Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Εισηγμένες: Ο ύπουλος κίνδυνος των δανείων

Σε μία περίοδο όπου η κρίση στην πραγματική οικονομία της χώρας βαθαίνει, οι εισηγμένες είναι αναγκασμένες να σκεφτούν πιο έντονα το θέμα του δανεισμού τους. Ποια μέτρα άμυνας παίρνουν τώρα. Ενδεικτικές περιπτώσεις.

  • του Στέφανου Κοτζαμάνη
Εισηγμένες: Ο ύπουλος κίνδυνος των δανείων
Σε μία περίοδο όπου η κρίση στην πραγματική οικονομία της χώρας βαθαίνει μήνα με τον μήνα, οι εισηγμένες εταιρείες είναι αναγκασμένες να σκεφτούν πιο έντονα το θέμα του δανεισμού τους.

Κι αυτό όχι μόνο επειδή ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν προβλήματα ρευστότητας, αλλά και γιατί οι φόβοι για νέα αύξηση των επιτοκίων έχουν προκαλέσει ισχυρούς πονοκεφάλους στα επιτελεία πολλών εισηγμένων επιχειρήσεων.

Το βέβαιο είναι ότι το κλίμα που επικρατούσε μέχρι πέρυσι και ήθελε τις διοικήσεις των εταιρειών να λειτουργούν με μεγάλα δάνεια («με ισολογισμούς που ιδρώνουν») έχει περάσει ανεπιστρεπτί.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι θα δούμε απαραίτητα μεγάλο κύμα νέων αυξήσεων κεφαλαίου με καταβολή μετρητών. Το χρηματιστηριακό κλίμα, άλλωστε, δεν βοηθά προς μία τέτοια κατεύθυνση. Σημαίνουν, ωστόσο, ότι θα δούμε μία ευρύτατη σειρά κινήσεων και στρατηγικών προκειμένου οι εισηγμένες να περιορίσουν τις ταμειακές εκροές τους και να εξασφαλίσουν άνετη χρηματοδότηση, χωρίς μεγάλους κινδύνους...

Έπειτα από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα απραξίας, τελευταία βλέπουμε να πολλαπλασιάζονται οι εταιρείες που καταφεύγουν σε αυξήσεις κεφαλαίου με καταβολή μετρητών, αν και το χρηματιστηριακό κλίμα κάθε άλλο παρά έχει βελτιωθεί.

Οι περισσότερες, βέβαια, από αυτές τις αυξήσεις πραγματοποιούνται σε περιπτώσεις όπου υπάρχει άμεση ανάγκη κεφαλαιακής ενίσχυσης, είτε για να επιβιώσουν οι επιχειρήσεις είτε για να μπορέσουν να λειτουργήσουν απρόσκοπτα χωρίς να διατρέχουν έντονο κίνδυνο ρευστότητας. Αυξήσεις κεφαλαίου αυτής της κατηγορίας που ήδη δρομολογούνται είναι εκείνες της ΑΕΓΕΚ, της Ideal, της Plias, της Ιπποτούρ κ.ά.

Μία άλλη κατηγορία αυξήσεων κεφαλαίου γίνεται προκειμένου να προσελκυστούν στρατηγικοί εταίροι, οι οποίοι θα επωφεληθούν -μεταξύ άλλων- και από τα «οχήματα» που διαθέτουν οι εισηγμένες. Τέτοιες είναι εκείνες της Hellas On Line που ήδη ολοκληρώθηκε και των Ζήνων (απορροφά την On Telecoms) και Προοδευτική. Πέραν αυτών, βέβαια, υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις, όπως των Forthnet, ΕΛΙΝΟΪΛ και Αστήρ Παλάς, οι βασικοί μέτοχοι των οποίων αποφασίζουν ότι τα επενδυτικά προγράμματα δεν μπορούν να σταματήσουν επειδή το χρηματιστηριακό κλίμα δεν είναι καλό.

Στην περίπτωση της Forthnet οι Άραβες φάνηκαν διατεθειμένοι να καλύψουν ακόμη και το σύνολο της έκδοσης των 300 εκατ. ευρώ, ενώ σε εκείνη της Αστήρ Παλάς υπάρχει η εξής ιδιαιτερότητα: Ένα μεγάλο ποσοστό κεφαλαίων που θα καταβάλει ο βασικός μέτοχος (Εθνική Τράπεζα) στην επικείμενη αύξηση κεφαλαίου θα το εισπράξει άμεσα πίσω, καθώς με το ποσό αυτό θα αποπληρωθούν δάνεια τα οποία είχε χορηγήσει στην Αστήρ Παλάς η μητρική της, Εθνική Τράπεζα.

Τέλος, στην ΕΛΙΝΟΪΛ θεωρούν ότι ο κλάδος βρίσκεται σε φάση αναδιάρθρωσης και πως θα πρέπει να επενδύσουν μέσα στην επόμενη διετία εξαγοράζοντας πρατήρια βενζίνης σε τοποθεσίες που διαθέτουν συγκριτικό πλεονέκτημα.

Τα νέα δεδομένα

Το ζήτημα είναι ότι αμέσως μετά τις... διακοπές οι εισηγμένες εταιρείες θα συναντήσουν ένα περιβάλλον χειρότερο από αυτό που άφησαν πριν αρχίσουν «τα μπάνια του λαού».

Οι άνθρωποι της αγοράς μιλούν για ορατή επιδείνωση της κατάστασης μέσα στο δίμηνο Ιουλίου - Αυγούστου και ενδεικτικό στοιχείο είναι η έντονη υποχώρηση του δείκτη οικονομικών προσδοκιών στο λιανικό εμπόριο, που τον φετινό Ιούλιο διαμορφώθηκε στις 101,3 μονάδες, ενώ τον προηγούμενο μήνα βρισκόταν στις 110,6 και τον Ιούλιο του 2007 στις 123,8 μονάδες...

Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγούν και τα μηνύματα που προέρχονται τόσο από την πορεία του εσωτερικού τουρισμού όσο και από την κίνηση κατά τη διάρκεια των εκπτώσεων, η οποία ήταν μειωμένη.

Οι αισιόδοξοι τώρα προσδοκούν ότι η τιμή του πετρελαίου θα συνεχίσει να αποκλιμακώνεται και πως αυτό θα περιορίσει τις οικονομικές απώλειες των ελληνικών νοικοκυριών, τα οποία με τη σειρά τους ενδεχομένως και να αυξήσουν την κατανάλωσή τους. Αυτό, ωστόσο, αποτελεί περισσότερο ελπίδα παρά πρόβλεψη.

Ένα δεύτερο δεδομένο που έχουν να αντιμετωπίσουν οι εισηγμένες επιχειρήσεις είναι η στάση των τραπεζών, σε μια περίοδο όπου φαίνεται ότι «η διεθνής κρίση ρευστότητας θα διαρκέσει πολύ». Οι τράπεζες, λοιπόν, πληρώνουν πολύ ακριβότερα τους καταθέτες και μέχρι σήμερα καλύπτουν τη διαφορά κυρίως μέσα από την αύξηση των επιτοκίων χορηγήσεων.

Φοβούνται, ωστόσο, ότι όσο ανεβαίνουν τα επιτόκια και όσο η κατάσταση στην οικονομία επιδεινώνεται θα υπάρξει αναζωπύρωση επισφαλειών.

Για τον λόγο αυτόν αντιδρούν με τρεις κυρίως τρόπους:

1) Είναι πολύ πιο προσεκτικές σε σχέση με το παρελθόν στις χορηγήσεις νέων δανείων. «Απορρίπτουμε περίπου τις έξι στις δέκα αιτήσεις καταναλωτικών δανείων», αναφέρει στον «Μ» υψηλόβαθμος τραπεζικός παράγοντας...

2) Προσπαθούν με νύχια και με δόντια να κρατήσουν ζωντανές επιχειρήσεις που βρίσκονται... στα όρια του κόκκινου, προκειμένου να αποφύγουν τα «κανόνια» ή έστω να τα αναβάλουν για το μέλλον.

3) Πιέζουν τις επιχειρήσεις που καταβάλλουν μεν τις υποχρεώσεις τους, αλλά δεν έχουν και την καλύτερη εικόνα στον ισολογισμό τους, να μειώσουν το ύψος των δανείων τους.

Ραντεβού τον Σεπτέμβριο

Κάτω, λοιπόν, από αυτές τις συνθήκες, όλες σχεδόν οι εισηγμένες εταιρείες θα ξανασκεφτούν ενδεχομένως το θέμα των κεφαλαίων τους, ιδίως σε μια περίοδο όπου ο κίνδυνος των επισφαλειών είναι αυξημένος. Όχι μόνο γιατί πιθανώς φοβούνται ανεπάρκεια κεφαλαίων, αλλά και γιατί βλέποντας το κόστος του χρήματος να ανεβαίνει ανησυχούν μήπως δουν την «κάτω γραμμή» των αποτελεσμάτων τους να πλήττεται σημαντικά σε περίπτωση που δούμε νέα άνοδο επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Φροντίζουν δηλαδή να προνοήσουν παρά στη συνέχεια «να τρέχουν και να μη φτάνουν»...

Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι όλες οι εισηγμένες θα απαντήσουν με αυξήσεις κεφαλαίου. Το αντίθετο μάλιστα. Οι περισσότερες σχεδιάζουν άλλες παρεμβάσεις, όπως είναι, για παράδειγμα, οι πωλήσεις κάποιων θυγατρικών τους, η ρευστοποίηση ακινήτων τους, η αναβολή ορισμένων επενδυτικών προγραμμάτων τους, οι περικοπές δαπανών κ.λπ. Από το 2009 αναμένεται πολύ περισσότερες εταιρείες να προτείνουν τη δυνατότητα επανεπένδυσης του μερίσματός τους.

Οι τράπεζες θα συνεχίσουν τις προσπάθειες άντλησης πρόσθετων κεφαλαίων. Ήδη από την αρχή του έτους είδαμε κινήσεις όπως αυτές της Εθνικής Τράπεζας (αύξηση κεφαλαίου μέσω έκδοσης προνομιούχων μετοχών), της Τράπεζας Κύπρου (έκδοση μετατρέψιμου ομολογιακού δανείου), της Marfin Popular Bank (πώληση του 51% των ασφαλιστικών εταιρειών της, ενώ είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο για αύξηση κεφαλαίου που έχει αναφερθεί εδώ και περίπου δώδεκα μήνες) κ.ά.

Μερικές ενδεικτικές περιπτώσεις:

* Η Μπενρουμπή βλέπει τη στροφή που έκανε με την προώθηση δικών της brand names να αρχίζει σταδιακά να αποδίδει. Και επίσης έχει προχωρήσει σε τέτοιες κινήσεις ώστε -κυρίως από το 2009 και μετά- αναμένεται να αποκομίζει ετησίως ένα πολύ σημαντικό ποσό από την εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας της. Κάποια ανησυχία, πάντως, υπάρχει όσον αφορά στο μέτωπο των δανείων, τα οποία στις 30 Ιουνίου έφτασαν στα 35,7 εκατ. ευρώ. Βέβαια, θέμα ρευστότητας δεν τίθεται, ωστόσο με το EBITDA του εξαμήνου να διαμορφώνεται στα 2,67 εκατ. ευρώ, οι τόκοι των 35,7 εκατ. «ροκανίζουν» ένα πολύ σημαντικό ποσοστό αυτού.

Και επιπλέον, υπάρχει ο φόβος για αύξηση των επιτοκίων... Έτσι, λοιπόν, η διοίκηση της Μπενρουμπή φαίνεται ότι εξετάζει δύο ενδεχόμενα: Πρώτον, να μεταφέρει εκτός ομίλου το μετοχικό χαρτοφυλάκιό της, η τρέχουσα αξία του οποίου ανέρχεται γύρω στα 7 εκατ. ευρώ, με στόχο τον περιορισμό του τραπεζικού δανεισμού. Και δεύτερον, να καλυφθεί έναντι του κινδύνου για άνοδο των επιτοκίων.

* Η Δίας Ιχθυοκαλλιέργειες το τελευταίο δεκαοκτάμηνο πραγματοποίησε μπαράζ εξαγορών και σύντομα λέγεται ότι θα προχωρήσει στην ολοκλήρωση άλλων δύο. Ο δείκτης ιδίων προς ξένα κεφάλαια έχει «βαρύνει», πλην όμως στην εισηγμένη σε καμία περίπτωση δεν μιλούν για πρόβλημα ρευστότητας. Με βάση τις τρέχουσες συνθήκες της αγοράς, η διοίκηση προωθεί τη σύναψη κάποιων ομολογιακών δανείων. Επίσης, εάν χρειαστεί αύξηση κεφαλαίου μελλοντικά, αυτό δεν φαίνεται να αποτελεί πρόβλημα για το σχήμα των βασικών μετόχων. Επί του παρόντος, πάντως, τέτοιο θέμα δεν εξετάζεται.

* Η Pasal Development εισήλθε στο χρηματιστήριο στις αρχές του 2008 αντλώντας κεφάλαια μέσω δημόσιας εγγραφής. Από τότε προχώρησε σε σημαντικές επενδύσεις ακινήτων, ενώ χρηματοδοτεί και το νέο εμπορικό κέντρο της οδού Πειραιώς που αναμένεται να λειτουργήσει μέσα στο τελευταίο δίμηνο του έτους. Απέκτησε επίσης και το 37,1% της Πειραιώς ΑΕΕΑΠ, η οποία μάλιστα σχεδιάζει αξιοσημείωτη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της. Ο συνδυασμός αυτών των γεγονότων πυροδότησε κάποιες φήμες ότι η εισηγμένη θα πραγματοποιήσει και αυτή αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της. Υπήρξε μάλιστα και σχετικό δημοσίευμα στον Τύπο, το οποίο όμως διαψεύστηκε από τη διοίκηση.

«Η εταιρεία δεν σχεδιάζει αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της στην παρούσα φάση», ήταν η «χαλαρή» διάψευση της διοίκησης. Προφανώς γιατί η Pasal δεν έχει κρύψει το ενδιαφέρον της να ρευστοποιήσει ποσοστό ή ακόμη και το σύνολο του υπό δημιουργία εμπορικού κέντρου, όπως για παράδειγμα έκανε στο The Mall η Lamda Development, που πούλησε το 50% στην HSBC. Με τον τρόπο αυτόν θα αντλήσει αρκετές δεκάδες εκατ. ευρώ, ανάλογα με το ποσοστό που ενδεχομένως θα ρευστοποιήσει. Επίσης, ανοιχτό παραμένει ακόμη και το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο θα καλυφθεί η αύξηση κεφαλαίου της Πειραιώς ΑΕΕΑΠ, καθώς μεγάλο ποσοστό εξετάζεται να καλυφθεί είτε με κεφάλαια ξένων θεσμικών είτε -όπως υπονοείται από παράγοντες της αγοράς- και με άλλους τρόπους...

Άρα, λοιπόν, πράγματι η εισηγμένη δεν εξετάζει στην παρούσα φάση αύξηση κεφαλαίου, αλλά κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θα γίνει στο μέλλον.

* Ούτε και στη SATO εξετάζουν στην παρούσα φάση την πιθανότητα αύξησης κεφαλαίου, παρά τα σημαντικά κεφάλαια που θα απαιτήσει η συνεργασία με την πολυεθνική OBI. Άλλωστε, θα μεσολαβήσει αρκετό χρονικό διάστημα μέχρις ότου η εισηγμένη κληθεί «να βάλει το χέρι στην τσέπη», ενώ βέβαια υπάρχουν πάντοτε και εναλλακτικοί τρόποι χρηματοδότησης.

* Στη Γενική Εμπορίου «προνόησαν» από πέρυσι έτσι ώστε να μην αντιμετωπίσουν προβλήματα. Διαπιστώνοντας έγκαιρα ότι η κρίση βρισκόταν προ των πυλών, περιόρισαν τις πωλήσεις τους στους ασφαλείς πελάτες και προχώρησαν σε μία σειρά επιλογές (π.χ. διατήρηση σταθερού μερίσματος κ.λπ.) με στόχο το υπόλοιπο της εταιρείας προς τις τράπεζες να μειωθεί και όχι να αυξηθεί.

* Για τη ΔΙΕΚΑΤ η αύξηση κεφαλαίου φαίνεται κάτι περισσότερο από αναγκαία, πλην όμως είναι αμφίβολο αν θα γίνει κάτι τέτοιο εφόσον δεν βρεθεί στρατηγικός επενδυτής.

* Στην BETANET οι βασικοί μέτοχοι (οικογένεια Ζαβλιάρη) φαίνεται να μη διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους προκειμένου να μετάσχουν σε μία νέα αύξηση κεφαλαίου και έτσι έχουν θέσει τις ελπίδες διάσωσης της εταιρείας στις διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες για αναπροσαρμογή του δανεισμού. Άλλωστε, πολλοί συνέδεσαν με αυτό και το μαζικό... ξεφόρτωμα μετοχών από την οικογένεια Ζαβλιάρη το καλοκαίρι του 2007, προκειμένου οι τελευταίοι να αντλήσουν τη δική τους συμμετοχή στην αύξηση κεφαλαίου που έγινε στα τέλη της περυσινής χρονιάς.

* Στην περίπτωση της Δομικής Κρήτης, η εισηγμένη προτίθεται να φέρει στη γενική συνέλευση θέμα πώλησης συμμετοχών της εταιρείας (ουσιαστικά ακινήτων) στους βασικούς μετόχους της, κίνηση που θα ενισχύσει το ταμείο της. Ωστόσο, αναμένουμε με ενδιαφέρον να πληροφορηθούμε τις αναλυτικότερες θέσεις της διοίκησης για το θέμα.

* Αναδημοσίευση από το φύλλο 545 της εφημερίδας "ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ" (29 Αυγούστου - 2 Σεπτεμβρίου 2008).

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v