Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ελ Εριάν: Μην ποντάρετε ότι η Κίνα θα γίνει το Νο1 του κόσμου

Υπό αμφισβήτηση η δυνατότητα να ξεπεράσει μακροπρόθεσμα τις ΗΠΑ. Γιατί δεν χρησιμοποιεί το δημοσιονομικό μπαζούκα. Το δύσκολο στοίχημα της μετάβασης σε νέο μοντέλο.

Ελ Εριάν: Μην ποντάρετε ότι η Κίνα θα γίνει το Νο1 του κόσμου
O Μοχάμεντ Ελ Εριάν, πρόεδρος του Queens’ College στο Πανεπιστήμιο Κέιμπριτζ και σύμβουλος των Allianz και Gramercy
  • Mohamed El-Erian

Οι οικονομολόγοι και οι αναλυτές της Wall Street έχουν απογοητευτεί από τις οικονομικές επιδόσεις της Κίνας, διατηρούν, όμως, την ελπίδα ότι αυτό θα μπορούσε να ωθήσει την κυβέρνηση σε μια προσπάθεια τόνωσης παρόμοια με αυτή του 2008. Αυτό, με τη σειρά του, θα αναζωογονούσε την εγχώρια ανάπτυξη και θα αποκαθιστούσε την Κίνα ως βασική κινητήρια δύναμη της παγκόσμιας επέκτασης.

Το πιθανό σενάριο, ωστόσο, είναι η συνεχιζόμενη ασθενής ανάπτυξη. Το πρωταρχικό ερώτημα πολιτικής τώρα είναι πόσο γρήγορα η κυβέρνηση θα απομακρυνθεί από τα μέτρα τόνωσης κινούμενη προς μια ταχύτερη θεμελιώδη αναθεώρηση της αναπτυξιακής στρατηγικής της.

Οι υποτονικές οικονομικές επιδόσεις της Κίνας φέτος μπορούν να αποδοθούν σε δύο βασικούς παράγοντες: σε μια άτονη ανάκαμψη μετά τη χαλάρωση των αυστηρών περιορισμών για την Covid και σε πιο επίμονες και διαρθρωτικές προκλήσεις ανάπτυξης. Το τελευταίο είναι το αποτέλεσμα μιας οικονομικής στρατηγικής που ιστορικά βασιζόταν υπερβολικά σε ακίνητα, υψηλό τοπικό χρέος, αναποτελεσματικές κρατικές επιχειρήσεις, μεταποιητικές βιομηχανίες χαμηλού επιπέδου και διαδικτυακές πλατφόρμες για εγχώριους καταναλωτές.

Αυτό το πρόβλημα έχει επιδεινωθεί από διάφορους παράγοντες, όπως η υπερβολική εμπλοκή των ρυθμιστικών αρχών, οι συνεχιζόμενες γεωπολιτικές εντάσεις και οι χαμηλότερες εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων. Υπήρξαν επίσης ανησυχίες για μια πιθανή αποπληθωριστική παγίδα «τύπου Ιαπωνίας», ειδικά υπό το φως της μείωσης των τιμών καταναλωτή και παραγωγού. Ορισμένοι ξένοι επενδυτές έχουν ρωτήσει εάν «η Κίνα είναι επενδύσιμη».

Οι κινεζικές αρχές ανακοίνωσαν τις τελευταίες εβδομάδες μια σειρά μικρών νομισματικών, δημοσιονομικών και ρυθμιστικών παρεμβάσεων για την τόνωση της οικονομίας και των αγορών. Αυτά τα μέτρα μέχρι στιγμής έχουν γίνει σωστά αντιληπτά ως αποσπασματικά και χωρίς πειθώ. Ωστόσο, πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι τελικά θα συσσωρευτούν σε μια σημαντική κρίσιμη μάζα.

Υπάρχουν προβλήματα, ωστόσο, με αυτή την αντίληψη. Η Κίνα δεν αντιμετωπίζει μόνο αναπτυξιακές προκλήσεις αλλά και σημαντικά οικονομικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων θύλακων υψηλού χρέους που θα μπορούσαν εύκολα να μετατραπούν σε συστημικούς κινδύνους. Αυτό περιορίζει το πεδίο για παλιομοδίτικη τόνωση.

Η αυξημένη ευαισθησία που περιβάλλει τον προβληματικό τομέα ακινήτων, ειδικότερα, κάνει τα νοικοκυριά πιο προσεκτικά στις δαπάνες, μειώνοντας περαιτέρω έναν παράγοντα ανάπτυξης. Οι ανησυχίες για την ανεργία των νέων εξακολουθούν να υφίστανται και δεν καθυσυχάζονται από την απόφαση της κυβέρνησης να σταματήσει τη δημοσιοποίηση των σχετικών στοιχείων.

Οι προοπτικές του εξωτερικού εμπορίου και των επενδύσεων είναι εξίσου προβληματικές. Υπάρχει μια αυξανόμενη συνειδητοποίηση ότι η οικονομική και χρηματοπιστωτική αποσύνδεση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ είναι πιθανό να συνεχιστεί. Αυτό θα μπορούσε να μειώσει τη συμβολή των εξαγωγών στην ανάπτυξη, να διαταράξει την εισαγωγή κρίσιμων βιομηχανικών εισροών, να υπονομεύσει τις άμεσες ξένες επενδύσεις και να κάνει τους επενδυτές χαρτοφυλακίου ακόμη πιο επιφυλακτικούς.

Αμφισβητείται και η προθυμία των αρχών. Μια προσεκτική ανάλυση των δηλώσεων της ηγεσίας δείχνει ανησυχίες ότι η μεγάλη εξάρτηση από παραδοσιακά μέτρα τόνωσης θα έθετε σε κίνδυνο την ικανότητα της Κίνας να ξεφύγει από την συνήθη αναπτυξιακή παγίδα να κολλήσει σε επίπεδα «μεσαίου εισοδήματος». Αυτή η παγίδα έχει ήδη εμποδίσει πολλές αναπτυσσόμενες χώρες στην προσπάθειά τους να ενταχθούν στις τάξεις των προηγμένων οικονομιών. Ενα τεράστιο πακέτο τόνωσης θα αύξανε επίσης τον κίνδυνο διαφθοράς.

Είναι πιθανό οι αρχές να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν μόνο με μικρά μέτρα τόνωσης, επιδιώκοντας να επικοινωνήσουν καλύτερα την πρόθεσή τους να επιταχύνουν τη μετάβαση σε νέους τομείς ανάπτυξης (όπως η μεταποίηση υψηλότερης προστιθέμενης αξίας, η πράσινη ενέργεια, η υγειονομική περίθαλψη, η τεχνητή νοημοσύνη, οι υπερυπολογιστές και οι επιστήμες της ζωής ). Αυτό το ανανεωμένο μοντέλο ανάπτυξης απαιτεί χρόνο και συνεπάγεται δημιουργική καταστροφή, ειδικά βραχυπρόθεσμα. Επιπλέον, οι αρχές θα πρέπει να εξετάσουν πιο δυναμικά μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους που, αρχικά, μειώνουν επίσης την ανάπτυξη.

Είναι καιρός οι αγορές να αναγνωρίσουν ότι η Κίνα δεν επιστρέφει στον παλιό οικονομικό και χρηματοπιστωτικό της βιβλίο και η επιστροφή της ως ισχυρός μοχλός της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης είναι απίθανη στο εγγύς μέλλον. Οι οικονομικές επιδόσεις είναι πιθανό να παραμείνουν χαμηλές για το υπόλοιπο του 2023 και το πρώτο εξάμηνο του 2024.

Κοιτάζοντας πέρα από αυτήν την περίοδο, οι προοπτικές επίσης δεν είναι καθησυχαστικές. Η πρόκληση της διαδικασία αναπροσανατολισμού της κινεζικής οικονομίας ενόψει των συνεχιζόμενων γεωπολιτικών εντάσεων και της πολυπλοκότητας της οικοδόμησης μιας εναλλακτικής διεθνούς τάξης θέτει σημαντικά εμπόδια.

Οι αρχές θα πρέπει επίσης να ξεπεράσουν την μεγάλη τους κλίση προς τον συγκεντρωτισμό και, αντ' αυτού, να επιτρέψουν, αλλά όχι να μικροδιαχειριστούν την εμφάνιση ισχυρών μηχανών ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα. Παρά τα όσα μπορεί να συνεχίσουν να σας λένε πολλοί, δεν είναι πλέον δεδομένο ότι η Κίνα θα γίνει η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.

© The Financial Times Limited 2023. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v