το περιεχόμενο της επιστολής του. «Ζητούν περισσότερα από τις εταιρείες τους».

Είπε πως πιστεύει ότι βρισκόμαστε σε σημείο καμπής. «Πιστεύω πως η απαίτηση για «ESG» (Environmental, Social and Governance) θα μεταμορφώσει όλες τις επενδύσεις», δήλωσε ο κ. Fink, αναφερόμενος στο πώς οι επενδυτές αρχίζουν να αξιολογούν ουσιαστικά τις επιχειρήσεις, σε κάποιο βαθμό, με κριτήρια περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εταιρικής διακυβέρνησης. «Μπορεί να απέχει ένα ή πέντε χρόνια από τώρα, όμως δεν απέχει πολύ».

Απαντώντας στις επικρίσεις ότι τα λόγια του ήταν απλώς δημόσιες σχέσεις και πως οι επιχειρήσεις δεν θα πρέπει να εμπλέκονται σε ζητήματα πέραν της κερδοφορίας τους, ο κ. Fink είπε: «Δεν είμαι νταντά», και προσέθεσε: «Δεν λέω στις εταιρείες ποιος πρέπει να είναι ο σκοπός τους. Πιστεύω, όμως, πως έγκειται στην εταιρεία να αναγνωρίσει ποιος είναι ο σκοπός της».

Ο Sundar Pichai, Διευθύνων Σύμβουλος της Google, δήλωσε πως, αν και ξεκίνησε ως μηχανικός, ο τρόπος με τον οποίο περνά τη μέρα του έχει αλλάξει. Όλο και περισσότερο αφιερώνει μεγάλο μέρος του χρόνου του για να σκεφτεί «πώς και σε ποια κλίμακα η τεχνολογία επηρεάζει την κοινωνία».

Είπε πως ένα μέρος του ρόλου του έχει γίνει να είναι ένας «ειδικός τεχνολογίας - υπεύθυνος χάραξης πολιτικής - διπλωμάτης».

Πράγματι, εταιρείες όπως η Google βρίσκονται στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου, αντιμετωπίζοντας ερωτήματα για το μέγεθός τους και τον αντίκτυπο που έχουν σε θέματα όπως η ιδιωτικότητα, αλλά και αν στηρίζουν τη συνεργασία με την κυβέρνηση των ΗΠΑ σε ευαίσθητα έργα όπως η τεχνητή νοημοσύνη για το υπουργείο Άμυνας -ένα project που η Google επέλεξε να τερματίσει εν μέρει λόγω της έντονης αντίδρασης των υπαλλήλων της. Αυτό το αποτέλεσμα ενίσχυσε την ανάλυση του κ. Fink πως οι υπάλληλοι έχουν αποκτήσει αξιοσημείωτα ισχυρή θέση σε κάποιες από αυτές τις εταιρείες, ιδιαίτερα καθώς συνεχίζει να συρρικνώνεται η αγορά εργασίας.

Ο κ. Pichai σημείωσε πως δεν διοικεί την εταιρεία «με δημοψηφίσματα», όμως τη μέρα που του μιλήσαμε, προσπαθούσε να χειριστεί τις επιπτώσεις της απεργίας που έκαναν υπάλληλοι της Google σε όλο τον κόσμο μετά τις κατηγορίες για σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας, που ορισμένοι υπάλληλοι υποστήριξαν πως κυριαρχεί στην κουλτούρα της εταιρείας.

Στις περισσότερες εταιρείες, μια τέτοια απεργία θα ήταν αδιανόητη. Ο κ. Pichai είπε πως τη χαιρετίζει. Και ενώ είπε πως το θέμα ήταν επώδυνο για την εταιρεία, υπάρχει κάτι μοναδικό ακόμα και σε ό,τι αφορά τη στροφή στην επιχειρηματική κουλτούρα, η οποία επιτρέπει πλέον μια τέτοια εκτεταμένη διαμαρτυρία.
Η βιομηχανία της τεχνολογίας, ίσως περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, προσπαθεί να αμυνθεί ενάντια στα επιχειρήματα πως τα προϊόντα της, που κάποτε θεωρούνταν ότι αλλάζουν τον κόσμο προς το καλύτερο, μπορεί να φέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα.

Ο Evan Spiegel, Διευθύνων Σύμβουλος της Snap, ήταν ειλικρινής. «Αυτές οι πλατφόρμες έχουν δημιουργήσει ένα περιβάλλον που δίνει κίνητρα για αρνητική συμπεριφορά», είπε. «Νομίζω ότι βρισκόμαστε σε αυτή την περίεργη στιγμή που έχει δοθεί τεχνικά η δυνατότητα για αυτή τη συμπεριφορά και το ρυθμιστικό πλαίσιο δεν έχει προφτάσει αυτή την πραγματικότητα».
Και ενώ η αμερικανική κυβέρνηση φαίνεται να βρίσκεται τραγικά πίσω, τουλάχιστον κάποιες εταιρείες παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους.

Ο Edward W. Stack, Διευθύνων Σύμβουλος της Dick’s Sporting Goods, θυμήθηκε πώς αποφάσισε ότι η εταιρεία του δεν θα πουλά πλέον τυφέκια AR-15, μετά το μακελειό σε σχολείο στο Parkland της Φλόριντα. Είπε πως έκλαψε όταν είδε τις ειδήσεις. «Είπα: “Αυτό το σύστημα δεν δουλεύει. Αυτό το σύστημα έχει χαλάσει -και πρέπει να κάνουμε κάτι γι’ αυτό”».

«Πήγα στη Washington και μίλησα για τις αντιφάσεις στη νομοθεσία για τα όπλα. Αρκετοί άνθρωποι στη Washington δεν το γνώριζαν καν, όμως πρέπει να είσαι 21 ετών για να αγοράσεις ένα περίστροφο από έναν αδειοδοτημένο σε ομοσπονδιακό επίπεδο έμπορο όπλων», αλλά μπορείς να αγοράσεις ένα AR-15 από τα 18», σημείωσε.

Δεν θα υιοθετήσουν όλες οι εταιρείες κώδικες ηθικής και πολλές αποφάσεις επιχειρηματικών στελεχών δεν θα είναι ξεκάθαρες, όμως η ιδέα πως τα ανώτατα στελέχη των εταιρειών έχουν αρχίσει να σκέφτονται τον αντίκτυπό τους στην κοινωνία, είναι τουλάχιστον η αρχή της προόδου.

*Ο Andrew Ross Sorkin είναι δημοσιογράφος των New York Times

v