Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Πώς έσβησε το γερμανικό όνειρο για ένα τραπεζικό πρωταθλητή

Το παρασκήνιο πίσω από το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων μεταξύ Deutsche Bank και Commerzbank. Οι κυβερνητικές πιέσεις, οι διαρροές και τα κεφάλαια που δεν υπήρχαν. Ποιες είναι τώρα οι εναλλακτικές για τις δυο «ταλαιπωρημένες» γερμανικές τράπεζες.

Πώς έσβησε το γερμανικό όνειρο για ένα τραπεζικό πρωταθλητή
  • των Olaf Storbeck, Stephen Morris, Arash Massoudi και David Crow (Λονδίνο)

Ο Paul Achleitner ήταν στο στοιχείο του φέτος στο Νταβός. Ως συνήθως ο φιλικός πρόεδρος της Deutsche Bank περιπλανιόταν στους διαδρόμους του Grandhotel Belvedere και των μπαρ ανταλλάσσοντας κουτσομπολιά και βολιδοσκοπώντας συμφωνίες. Αυτόν τον Ιανουάριο, όμως, είχε μια ειδική αποστολή.

Εχοντας δουλέψει παρασκηνιακά για μήνες προκειμένου να πείσει πολιτικούς και μετόχους για τα οφέλη μιας συγχώνευσης με τον τοπικό ανταγωνιστή, την Commerzbank, πλάσαρε τα πλεονεκτήματα της συμφωνίας πιο ανοικτά, σύμφωνα με αρκετούς ανθρώπους που συναντήθηκαν μαζί του στο World Economic Forum.

Η σκληρή δουλειά του απέδωσε. Με την ευρεία στήριξη για διερευνητικές συζητήσεις εξασφαλισμένη, χρειάζονταν απλά να περιμένει. Εντος ημερών ο διευθύνων σύμβουλος του, ο Christian Sewing έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον Martin Zielke, ομόλογό του στην Commerzbank, ο οποίος είπε ότι ήρθε η ώρα να σφυρηλατήθει μια συμφωνία που θα ενώσει τις δυο μεγαλύτερες τράπεζες της Γερμανίας.

Η συζήτηση άνοιξε ένα τρίμηνο έπος που καθήλωσε τον χρηματοοικονομικό κόσμο. Ο συνδυασμός θα δημιουργούσε ένα τραπεζικό «οδοστρωτήρα» και θα τάραζε τον κατακερματισμένο τραπεζικό τομέα της Ευρώπης.  Το κοινό σχήμα θα είχε 1,8 τρισ. ευρώ ενεργητικό, 141.000 άτομα προσωπικό και 30 εκατομμύρια γερμανούς πελάτες. Η ταπεινωμένη επενδυτική τράπεζα της Deutsche Bank θα είχε περιορίσει το αυξανόμενο κόστος χρηματοδότησής της, το οποίο τιμολογιακά την έβγαζε εκτός αγοράς έναντι των ισχυρών αμερικανικών ανταγωνιστών της.

Η συγχώνευση θα τραβούσε μια γραμμή από τα επτά φριχτά χρόνια για τις δυο τράπεζες, τα οποία σημαδεύτηκαν από σκάνδαλα, πρόστιμα από τις ρυθμιστικές αρχές και φτωχές διοικητικές αλλαγές που υπονόμευσαν το γερμανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Για τον κο Achleitner, έναν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της συγχώνευσης εντός της Deutsche Bank, η συμφωνία ήταν μια ευκαιρία για εξιλέωση, μετά από μια καυτή περίοδο στο τιμόνι της. Τα ανώτερα κλιμάκια της Commerzbank ήταν εξίσου ενθουσιώδη, καθώς ήταν έτοιμα να εγκαταλείψουν ένα ακόμα σετ μέτριων χρηματοοικονομικών στόχων.

Ο πρόεδρος της Deutsche Bank, ωστόσο, εγκατέλειψε τα όνειρά του για ένα ιστορικό ντιλ που θα μεταμόρφωνε το γερμανικό τραπεζικό σύστημα, όταν ο κος Sewing του μίλησε μια ημέρα για τους φόβους του πως μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να γυρίσει μπούμερανγκ. Εως το επόμενο πρωϊ, η συμφωνία είχε πεθάνει, αφήνοντας αμφότερες τις τράπεζες να προσπαθούν να βρουν ένα πειστικό «σχέδιο Β».

Οι Financial Times μίλησαν με πάνω από 12 ανθρώπους που σχετίζονταν με το θέμα για να καταλάβουν πως μια συμφωνία που φαίνονταν αναπόφευκτη κατέληξε σε αποτυχία.

Το καθήκον να παρέμβουν

Ως τα τέλη του 2018 ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Olaf Scholz και ο αναπληρωτής του, ο πρώην τραπεζίτης της Goldman Sachs Jörg Kukies, αποφάσισαν ότι δεν μπορούν πια να περιμένουν στο περιθώριο. Τους άνηκε το 15% της Commerzbank μετά τη διάσωσή της το 2009.

Η τιμή της μετοχής της Deutsche Bank είχε βυθιστεί σε ιστορικά χαμηλά, καθώς προηγήθηκε μια σειρά ταπεινώσεων. Περιελάμβαναν εισβολή της αστυνομίας στα κεντρικά της γραφεία, την αποκάλυψη ότι είχε εκκαθαρίσει 150 δισ. δολάρια για την Εσθνονική θυγατρική της Danske Bank τα οποία ήταν ύποπτα για σύνδεση με τη Ρωσία, αλλά και ερωτήσεις από το αμερικανικό Κογκρέσο για τις σχέσεις της με τον Donald Trump.

Η νευρικότητα της αγοράς κορυφώθηκε το 2016, όταν υπήρξαν φήμες για πιθανό πρόστιμο 14 δισεκατομμυρίων δολαρίων από τις ΗΠΑ, πριν τελικά επιβληθεί το μισό ποσό.

«Πίσω το 2016 τρομάξαμε γιατί η μετοχή της Deutsche Bank ήταν στα 13 ευρώ, τώρα ήταν [σχεδόν] στο μισό», δήλωσε ένας κυβερνητικός αξιωματούχος που παρακολούθησε στενά τις συζητήσεις για τη συγχώνευση, προσθέτοντας ότι αισθάνθηκαν ότι είναι καθήκον να παρέμβουν και να πιέσουν τις δυο τράπεζες να ξεκινήσουν συζητήσεις.

Υποσχόμενη χημεία

Sewing και Zielke γνωρίζονται πολύ καλά, έχοντας ήδη συναντηθεί το καλοκαίρι του 2016, όταν οι δυο πλευρές εξέτασαν για λίγο μια σύνδεση. Οι δυο Γερμανοί έχουν μια «γνήσια προσωπική χημεία» που έχει τις ρίζες της στο παρόμοιο παρελθόν τους, λένε όσοι είναι κοντά τους. Αμφότεροι ήταν ασκούμενοι στη Deutsche Bank και έκτοτε πέρασαν πολύ καιρό δουλεύοντας σε γερμανικές επιχειρήσεις.

Αναλαμβάνοντας ως CEO πριν από ένα χρόνο ο Sewing επανέλαβε την επιδίωξή του «να βάλει το σπίτι σε τάξη» πριν εξετάσει μια συμφωνία. Η προσέγγισή του υπονομεύτηκε από μια διαρκή σειρά διαρροών για πιθανές συζητήσεις και τις μεγάλες ζημιές του τέταρτου τριμήνου. Στα τέλη Φεβρουαρίου, το αφεντικό της Deutsche Bank ζήτησε από το Διοικητικό Συμβούλιο την άδεια να ανοίξει κανάλι επικοινωνίας με την Commerzbank. Διέρρευσε και αυτό, αυξάνοντας την πίεση για δράση.

Εξι εβδομάδες χωρίς ύπνο

Οι επίσημες συζητήσεις ανακοινώθηκαν το μεσημέρι μιας Κυριακής το Μάρτιο. Δημιουργήθηκαν περίπου 20 ομάδες due-diligence για να εξετάσουν θέματα από τις συνέργειες στη λιανική έως τις αλληλοκαλύψεις εταιρικών πελατών, φορολογικά ερωτήματα, λογιστικές συνέπειες και κεφαλαιακές ανάγκες.

Οι Financial Times μετέδωσαν εσωτερικούς υπολογισμούς που έδειχναν ότι η Deutsche Bank ίσως χρειαστεί να σηκώσει έως 10 δισ. ευρώ σε κεφάλαια και να απολύσει 30.000 εργαζόμενους για να πετύχει η συμφωνία. Αδιάλλακτα συνδικάτα κινητοποιήθηκαν με διαδηλώσεις στους δρόμους και λόμπινγκ σε πολιτικούς στο Βερολίνο.

Εχοντας εμμονή με τις διαρροές η Deutsche Bank περιόρισε τους εμπλεκόμενους της σε μια σφιχτή ομάδα της οποίας ηγούταν ο Sewing. Η τράπεζα εκπροσωπούνταν από τον επικεφαλής των οικονομικών υπηρεσιών James von Moltke, τον γενικό σύμβουλο Florian Drinhausen, τον επικεφαλής εταιρικών εξαγορών-συγχωνεύσεων Alex von zur Mühlen και τον Γενικό Διευθυντή Frank Kuhnke, τον επονομαζόμενο ως «τανκ» για το στιβαρό επικοινωνιακό του στιλ. Ο πανύψηλος von zur Mühlen, έμπιστος του Sewing, ήταν «αυτός που πραγματικά κράτησε την ομάδα», σύμφωνα με μια πηγή που ενεπλάκη.

Από την πλευρά της Commerzbank, ο Zielke στηρίζονταν από τον CFO Stephan Engels, τον επικεφαλής στρατηγικής Jörg Hessenmüller, τον γενικό σύμβουλο Günter Hugger και τον επενδυτικό τραπεζίτη Carsten Schmitt.

Οι ομάδες συναντήθηκαν σε μια σειρά από σημεία στην Φρανκφούρτη, στους ουρανοξύστες που εδρεύουν οι τράπεζες και σε γραφεία δικηγόρων και συμβούλων. Τα γραφεία της Rothschild, στα οποία αμφότεροι μπορούσαν εύκολα να πάνε με τα πόδια, ένα τετράγωνο νοτιότερα από το χρηματιστήριο της πόλης, ήταν ένα από τα αγαπημένα.

Sewing και Mr Zielke είχαν σειρά τετ α τετ τις Κυριακές για να ξεφεύγουν από τις διαρκείς διακοπές των υφισταμένων τους. Το γεγονός ότι οι διαπραγματευτικές ομάδες ξόδεψαν έξι εβδομάδες σε συζητήσεις δείχνει πόσο σοβαρά είχαν πάρει το θέμα, σύμφωνα με ένα στέλεχος που ενεπλάκη. «Αν ήταν ένα παιχνιδάκι, θα είχαμε φτάσει σε ένα συμπέρασμα εβδομάδες νωρίτερα», είπε. «Ηταν πολύ διαφανές και συλλογικό».

Οι συζητήσεις, όμως, έπεσαν πάνω σε μια σειρά εμπόδια. Ενας φραγμός αναδύθηκε αναφορικά με το πόση πρόσβαση θα έχει η Commerzbank -και ένας από τους βασικούς της συμβούλους, η Goldman Sachs- στις εσωτερικές εργασίες της επενδυτικής τραπεζικής της Deutsche Bank. Η τελευταία ανησυχούσε ότι ο ανταγωνιστής της από τη Wall Street θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την προνομιακή του θέση για να κερδίσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, είπε πρόσωπο που ενεπλάκη άμεσα.

Τα στελέχη δικαιολόγησαν τις τακτικές μπλοκαρίσματος λέγοντας «θα αγοράσουμε την Commerzbank και είναι ξεκάθαρο πια επενδυτική τράπεζα θα κρατήσουμε. Απλά θα κλείσουμε το 100% των δραστηριοτήτων τους», συμπλήρωσε.

Το τέλος

Εως τις 24 Απριλίου ήταν ξεκάθαρο πως οι συζητήσεις παραπαίουν. Ο Sewing ελάχιστα έφυγε από το γραφείο του εκείνη την Τετάρτη -στα 49 γενέθλιά του- μελετώντας υπολογιστικά φύλλα και μαθηματικά συγχωνεύσεων και διαβουλευόμενος με τους στενούς του συμβούλους. Στράφηκε για συμβουλές στον «νονό» του ντιλ, τον Achleitner, ο οποίος έως τότε είχε μείνει ουδέτερος αναφορικά με το αποτέλεσμα των συζητήσεων.

Εως το βράδυ ο Sewing είχε αποφασίσει να αποχωρήσει. Ο προσεκτικός αναφορικά με τους κινδύνους μάνατζερ που κρύβει μέσα του συμπέρανε πως οι παγίδες της συναλλαγής ήταν πάρα πολλές και τα οφέλη αόριστα.

Η επίδοση του πρώτου τριμήνου, η οποία ξεπέρασε τις εκτιμήσεις των αναλυτών, τόνωσε την αυτοπεποίθησή του στις δυνατότητες της αυτόνομης Deutsche Bank και ήξερε ότι είχε και άλλες επιλογές, όπως οι συζητήσεις για να συγχωνεύσει τις δραστηριότητες στο asset management με αυτές της ελβετικής UBS.

Στις 25 Απριλίου οι πρόεδροι και οι CEO των δυο πλευρών συναντήθηκαν για ένα τυπικό γερμανικό πρωϊνό με σαλάμι και ρολά τυριού στο πύργο της Commerzbank. Ελάχιστοι είχαν διάθεση για φαγητό. Ο Sewing ανακοίνωσε τα νέα, εξήγησε τη λογική του και αμφότερες οι πλευρές συμφώνησαν να παρουσιάζουν το ναυάγιο ως κοινή απόφαση.

Το ποτό-υπογραφή της Commerzbank, το Apfelsecco, ένα ιδιόμορφο αφρώδες κρασί χωρίς αλκοόλ που παράγεται από μήλα, έμεινε στο ψυγείο. Στις 10:34 οι δύο πλευρές εξέδωσαν πανομοιότυπες ανακοινώσεις κατηγορώντας «ρίσκα εκτέλεσης, κόστη αναδιάρθρωσης και κεφαλαιακές απαιτήσεις».

Στα περισσότερα σενάρια που επεξεργάστηκαν οι ομάδες διαπραγμάτευσης, η ενιαία τράπεζα θα έπρεπε να αντλήσει ποσό μεταξύ 6 και 8 δισεκατομμυρίων ευρώ για επιπλέον κεφάλαια, αλλά ακόμα και τότε η απόδοση που αναμένονταν θα ήταν πολύ κάτω από 10%, δηλώσει πρόσωπο που συμμετείχε στις συζητήσεις.

Ενας κρίσιμος παράγοντας ήταν οι αμφιβολίες αναφορικά με το πόσο «badwill» (η έκπτωση με την οποία τελούσε υπό διαπραγμάτευση η Commerzbank έναντι της καθαρής αξίας του ενεργητικού της) μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να τονωθούν τα κεφάλαια. «Η ματαίωση της συμφωνίας δεν ήταν στρατηγική απόφαση», δήλωσε κορυφαίο στέλεχος ρυθμιστικής αρχής. «Απλά δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά τη συμφωνία».

«Χωρίς τα εφάπαξ [λογιστικά και φορολογικά] αποτελέσματα που θα πυροδοτούσε η συναλλαγή, το ντιλ μαζεύτηκε», είπε η ίδια πηγή προσθέτοντας ότι ήταν «ανησυχητικό [ότι] αμφότερες οι τράπεζες δεν έχουν αρκετή δύναμη να προχωρήσουν μια συμφωνία που στρατηγικά έχει νόημα». Η Deutsche Bank διαφωνεί στο ότι της έλλειπε η δύναμη να προχωρήσει τη συμφωνία.

Τι έπεται;

Η Deutsche Bank δήλωσε πως θα «συνεχίσει να εξετάζει όλες τις εναλλακτικές για να βελτιώσει την μακροπρόθεσμη κερδοφορία και τις αποδόσεις προς τους μετόχους». Ο Achleitner δήλωσε στους Financial Times, ότι η ζημιογόνα επενδυτική τράπεζα δεν χρειάζεται δομική στρατηγική αναδιάταξη.

Το ηθικό των κουρασμένων στελεχών είναι πεσμένο. Ενα δήλωσε: «Ηξερα ότι θα είναι σκληρή δουλειά το να ακολουθηθεί το μονοπάτι της θεραπείας της Deutsche Bank, αλλά υπήρξε λιγότερες θετικές εκπλήξεις απ’ όσες ήλπιζα».

Από την πλευρά της, η Commerzbank στρέφει τώρα την προσοχή της σε δυο άλλους μνηστήρες, την ιταλική UniCredit και την ολλανδική ING, με την απέχθεια του γερμανικού δημοσίου σε μια εξαγορά από ξένο όμιλο να περιορίζεται απουσία εγχώριου εταίρου.

«Πριν η κυβέρνηση κινηθεί για ένα ξένο αγοραστή [της Commerzbank] έπρεπε να δείξει ότι τουλάχιστον προσπάθησε για μια ‘γερμανική λύση’», δήλωσε CEO ανταγωνιστικής τράπεζας στους Financial Times. «Τώρα αυτό το μονοπάτι άνοιξε».

© The Financial Times Limited 2019. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v