Ο μισθός που εξαφανίζεται πριν το τέλος του μήνα
Η Άννα, 32 ετών, πτυχιούχος οικονομικών, εργάζεται σε μεγάλη εταιρεία στην Αθήνα. Στο εκκαθαριστικό της κάθε μήνα αναγράφονται 1.500 ευρώ μεικτά, αλλά στον λογαριασμό της μπαίνουν μόλις 1.140 ευρώ καθαρά. Από αυτά, 650 φεύγουν για ενοίκιο, 180 για λογαριασμούς, 200 για τρόφιμα. Πριν τελειώσει ο μήνας, ο μισθός έχει ήδη εξαφανιστεί. Και παρόλα αυτά, θεωρείται «μεσαία τάξη».
Η ιστορία της Άννας δεν είναι εξαίρεση· είναι ο κανόνας. Παρά τη σταθεροποίηση της οικονομίας, οι Έλληνες εργαζόμενοι ζουν με την ψευδαίσθηση ενός αξιοπρεπούς μισθού, ενώ το καθαρό εισόδημα δεν επαρκεί για μια ζωή με ασφάλεια και προοπτική.
Οι αριθμοί πίσω από το ελληνικό παράδοξο
Η Ελλάδα παραμένει μία από τις φτωχότερα αμειβόμενες οικονομίες της Ευρώπης, ενώ παράλληλα φορολογεί την εργασία σχεδόν όσο οι πλουσιότερες χώρες του Βορρά.
Σύμφωνα με την Eurostat (2023):
- Μέσος ετήσιος μεικτός μισθός στην Ελλάδα: 17.000 €
- Μέσος όρος Ε.Ε.: 37.900 €
Η ψαλίδα μεταξύ μικτών και καθαρών αποδοχών είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη: σχεδόν το 24% του εισοδήματος εξαφανίζεται σε φόρους και εισφορές πριν φτάσει στον εργαζόμενο.

Η εργασία στην Ελλάδα είναι ακριβή για τον εργοδότη, αλλά φτωχή για τον εργαζόμενο. Παράλληλα, το κόστος ζωής -στέγαση, ενέργεια, τρόφιμα- πλησιάζει τα επίπεδα της Βόρειας Ευρώπης, συμπιέζοντας περαιτέρω την αγοραστική δύναμη.
Η παγίδα του καθαρού εισοδήματος
Η χώρα έχει εγκλωβιστεί σε μια διπλή παγίδα: χαμηλή παραγωγικότητα και υψηλή φορολογία εργασίας. Μια ονομαστική αύξηση 5% συχνά μεταφράζεται σε μόλις 2–3% καθαρά. Το υπόλοιπο εξαφανίζεται σε φόρους και εισφορές — ένα αόρατο «χαράτσι» που καθηλώνει τα διαθέσιμα εισοδήματα.

Για κάθε 1.770 ευρώ που δαπανά ο εργοδότης, ο εργαζόμενος λαμβάνει μόλις 1.140 ευρώ καθαρά. Το 36% του κόστους εργασίας καταλήγει στο κράτος, περιορίζοντας κατανάλωση και ανάπτυξη.
Η ρίζα του προβλήματος
Το σημερινό μοντέλο δεν είναι συγκυριακό. Η Ελλάδα βγήκε από τα μνημόνια με δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά χαμηλή παραγωγικότητα και μικρές επιχειρήσεις καθιστούν δυσχερή τη δημιουργία πλούτου.
Βαθύτερες αιτίες:
- Κλάδοι χαμηλής προστιθέμενης αξίας: Τουρισμός και εστίαση παρέχουν εποχική, όχι διαρκή ευημερία.
- Κατακερματισμός επιχειρηματικής βάσης: 95% των επιχειρήσεων είναι μικρές και χωρίς δυνατότητα επενδύσεων ή εξαγωγών.
- Υποεπένδυση στην καινοτομία: Μόλις 1,5% του ΑΕΠ σε Έρευνα & Ανάπτυξη (ΕΕ πάνω από 2,3%).
- Παραοικονομία και στρεβλή φορολογία: Το μη δηλωθέν εισόδημα επιβαρύνει τους συνεπείς και διαβρώνει την εμπιστοσύνη στην οικονομία.
Το αποτέλεσμα: μια οικονομία που δουλεύει σκληρά αλλά αποδίδει λίγα.
Ακριβό κράτος, χαμηλό εισόδημα
Υψηλοί φόροι, ιδιωτική εκπαίδευση, συμμετοχή στην υγεία, ακριβή στέγη και ενέργεια εξανεμίζουν το καθαρό εισόδημα. Ακόμη και αν οι μισθοί αυξηθούν, η πραγματική αγοραστική δύναμη παραμένει περιορισμένη.

Το διαθέσιμο εισόδημα μετρά όλα τα μέλη των νοικοκυριών μετά από φόρους και επιδοτήσεις (μισθοί, συντάξεις, κοινωνικά επιδόματα). Περιλαμβάνει και όσους δεν εργάζονται ή εργάζονται μερικώς. Η Ελλάδα παραμένει χαμηλά, ενώ η Γερμανία είναι ψηλά χάρη σε μισθούς και επιδόματα. Το παράδοξο: οι πολίτες φορολογούνται σαν πλούσιοι, αλλά αμείβονται σαν φτωχοί.
Τι μπορεί να κάνει ο πρωθυπουργός
Η κυβέρνηση στοχεύει στην αύξηση καθαρών εισοδημάτων έως το 2027. Αυτό απαιτεί δομικές, στρατηγικές παρεμβάσεις:
1. Μείωση φορολογικής επιβάρυνσης
- Αύξηση αφορολόγητου στα 12.000 ευρώ.
- Μείωση ασφαλιστικών εισφορών.
- Επιδοτήσεις εργοδοτικών εισφορών για νέους.
2. Ενίσχυση παραγωγικότητας
- Επενδύσεις σε ψηφιακές δεξιότητες και πράσινη οικονομία.
- Κίνητρα για συγχωνεύσεις και εξαγωγές ΜμΕ.
- Σύνδεση πανεπιστημίων–επιχειρήσεων.
3. Πάταξη παραοικονομίας
- Υποχρεωτική ψηφιοποίηση πληρωμών και τιμολογίων.
- Ενίσχυση ελέγχων σε κρίσιμους κλάδους.
- Φορολογικά κίνητρα για νόμιμη απασχόληση.
4. Μείωση κόστους ζωής
- Βελτίωση δημόσιας παιδείας, υγείας και μεταφορών.
- Κάθε ευρώ που δεν δαπανάται ιδιωτικά, αυξάνει το καθαρό εισόδημα.
Από την ανταγωνιστικότητα κόστους στην αξία
Η Ελλάδα πρέπει να αφήσει πίσω το μοντέλο του «φτηνού εργατικού δυναμικού». Η στρατηγική απαιτεί:
- Παραγωγικότητα που πληρώνει
- Καινοτομία που δημιουργεί αξία
- Αξιοπρεπείς μισθούς που μειώνουν τη φυγή ταλέντων
ΟΟΣΑ (2024): «Οι χώρες που αυξάνουν τα καθαρά εισοδήματα μέσω στοχευμένων φορολογικών κινήτρων και επενδύσεων στην παραγωγικότητα επιτυγχάνουν υψηλότερη ανάπτυξη και κοινωνική συνοχή.»
Το τελικό διακύβευμα
Η Ελλάδα χρειάζεται να αποκαταστήσει την αξία της εργασίας, όχι απλώς να αυξήσει ονομαστικούς μισθούς. Το ζητούμενο είναι πόσα χρήματα κρατάει ο πολίτης στην τσέπη του και πώς αυτά μετατρέπονται σε ποιότητα ζωής. Μείωση φορολογικής πίεσης, αύξηση παραγωγικότητας και δημόσιες επενδύσεις μπορούν να μετατρέψουν την ανάπτυξη σε πραγματική ευημερία. Στο τέλος, η ουσία δεν είναι πόσα βγάζεις, αλλά πόσα κρατάς.
Πηγές: Eurostat (2023, 2024), OECD Taxing Wages (2024), ΕΛΣΤΑΤ, Υπουργείο Οικονομικών, IMF Country Report Greece 2024
* Ο Nicholas Havoutis διαθέτει πολυετή εμπειρία στην ηγεσία στρατηγικών χρηματοοικονομικών μονάδων, έχοντας διατελέσει στέλεχος της JPMorgan (Νέα Υόρκη), της Chase Manhattan Bank (Λονδίνο) και της Eurobank (Αθήνα). Παράλληλα, έχει σημαντική παρουσία στον χώρο των ΜΜΕ. Σήμερα, ως επικεφαλής της SoZone Limited, συμβουλεύει επιχειρήσεις και επενδυτές σε διεθνή ανάπτυξη, οργανική βελτιστοποίηση και στρατηγικές συγχωνεύσεων και εξαγορών.
