Σαφείς αιχμές προς την κυβέρνηση πως ξεστράτισε αλλά και προς κυβερνητικά στελέχη πως η κοινωνία στέλνει δεύτερη φορά μήνυμα καθώς κάποιοι την πρώτη φορά δεν κατάλαβαν τίποτα, περιείχε η ομιλία του βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας και πρώην κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου.
«Η κοινωνία μάς έστειλε δύο φορές μέσα στον Γενάρη και τον Φλεβάρη το ίδιο ηχηρό μήνυμα. Μας το έστειλε και δεύτερη φορά, γιατί η αλήθεια είναι ότι ορισμένοι έδειξαν με τη στάση τους ότι δεν το έλαβαν την πρώτη φορά. Τα συλλαλητήρια ήταν έκφραση απογοήτευσης και οργής για τη μεταπολεμική Ελλάδα. Απογοήτευσης, από τη μια, για τη λειτουργία βασικών θεσμών, για την κατάσταση βασικών υποδομών του κράτους, για την υστέρηση σε σχέση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο», είπε και πρόσθεσε:
«Οργής, από την άλλη, για την ανεπαρκή ενσυναίσθηση πολιτικών προσώπων και ανθρώπων στον περίγυρο των εξουσιών, για την αδίστακτη κομματική καπηλεία από μια δημαγωγική αντιπολίτευση, για τη σημερινή αδυναμία μας, ως κυβέρνησης, να πείσουμε ότι εργαζόμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση, παρότι εργαζόμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση» ανέφερε.
Αναλυτικά η ομιλία:
Μια από τις μεγάλες παρακαταθήκες του Διονυσίου Σολωμού είναι η φράση: «Το έθνος πρέπει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι αληθές». Αυτή η πρόταση δυσπιστίας φέρνει όλους μας, πολίτες και πολιτικούς, στο σημείο που οφείλουμε να δείξουμε πόση αλήθεια μπορούμε να σηκώσουμε, ο καθένας από τη θέση του.
Αυτό που συνέβη στα Τέμπη, πέρα από μια τεράστια ανθρώπινη τραγωδία, είναι η επιτομή της κατάστασης που έχει βρεθεί το κράτος μετά την περίοδο των μνημονίων. Παρά την αναμφισβήτητη πρόοδο που συντελέστηκε μετά το 2019, με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, οι πληγές της χρεοκοπίας είναι βαθιές και αθεράπευτες. Χάσαμε τόσα πολλά, που δεν γίνεται να αναπληρωθούν σε σύντομο διάστημα.
Και θεωρώ ότι αυτή η αλήθεια έπρεπε να τονιστεί περισσότερο από το πολιτικό σύστημα και να γίνει κατανοητή από τους πολίτες. Ένα κράτος βαριά άρρωστο, ήδη πριν από τα μνημόνια, δεν γιατρεύεται εύκολα και σε σύντομο διάστημα. Η ανεπάρκεια του κράτους είναι έκδηλη σε κάθε επίπεδο: ελλειμματικό προσωπικό -ποιοτικά και ποσοτικά-, διαχειριστική ανικανότητα των κοινοτικών κονδυλιών και ολοκλήρωσης συμβάσεων, έλλειψη συστήματος ουσιαστικής αξιολόγησης και λογοδοσίας.
Η κοινωνία μάς έστειλε δύο φορές μέσα στον Γενάρη και τον Φλεβάρη το ίδιο ηχηρό μήνυμα. Μας το έστειλε και δεύτερη φορά, γιατί η αλήθεια είναι ότι ορισμένοι έδειξαν με τη στάση τους ότι δεν το έλαβαν την πρώτη φορά. Πολλά μπορεί να πει κανείς για το τι ήταν και τι δεν ήταν τα συλλαλητήρια. Σίγουρα όμως ήταν έκφραση απογοήτευσης και οργής για τη μεταπολεμική Ελλάδα. Απογοήτευσης, από τη μια, για τη λειτουργία βασικών θεσμών, για την κατάσταση βασικών υποδομών του κράτους, για την υστέρηση σε σχέση με το ευρωπαϊκό κεκτημένο. Οργής, από την άλλη, για την ανεπαρκή ενσυναίσθηση πολιτικών προσώπων και ανθρώπων στον περίγυρο των εξουσιών, για την αδίστακτη κομματική καπηλεία από μια δημαγωγική αντιπολίτευση, για την σημερινή αδυναμία μας, ως κυβέρνηση, να πείσουμε ότι εργαζόμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση, παρότι εργαζόμαστε προς τη σωστή κατεύθυνση.
Τα δύο ηχηρά μηνύματα μας έφεραν εδώ σήμερα, σε αυτή την κοινοβουλευτική διαδικασία. Η αντιπολίτευση, σύσσωμη, επέλεξε να δείξει ότι κάνει τάχα το μέγιστο, ζητά δηλαδή την πτώση της Κυβέρνησης, ώστε να μην φανεί ότι δεν μπορεί να κάνει ούτε το ελάχιστο. Η αντιπολίτευση δεν κάνει τίποτα προς τη σωστή κατεύθυνση, προς τα εκεί που δείχνουν οι πολίτες και επιβάλλει η περίσταση. Η κοινωνία ζητά δικαιοσύνη από την Ελληνική Δικαιοσύνη και όχι από πολιτικάντηδες και τους παρατρεχάμενούς τους. Η κοινωνία ζητά φως και αλήθεια, αλλά η αντιπολίτευση προσφέρει αφειδώς συνωμοσίες και συσκότιση.
Η κοινωνία ζητά καθαρή πρόταση για όσα έγιναν και όσα χρειάζεται να γίνουν και η αντιπολίτευση τρέμει να την αυτοκριτική της, καθώς το μεγαλύτερό μέρος της έχει ήδη κυβερνήσει ή συμμετάσχει σε κυβερνήσεις που δημιούργησαν το κράτος που έχουμε σήμερα. Ειδικά το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να μιλά με ύφος κήνσορα. Κυβέρνησε 22 από τα 51 χρόνια της μεταπολίτευσης και έχει αφήσει βαρύ στίγμα φαυλότητας στο Δημόσιο και τις πρώην ΔΕΚΟ. Το ΠΑΣΟΚ διέλυσε κάθε έννοια λογοδοσίας και ευθύνης, δημιουργώντας αυτό που περιγράφεται ως «βαθύ κράτος».
Το χρέος μας, στη μνήμη των νεκρών των Τεμπών, είναι να μην κάνουμε αυτό που τούτες τις ημέρες γίνεται εδώ μέσα: κορώνες και διαγκωνισμούς με κεντρικό αίτημα «να φύγετε εσείς για να έλθουμε εμείς». Ο δρόμος της αρετής είναι δύσβατος, αλλά έχουμε μια τελευταία -και το λέω μετά λόγου γνώσης- ευκαιρία να αλλάξουμε τα πάντα.
Μέσω της επικείμενης Συνταγματικής Αναθεώρησης να ανασυγκροτήσουμε και να θωρακίσουμε τη Δημοκρατία μας. Να επανασυνδέσουμε την ηθική και την πολιτική, στο βαθμό που είναι εφικτό. Να ενδυναμώσουμε τους συμμετοχικούς θεσμούς, να κάνουμε υγιή κύτταρα τα κόμματα, να αυξήσουμε τη διαφάνεια, να υπάρχει αυστηρή λογοδοσία και απόδοση ευθυνών. Να κάνουμε όλα όσα ζητά με την υπεύθυνη απογοήτευση και οργή της η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων. Αυτό είναι χρέος τιμής στους νεκρούς των Τεμπών, αλλά και σε όλους τους Έλληνες που εξακολουθούν να ταλαιπωρούνται καθημερινά σε διάφορες πτυχές του κράτους. Είναι επίσης επιτακτική ανάγκη σε ένα κόσμο που αλλάζει βίαια, σε ένα κόσμο που συντελείται μια κοσμογονία, στην οποία η Ελλάδα δεν μετέχει επαρκώς.
Είμαι βέβαιος ότι η πρόταση δυσπιστίας θα απορριφθεί, δικαίως και επωφελώς μάλιστα. Γιατί αυτή η Κυβέρνηση, με τα λάθη και τις αδυναμίες της, είναι μια κανονική Κυβέρνηση. Και δεν υπάρχει κανείς που δύναται να πείσει τον εχέφρονα Έλληνα πολίτης ότι ενδέχεται να υπάρξει στον ορατό ορίζοντα μια καλύτερη Κυβέρνηση.
Χρειάζεται όμως και εμείς να κάνουμε μια γενναιότερη αυτοκριτική. Γιατί το επιβάλλουν οι καιροί, εντός και εκτός Ελλάδας. Όταν μαζεύονται βαριά σύννεφα, χρειάζεται να είσαι απόλυτα έτοιμος για την καταιγίδα.
Η Νέα Δημοκρατία, ως θεσμικό λαϊκό κόμμα συντηρητικών αξιών και φιλελεύθερων αρχών, συνομιλεί διαρκώς με την ιστορία της και τον ελληνισμό. Δεν μας πρέπει να αρκούμαστε στο ότι οι άλλοι δεν μπορούν. Δεν μας πρέπει να βασιζόμαστε σε αρνητικά επιχειρήματα περί απώλειας της σταθερότητας, χωρίς να αμφισβητώ ότι είναι πολύτιμη η σταθερότητα. Αν κάτι, όμως, έχει διδάξει η Ιστορία μας, είναι ότι οι Έλληνες κυβερνώνται με την ελπίδα για το αύριο και όχι με τον φόβο για το σήμερα και το χθες.
Ο κόσμος μας, η βάση μας, το μεγάλο δημοκρατικό κομμάτι του ελληνισμού, μας λέει, με πολλούς τρόπους και επανειλημμένα, ότι ξεστρατίσαμε σε βασικούς τομείς και μας θέλει αλλιώς, όπως είμασταν στην αρχή. Αυτό δεν δικαιούμαστε να το προσπερνάμε.
Ο Αυγουστίνος έχει γράψει ότι η αλήθεια είναι σαν το λιοντάρι∙ δεν χρειάζεται να την υπερασπιστείς∙ άφησέ την ελεύθερη, και θα υπερασπιστεί μόνη της τον εαυτό της. Η Νέα Δημοκρατία, το κόμμα των μεγάλων αληθειών, είναι το μόνο που μπορεί να ανταποκριθεί θεσμικά στα πάνδημα λαϊκά αιτήματα. Και για αυτό στηρίζω την Κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό.