
Την πιθανότητα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να παραχωρήσει δάνεια στο ΔΝΤ, ώστε αυτό με τη σειρά του να μπορεί να δανείζει ακόμα και τις μεγαλύτερες οικονομίες στην Ευρωζώνη συζήτησαν τις τελευταίες ημέρες αξιωματούχοι στην Ευρωζώνη και στο ΔΝΤ, σύμφωνα με τα όσα δήλωσαν στο Reuters καλά πληροφορημένες πηγές στο Παρίσι και στις Βρυξέλλες.
Η διαβούλευση αυτή έγινε την ώρα που καθίσταται σφοδρότερη η κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, απειλώντας να συμπαρασύρει την τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης, την Ιταλία, αλλά ακόμα και τη δεύτερη, τη Γαλλία. Η ΕΚΤ, με τους απεριόριστους πόρους που ως κεντρική τράπεζα διαθέτει, κατά το σκεπτικό αυτής της διαβούλευσης, θα μπορούσε να εξασφαλίσει χρόνο στις κυβερνήσεις των ισχυρότερων οικονομιών της ΕΕ, καλύπτοντας τις δανειακές τους ανάγκες, προκειμένου να υλοποιούνται οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία.
Εκτιμήθηκε ότι οι χρηματαγορές θα μπορούσαν να εμπιστευτούν περισσότερο εγγυήσεις που προσφέρει η κεντρική τράπεζα, την ώρα που τίθενται εν αμφιβόλω αφ’ ενός το κατά πόσον το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας μπορεί να έχει στη διάθεσή του ένα τρισεκατομμύριο ευρώ προκειμένου να δανείζει υπερχρεωμένες οικονομίες στην Ευρωζώνη και αφ’ ετέρου εάν και κατά πόσον θα επαρκούσε 1 τρισεκατομμύριο.
Η πρώην (μέχρι την 1η Νοεμβρίου) ηγεσία της ΕΚΤ είχε εκτιμήσει ότι θα πρέπει να καταστεί «η ύστατη λύση» για τον δανεισμό των κρατών-μελών της Ευρωζώνης. Δηλαδή, η ΕΚΤ να δανείζει στις κυβερνήσεις τις Ευρωζώνης ποσά, αφού όμως σε πρώτο χρόνο αυτές έχουν μεταβάλει τις πολιτικές τους που οδήγησαν στα ελλείμματα και στην επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Όπως έχουν τα πράγματα, από την κοινοτική νομοθεσία απορρέουν ποικίλοι περιορισμοί στη διαδικασία δανειοδότησης κυβερνήσεων από την ΕΚΤ. Επίσης, στο επίπεδο του γερμανογαλλικού «άξονα» διαμορφώνεται μια διελκυστίνδα. Το Παρίσι τάσσεται υπέρ του σεναρίου που προβλέπει η ΕΚΤ να αποκτήσει μεγαλύτερο ρόλο στη δανειοδότηση κυβερνήσεων στην Ευρωζώνη μέσω του EFSF. Το Βερολίνο εναντιώνεται σθεναρά σε αυτό, αναδεικνύει δε την παράμετρο της καταστατικής ανεξαρτησίας της ΕΚΤ, κρίνοντας ασύμφορο αυτή να καλύπτει κρατικά ελλείμματα, επισείει μάλιστα το φόβητρο του υψηλού σε μια τέτοια περίπτωση πληθωρισμού σε όλη την Ευρωζώνη, με αποτέλεσμα την πτώση του βιοτικού επιπέδου.
Συνεπώς, μέσα από όλες αυτές τις αντιπαρατιθέμενες προσεγγίσεις, προβάλλει μέσω της σύνθεσης μια νέα: η ΕΚΤ, προκειμένου να συμπράττει κατά της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη, να δανείζει το ΔΝΤ. Τούτο δε κατ’ επιταγήν του άρθρου 23 του καταστατικού της, που ορίζει ότι «η ΕΚΤ μπορεί να φέρει σε πέρας όλων των ειδών τις τραπεζικές συναλλαγές - στο πλαίσιο σχέσεων με τρίτα κράτη ή διεθνείς οργανισμούς».
«Είναι εφικτό» είπε στο Reuters αξιωματούχος της Ευρωζώνης, καθώς 10 μέλη της ΕΕ που δεν είναι μέλη της 17μελούς Ευρωζώνης παραπονούνται έντονα ότι δεν μπορεί με τα δικά τους κεφάλαια στο EFSF να εξυπηρετούνται οι ανάγκες αποκλειστικά των «πλουσίων της Ευρωζώνης».
Σε ό,τι αφορά τα ομόλογα των υπερχρεωμένων κρατών στην Ευρωζώνη, τα επιτόκια των οποίων ανεβαίνουν το τελευταίο διάστημα ραγδαία, παρά τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ που τα αγοράζει στην πρωτογενή και στην δευτερογενή αγορά, αναπτύσσεται ο εξής προβληματισμός: «αν η ΕΚΤ δηλώσει εξαρχής ότι θα καλύψει μιαν οσονδήποτε μεγάλη συνολική ονομαστική αξία ομολόγων, ποιος άραγε στις διεθνείς χρηματαγορές θα είναι εκείνος που θα κοντράρει τον ισχυρισμό; Όμως, αν αυτό γίνει χωρίς πομπώδεις διακηρύξεις και με τρόπο σταδιακό, τότε σταδιακά κι οι αγορές θα επανέλθουν στη νηνεμία».